Στην ορεινή Αρκαδία ταξίδεψαν η Μπέσσυ Μάλφα και ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης. Το ζευγάρι απόλαυσε τις βόλτες του στην αρχαία Γόρτυνα πλάι στον Λούσιο ποταμό. Τράβηξαν τις φωτογραφίες τους με φόντο τα ερείπια της αρχαίας πόλης που συναντά κανείς στο μέσο της διαδρομής από Καρύταινα προς Δημητσάνα. «Κι ενώ όλα ήταν ρόδινα και ευτυχισμένα άρχισε να με αφήνει λίγο μόνη μου… Γιατί; Έπαιζε με το drone του!», έγραψε η Μπέσσυ Μάλφα αποκαλύπτοντας τη νέα αγαπημένη ασχολία του συζύγου της.

Οι δύο ηθοποιοί πόζαραν και το βράδυ στα στενά του χωριού Δημητσάνα. Ενός από τα πιο γραφικά και συνάμα κοσμοπολίτικα χωριά της Αρκαδίας και ιδανικό προορισμό χειμώνα – καλοκαίρι.

Μπέσσυ Μάλφα – Γεράσιμος Σκιαδαρέσης: «27 χρόνια μαζί»

«Είμαστε πολύ ελεύθεροι άνθρωποι κι αυτό είναι μια επιτυχία της σχέσης. Δεν επενέβη ποτέ ο ένας στη δουλειά του άλλου κι αυτό ήταν σημαντικό. Επίσης και στις ασχολίες. Μοιράστηκαν ήρεμα, σαν να είχαμε συνεννοηθεί χωρίς να είχαμε συνεννοηθεί. Υπήρξε μια αρμονία. Δεν υπάρχει συνταγή. Δεν ξέρω. Συνάντησα έναν άνθρωπο που μπόρεσα να συνεννοηθώ. Κι εγώ έτσι είμαι στη ζωή, άσχετα από την ενέργεια που βλέπετε και τις εκρήξεις του χαρακτήρα μου, είμαι ένας ήρεμος άνθρωπος. Μου αρέσει ο διάλογος, η ειρήνη και το γέλιο. Εκεί ανθίζω. Ο σύζυγός μου είναι ένας υπέροχος άνθρωπος και ανθίσαμε μαζί. Είμαστε μαζί 27 χρόνια», είπε πριν λίγο σε συνέντευξή της στο okmag η Μπέσσυ Μάλφα.

Ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης μαζί με τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη αναβιώνουν αυτή την περίοδο το «Μινόρε της Αυγής» στο Θέατρο Ιλίσια. Με τα τραγούδια που σημάδεψαν την ιστορία του πειραιώτικου ρεμπέτικου, μας ταξιδεύει σε έναν κόσμο αναπάντεχα γνώριμο. Η θεατρική διασκευή είναι του Δημήτρη Χαλιώτη, η μουσική επιμέλεια του Ιεροκλή Μιχαηλίδη και τα σκηνικά και τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου.

Ένας νεαρός, με μόνη περιουσία ένα «ζητιανόξυλο», το μπουζούκι του, φτάνει φυγάς από τη Σύρο στον Πειραιά. Εκεί βρίσκει τον ρεμπέτη ξάδερφό του και η κομπανία του. Μια δυναμική Σμυρνιά κι ο τεκές της τον αγκαλιάζουν. Ένα μουσικοθεατρικό οδοιπορικό μέσα στα σκοτάδια και τους καπνούς του Πειραιά του ‘30. Για τους ρεμπέτες, τους ανυπότακτους, τους ανθρώπους του περιθωρίου, που βρήκαν τη λύτρωση μέσα από τη μουσική τους και την έφεραν από «την υπόγεια την ταβέρνα» στα σαλόνια, στις καρδιές και τα χείλη μας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ