«Η ταινία «Ξεριζωμένη γενηά» παιζόταν στο Θέατρο Κοτοπούλη και έκανε 7.500 εισιτήρια την ημέρα σε ένα μόνο σινεμά. Είχε απέξω από το Κοτοπούλη ένα πόστερ 25 μέτρα. Ήταν τα περισσότερα εισιτήρια που είχανε γίνει ποτέ. Πριν από αυτή την ταινία τα περισσότερα εισιτήρια τα είχε κάνει ο Τζέιμς Μποντ. Βέβαια δεν ξέρω αν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι μια ταινία που κάνει τα περισσότερα εισιτήρια είναι η καλτερη. Ωστόσο ήταν μια ταινία που είχε σπάσει κόκαλα. Ήταν η ανάγκη των ανθρώπων να μπουν στο σινεμά και να δούνε τα πάθια τους, τις ταλαιπωρίες τους, να ξεδώσουν» ήταν τα λόγια του από την τηλεοπτική εκπομπή «Καλλιτεχνικό καφενείο» η οποία προβαλλόταν το 1985 από την ΕΡΤ2.

«1969. Τραγουδάμε στη Θεσσαλονίκη μαζί με τη Θάλεια σε ένα καινούριο μαγαζί που άνοιξε ο Γιαννίκος, το Καν Καν. Τα φιλαράκια μας ήρθαν από την Αθήνα να μας δούνε. Λαοθάλασσα στην κυριολεξία» έγραφε για τη φωτογραφία –ανάμεσα στη Μαρινέλλα και τον Γιάννη Πουλόπουλο– που είχε κοινοποιήσει στον λογαριασμό του στο Facebook

«Εκείνη η εποχή ήταν μυστήρια, ήταν δύσκολη. Άμα είχε φιλιά, κινδύνευες να βγάλουν την ταινία ακατάλληλη από 15 ετών και άνω. Προσέχαμε να μην έχει φιλιά η ταινία» είχε πει ο Νίκος Ξανθόπουλος το 2005 στην εκπομπή της Σεμίνας Διγενή «Κοίτα τι έκανες».

Σαν τον Ρομπέν των Δασών

Ο Νίκος Μαστοράκης παραχώρησε στην πρωινή εκπομπή του ANT1 ένα συγκινητικό απόσπασμα από μια παλιότερη τηλεοπτική συνέντευξη που είχε εξασφαλίσει από τον Νίκο Ξανθόπουλο και δεν είχε προβληθεί ποτέ. «Πιστεύω ότι εκείνες οι εποχές είχαν έναν συναισθηματισμό που δεν υπάρχει τώρα. Δεν ξέρω αν είναι καλός ή κακός, αλλά η υπερβολή του ήταν κακή. Υπήρχε όμως ανθρωπιά στις ταινίες. Υπήρχε φιλότιμο στους ανθρώπους. Η πρώτη ταινία που δούλεψα ήταν Της τύχης τα γραμμένα (1957), στην οποία ντουμπλάριζα τον Κακκαβά. Σταμάτησα να δουλεύω από το 1970» είχε πει ανάμεσα σε άλλα, τονίζοντας ουσιαστικά το γεγονός ότι κάποιες φορές ένιωθε ότι ήταν όμηρος της εικόνας του «παιδιού του λαού» αλλά και του είδους των ταινιών που υπηρετούσε για χρόνια. «Με 51% γίνεσαι Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Δεν ξέρω αν γίνεσαι κι αλλιώς. Δεν μπορεί όλοι οι άνθρωποι να σε συμπαθούνε. Το “παιδί του λαού” το λένε ορισμένοι ευθέως και εννοούν ότι είσαι ο άνθρωπος που εκφράζει τους πόθους του, τις προσδοκίες του, ο δικός του άνθρωπος. Για αυτό και οι γυναίκες με έβλεπαν σαν τον αδελφό τους, τον υπερασπιστή τους, σαν τον Ρομπέν των Δασών, τον Σεβάχ τον Θαλασσινό, τον Ζορό. Εάν είχα ανακατευτεί με την πολιτική, θα μάτωνα. Θα προσέφερα παραπάνω από ό,τι θα έπαιρνα».

Με την επί χρόνια κινηματογραφική παρτενέρ του Μάρθα Βούρτση.

Από το περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφορεί με Τα Νέα Σαββατοκύριακο.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ