Όταν ο Τσαρλς και η Βερόνικα Αντετοκούνμπο αποφάσισαν να μετεγκατασταθούν στην Ελλάδα για ένα καλύτερο μέλλον, ο πρωτότοκος γιος τους αναγκάστηκε να μείνει πίσω στο Λάγος της Νιγηρίας, μεγαλώνοντας με τον παππού και τη γιαγιά και ακολουθώντας τη δική του ξεχωριστή διαδρομή. Ήταν τόσο ξεχωριστή που ενώ τα άλλα τέσσερα αδέλφια του ασχολούνταν με το μπάσκετ, αυτός προτίμησε το ποδόσφαιρο και τη μουσική. Για περισσότερες από δύο δεκαετίες η οικογένεια έμενε στην Ελλάδα ενώ όταν ο Φράνσις κατάφερε περίπου στα 30 του να έρθει στη χώρα μας, οι υπόλοιποι είχαν μετακομίσει ήδη στην Αμερική. Άλλωστε η λαμπρή καριέρα των αδελφών του στο NBA δεν χωρούσε άλλη επιλογή. Το μεγαλύτερο παιδί της οικογένειας όμως συνέχισε να χτίζει τα όνειρά του στη χώρα μας ξεκινώντας από το ποδόσφαιρο και ακολουθώντας μια καριέρα στη μουσική βιομηχανία.

«Πριν από τέσσερα χρόνια ήρθα μόνιμα στην Ελλάδα»

Ήταν παιδί ακόμα όταν αποχωρίστηκε την οικογένειά του και μεγάλω σε κοντά στους παππούδες του. «Ήμουν πολύ μικρός, περίπου 5 ετών, όταν οι γονείς μου αποφάσισαν να έρθουν στην Ελλάδα. Έμεινα λοιπόν πίσω και έζησα μαζί με τον παππού και τη γιαγιά. Για να είμαι ειλικρινής το εμπόδιο ήταν τα έγγραφα. Οι γονείς μου όταν ήρθαν στην Ελλάδα δεν είχαν χαρτιά και ήταν δύσκολο γι’ αυτούς ακόμα και να επισκεφτούν τη Νιγηρία. Σκέψου λοιπόν πόσο δύσκολο ήταν αντίστοιχα να με πάρουν μαζί τους στην Ελλάδα. Tα τελευταία χρόνια ωστόσο μπορούσα κι εγώ να μετακινούμαι πιο άνετα και τελικά πριν από περίπου τέσσερα χρόνια ήρθα να μείνω μόνιμα εδώ. Σίγουρα όλο αυτό δεν ήταν εύκολο για εμάς» εξομολογείται. Παρά την τεράστια χιλιομετρική απόσταση που είχε με την οικογένειά του για χρόνια, αυτό δεν επηρέασε καθόλου τις σχέσεις τους. «Κατά τη διάρκεια όλης αυτής της περιόδου επικοινωνούσαμε συχνά μέσω τηλεφώνου, τόσο με τους γονείς μου όσο και με τα αδέλφια μου. Αυτό είναι αλήθεια ότι μας κράτησε πολύ δεμένους. Σε κάθε τηλεφώνημα ο πατέρας μου μου έδινε δύναμη και έλεγε ότι μπορεί τα πράγματα να είναι έτσι τώρα αλλά δεν θα είναι για πάντα. Στην πραγματικότητα ήμουν καλά. Ζούσα με τον παππού και τη γιαγιά και γι’ αυτό δεν ένιωσα ποτέ ότι χάνω επαφή με την οικογένειά μου» εξηγεί. Τόσο ο Γιάννης όσο και ο Θανάσης, τα δύο από τα τέσσερα αδέλφια του, έχουν παραδεχτεί σε συνεντεύξεις τους τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε η οικογένεια στην Ελλάδα καθώς και την ανάγκη να εργαστούν από νεαρή ηλικία. «Αντίστοιχες δυσκολίες είχαμε κι εμείς στο Λάγος της Νιγηρίας γιατί ο παππούς και η γιαγιά ήταν συνταξιούχοι δάσκαλοι. Οπότε χρειάστηκε να παλέψουμε για την επιβίωσή μας σε αρκετές περιπτώσεις. Δεν ήταν εύκολο, είχα όμως την υποστήριξη κάποιων θείων μου για να τελειώσω το σχολείο» παραδέχεται. Παρά τις
δυσκολίες, ο Φράνσις Αντετοκούνμπο κατάφερε να συνεχίσει τις σπουδές του και να αποκτήσει πτυχίο στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. «Εκτός από τη μουσική, την οποία λάτρευα από μικρή ηλικία, αγαπούσα και το κομμάτι της Διοίκησης Επιχειρήσεων, καθώς πιστεύω ότι είναι ένας κλάδος που συναντά κανείς παντού στη ζωή του. Παρακολούθησα λοιπόν ένα πρόγραμμα τριών ετών στο Λάγος. Έπρεπε να σπουδάσω για να αποκομίσω γνώσεις ενώ στο μυαλό μου είχα πάντα ότι αυτή η σχολή μπορεί να με βοηθήσει στο μέλλον να διαχειριστώ και τις δικές μου δουλειές» τονίζει κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας.

Σπάνιο στιγμιότυπο των αδελφών Αντετοκούνμπο: Ο Άλεξ, ο Κώστας, ο Γιάννης, ο
Θανάσης και ο Φράνσις.

«Το όνομά μου σημαίνει υπεροχή»

Μπορεί κάποιος να σκεφτεί ότι ξέφυγε τελείως από την οικογενειακή ρότα, ωστόσο η πραγματικότητα είναι διαφορετική. «Τόσο ο αθλητισμός όσο και η μουσική ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με την οικογένειά μου. Η μητέρα μου τραγουδούσε από τα μαθητικά της χρόνια και ο πατέρας μου ήταν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής στη Νιγηρία. Έτσι μεγάλωσα κι εγώ τραγουδώντας και παίζοντας ποδόσφαιρο. Θυμάμαι τον παππού μου που με άκουσε τυχαία μια μέρα να τραγουδάω και μου είπε: ”Μου αρέσει η φωνή σου, πιστεύω ότι μπορείς να τραγουδήσεις”. Τότε σκέφτηκα ότι αφού το βλέπουν και οι άλλοι πρέπει να το προσπαθήσω. Στα μαθητικά μου χρόνια είχα μερικούς φίλους που κι αυτοί ασχολούνταν με τη μουσική. Πηγαίναμε, λοιπόν, κάποιες φορές στους δρόμους και τραγουδούσαμε α καπέλα. Περίπου το 2009 άρχισα να γράφω μουσική και να ετοιμάζω κάποια ντέμο» διευκρινίζει. Τα χρόνια που ασχολείται με τη ραπ, έχει έρθει κοντά με αρκετούς Έλληνες ράπερ.

«Ξέρω τον Moose, τον Νέγρο του Μοριά αλλά και τον Light» αποκαλύπτει. Πρόσφατα μάλιστα κυκλοφόρησε το νέο του τραγούδι με τίτλο That ting.«Το προηγούμενο τραγούδι μου ήταν το Paid, σε συνεργασία με τον Νέγρο και τον Moose. Το Thatting ουσιαστικά είναι η συνέχεια του προηγούμενου τραγουδιού». Η πορεία του στη μουσική ανέδειξε και το δεύτερο όνομά του που είναι Ofili. «Το όνομά μου σημαίνει ”ειρήνη και υπεροχή”. Στην ουσία είναι το όνομα του παππού μου, του πατέρα της μητέρας μου που δεν γνώρισα ποτέ, αλλά η ίδια συνήθιζε να μου μιλάει συχνά για εκείνον. Ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος. Όλοι τον αγαπούσαν για την ηρεμία του και την πίστη ότι τα πάντα λύνονται ειρηνικά. Γι’ αυτούς τους λόγους λοιπόν λατρεύω το μεσαίο μου όνομα» λέει. Ξεχωριστή στιγμή στην καριέρα του αποτελεί η περσινή συνεργασία με τον Ντάρκο Πέριτς, τον αγαπημένο Helsinki του La Casa De Papel, ο οποίος συμμετείχε στο πρώτο του βιντεοκλίπ για το τραγούδι Shekosi. «Προφανώς κι εγώ έχω δει τη σειρά, άλλωστε είναι από τις πιο γνωστές του Netflix. Τον Ντάρκο τον συνάντησα καθώς είναι φίλος των αδελφών μου. Του μίλησα για την ιδέα που είχα σχετικά με το βιντεοκλίπ και αμέσως μου απάντησε θετικά. ”Δεν έχω ξανακάνει κάτι ανάλογο, αλλά θα το ήθελα πολύ” μου είπε. Ήθελα πολύ να είναι μέρος αυτής της δουλειάς καθώς κάνει και ο ίδιος μουσική. Ήταν μεγάλη μου χαρά που συνεργαστήκαμε γιατί με ενέπνευσε, μεταξύ άλλων και στον τρόπο που έπαιξα στο βιντεοκλίπ, καθώς ήταν το πρώτο μου. Με ενθάρρυνε και μου έδινε δύναμη λέγοντάς μου ”Αγαπώ το τραγούδι σου, γι’αυτό είμαι εδώ”. Είναι ένας πολύ απλός άνθρωπος και ήταν πραγματικά η καλύτερη επιλογή που θα μπορούσα να κάνω» λέει για τη γνωριμία τους.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ