Πάντα τα σπίτια των σταρ του σινεμά αποτελούσαν μια κατηγορία από μόνα τους. Ιδιαίτερα τις περασμένες δεκαετίες, όταν το Instagram και το Facebook δεν είχαν μπει ακόμη στη ζωή μας και ήταν πολύ δύσκολο, έως και ακατόρθωτο, να έχεις μια εικόνα από τους προσωπικούς χώρους των αγαπημένων σου ηθοποιών. Σπάνια οι εγχώριοι σταρ του δικού μας «Χόλιγουντ» δέχονταν να φωτογραφηθούν για τα λαϊκά περιοδικά της εποχής και να εκθέσουν ιδιωτικές στιγμές από την προσωπική τους ζωή. Σίγουρα όμως υπήρχαν και οι εξαιρέσεις, αφού το κοινό διψούσε διακαώς να μπει στα άδυτα των πρωταγωνιστών του ελληνικού σινεμά και να δει πώς και πού ζούσαν.

Πολλές φορές κι εγώ σαν παιδί είχα αυτή την περιέργεια και να που η ζωή παίζοντας το δικό της παιχνίδι με έφερε πολύ κοντά τους. Και μπαίνοντας πια στα σπίτια τους για να μου αφηγηθούν τις τόσο ενδιαφέρουσες ιστορίες από τις ζωές τους, βρέθηκα στους χώρους τους, περιηγήθηκα στις αγαπημένες τους γωνιές και μοιράστηκα μαζί τους αναμνήσεις και συναισθήματα από ιδιωτικές στιγμές –πάρτι, γιορτές, χαρές, λύπες– που έκρυβαν τα σπίτια όπου ζούσαν, αλυσοδεμένα με τη δική τους ιστορία ζωής. Να λοιπόν κάποιες μικρές ιστορίες και φωτογραφικά στιγμιότυπα από τα προσωπικά άλμπουμ των ηθοποιών της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου.

Μάρθα Καραγιάννη

Αν δεν γινόμουν ηθοποιός, θα γινόμουν ζωγράφος» μου είχε πει. Πράγματι, το «κορίτσι-μιούζικαλ» του ελληνικού κινηματογράφου τις ελεύθερες ώρες του ζωγράφιζε. Κλεινόταν στο δωμάτιό της, έστηνε το καβαλέτο της, έπαιρνε τα πινέλα στο χέρι και δημιουργούσε τα δικά της έργα, που πολλά από αυτά εκτέθηκαν και σε γκαλερί. Βέβαια ποτέ δεν σκέφτηκε να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη ζωγραφική, ωστόσο ήταν το αγαπημένο της χόμπι. Η Μάρθα ζούσε πάντα με τους γονείς της κι όταν έφυγε ο πατέρας της από τη ζωή έζησε πλέον με τη μητέρα της. Απομονωνόταν λοιπόν πάντα στο δωμάτιό της και ζωγράφιζε. Δεν της άρεσαν οι δουλειές
του σπιτιού, ούτε και το μαγείρεμα. Δεν έμαθε ποτέ να μαγειρεύει.

Η Μάρθα Καραγιάννη τη δεκαετία του ’60 ζωγραφίζοντας στο πατρικό της σπίτι στην Αθήνα.

Η κυρά Δόμνα, η μητέρα της, ήταν το στήριγμά της, η μεγάλη της αγάπη. Ωστόσο χρόνια αργότερα μου είχε πει: «Έπρεπε να είχα φύγει από τους γονείς
μου όταν έπρεπε. Να φτιάξω κι εγώ τη δική μου οικογένεια, το δικό μου σπιτικό. Όταν μεγάλωσαν πια κι ήμουν μαζί τους ακόμα, δεν μπορούσα να τους αφήσω. Τους νοιαζόμουν τόσο πολύ. Μην κάνεις κι εσύ το ίδιο λάθος. Φύγε όσο είναι καιρός. Να αγαπάς τη μάνα σου και να την προσέ χεις, κι ας μη μένεις μαζί της. Γιατί στο τέλος θα την παντρευτείς».

Ζωζώ Σαπουντζάκη

Η Ζωζώ Σαπουντζάκη στο πρώτο της σπίτι στην Κυψέλη. Της άρεσαν τα έπιπλα Louis Quinze με τις ταπετσαρίες και τις βαριές βελούδινες κουρτίνες.

Ήταν από τις σοουγούμαν της εποχής που ζούσαν το σταριλίκι τους ακόμη και μέσα στο σπίτι τους στην περιοχή της Κυψέλης. Μεγάλο διαμέρισμα, υπηρετικό προσωπικό, έντονες ταπετσαρίες στους τοίχους, βαριά έπιπλα και αντίκες, ακριβά σερβίτσια και ασημικά, εντυπωσιακές κουρτίνες και βέβαια όταν φωτογραφιζόταν στο σπίτι της από κάποιο περιοδικό ή εφημερίδα, πάντα θα πόζαρε ντυμένη από τους πιο ακριβούς οίκους της εποχής. Ζωζώ ήταν αυτή! Τότε και τώρα!

Γεωργία Βασιλειάδου

Η Γεωργία Βασιλειάδου το 1959 στο σπίτι της στο Νέο Ηράκλειο ενώ περνά χαλαρές στιγμές με την εγγονή της Τζίνα.

Η μεγάλη αδυναμία της ήταν η ήρεμη οικογενειακή ζωή. Έβρισκε τη θαλπωρή που πάντα αναζητούσε δίπλα στα αγαπημένα της πρόσωπα, που για εκείνη ήταν ολόκληρος ο κόσμος της. Ο σύζυγός της Κώστας, η κόρη της Φωτεινή, ο γαμπρός της, καθώς και οι δύο λατρεμένες εγγονές της. Στο Νέο Ηράκλειο ήταν η μονοκατοικία που της είχε αγοράσει ο Φίνος την εποχή των χρυσών της κινηματογραφικών συμβολαίων, ήταν το σπίτι που αγάπησε πολύ και που ήταν το δικό της ησυχαστήριο. Σε εκείνο το κτήμα καλλιεργούσε οπωροκηπευτικά, είχε πολλά κατοικίδια (γάτες, σκυλιά, κότες, περιστέρια, καναρίνια) και έναν κήπο πνιγμένο στα γιασεμιά, στις τριανταφυλλιές, στους κρίνους και στις πασχαλιές. Εκείνο το σπίτι ήταν το άβατό της.

Ιδιαίτερα ο κήπος της, ήταν ο μικρός της Παράδεισος. Περνούσε πολλές ώρες σκυμμένη πάνω από τα φυτά της, να σκαλίζει, να ποτίζει, να κλαδεύει και να περιποιείται τα φρεσκοφυτεμένα πολύχρωμα λουλούδια της και τις καταπράσινες μπορντούρες με τα παρτέρια. Η Βασιλειάδου ήταν από τους ηθοποιούς εκείνης της εποχής που ήθελε να επενδύει σε γη και «πέτρες», όπως έλεγε. Πάντα στην τσάντα της κουβαλούσε ένα πετραδάκι, σαν γούρι, σαν σύμβολο της τόσο έντονης επιθυμίας που
είχε από νέα κοπέλα να αποκτήσει το δικό της σπίτι και να έχει αξιοπρεπή γεράματα. Και τα κατάφερε, έτσι όπως ακριβώς τα είχε σχεδιάσει και τα είχε ονειρευτεί.

Διονύσης Παπαγιαννόπουλος

Ήταν φοβερά εργασιομανής, ταγμένος ψυχή τε και σώματι σε αυτό που είχε από μικρός αποφασίσει να υπηρετήσει. Ήταν όμως εκ πεποιθήσεως εργένης. Ποτέ δεν παντρεύτηκε και ποτέ δεν συγκατοίκησε με κάποια γυναίκα, ενώ έζησε πολλούς και θυελλώδεις έρωτες. Ήταν μοναχικός, αλλά απίστευτα καλός και φιλάνθρωπος. Όλοι ήξεραν για τις αγαθοεργίες του, για τις οποίες ποτέ δεν μιλούσε. Υπήρχαν φτωχές οικογένειες που ο Νιόνιος για χρόνια τις συντηρούσε. Τα αγαπημένα του χόμπι ήταν η ζωγραφική, το διάβασμα, το χαρτάκι, το τάβλι, αλλά το μεγάλο του πάθος ήταν το ποδόσφαιρο.

Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος στο σπίτι του στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας συνήθιζε να παρακολουθεί ποδοσφαιρικούς αγώνες από το ραδιόφωνο.

Όταν μετέδιδε κάποιον αγώνα το ραδιόφωνο, το αυτί του ήταν πάντα κολλημένο εκεί. Αγαπούσε πολύ τον Παναθηναϊκό και έβαζε μάλιστα και στοιχήματα με τους φίλους του. Η αγάπη αυτή ξεκινούσε από τα εφηβικά του χρόνια, όταν ήταν και ο ίδιος ποδοσφαιριστής σε μια ομάδα του σχολείου του στο Διακοφτό. Μία από τις μεγάλες αγάπες του αλησμόνητου ηθοποιού ήταν, επίσης, το διάβασμα. Διέθετε μια πλούσια βιβλιοθήκη, ενώ ήταν φανατικός αναγνώστης ιστορικών, θεατρικών, λογοτεχνικών και βιβλίων ψυχολογίας. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε αδυναμία στους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Το όνειρό του ήταν να παίξει στην Επίδαυρο, σε ρόλο αρχαίου δράματος. Κάτι που, δυστυχώς, δεν πραγματοποίησε ποτέ. OK!

Τζένη Καρέζη – Κώστας Καζάκος

Συχνά έλεγε, όχι μόνο στους φίλους της, αλλά και στις συνεντεύξεις της, πως γεννήθηκε τη μέρα που γνώρισε τον Κώστα Καζάκο. Μέχρι τότε απλά περιπλανιόταν στη ζωή. «Πιστεύω πως μέχρι τότε ζούσα σε μια απόλυτη μοναξιά» είχε πει. «Έβγαινα, διασκέδαζα, σπαταλιόμουν σε άσκοπες συζητήσεις και φιλοφρονήσεις, όμως όταν γύριζα σπίτι μου η μοναξιά μου ήταν αφόρητη. Ο Κώστας ήταν ο άνθρωπος που με επηρέασε παντοιοτρόπως. Με τον Κώστα
βρήκα τον αληθινό εαυτό μου. Καθισμένοι στο τζάκι του σπιτιού μας συζητάμε, κάνουμε σχέδια, προγράμματα». Η καθημερινότητα της Τζένης ήταν συγκεκριμένη. Μόλις ξυπνούσε, άναβε το τζάκι, έπινε τον καφέ της, κάπνιζε το
τσιγάρο της –κάπνιζε πολύ– και καθόταν στο γραφείο της.

Η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος στα πρώτα χρόνια της κοινής τους ζωής, στο σπίτι τους στα Ιλίσια.

Όλα αυτά μέσα στο υπνοδωμάτιό της. Εκεί ήταν ο μικρός της κόσμος. Μετά έκανε τα απαραίτητα τηλέφωνα, διάβαζε θεατρικά έργα κι έγραφε – πότε σκέψεις της, πότε αναμνήσεις από το θέατρο ή τα ταξίδια που είχε κάνει με τον Κώστα και τον γιο τους. Της άρεσε να σεργιανίζει στα παλιατζίδικα και να βρίσκει παλιά αντικείμενα. Όλα έκρυβαν τη δική τους ιστορία κι αυτό της άρεσε πολύ. Έτσι διακόσμησε και τα δύο της σπίτια, στην Αθήνα και στην Τσαγκαράδα. Της άρεσαν πολύ οι παλιές κασέλες, τα παλιά κεντήματα, τα αμπαζούρ, τα αγαλματίδια, τέλος πάντων, οτιδήποτε είχε να κάνει με την παλιά μας λαϊκή παράδοση.

Κείμενο – φωτογραφίες: Μάκης Δελαπόρτας

Διαβάστε περισσότερα στο περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφόρησε με τα «Νέα Σαββατοκύριακο».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ