Η απίστευτη ιστορία του Nammos ξεκινάει πριν από μισό αιώνα περίπου, στα μέσα των ’60s. Τότε που η Ψαρού γραφόταν ακόμη με δύο «ρ» και η Μύκονος, το νησάκι που είχε ανακαλύψει μια μικρή εστέτ παρέα του αθηναϊκού old money –Ελένη Βλάχου, Ζάχος Χατζηφωτίου, Μελίνα Μερκούρη, Λόλα Τσουκάτου κ.ά.–, πρόβαλλε πια ως προορισμός των απανταχού κοσμοπολιτών και bohemian-chic ταξιδιωτών.

Τότε βέβαια την Ψαρού την ήξεραν μόνο ντόπιοι κι αυτό επειδή εκεί είχαν το περιβόλι και το ταβερνάκι τους δυο συντοπίτες τους, ο Κυριάκος και η σύζυγός του Ελένη Αγγελετάκη. Μάλιστα, όπως υποστήριζαν άνθρωποι που γνώριζαν καλά το νησί, ο Κυριάκος ήταν μάλλον από τους «αδικημένους» της οικογένειας Αγγελετάκη: Τα αδέλφια του είχαν προικιστεί με χωράφια-φιλέτα στα Άνω Μερά, ενώ σε εκείνον είχε κληρωθεί το χέρσο, άνυδρο χωράφι πάνω στην παραλία. Σε αυτή την παραλία κατάφερε να φτιάξει και μια μικρή ταβέρνα με βασικό μενού ψάρι της ημέρας κυρίως, που υπήρχε σε αφθονία, θαλασσινά και ό,τι σκάρωνε η κουζίνα με τα φρέσκα ζαρζαβατικά από το περιβόλι. Έως το 1975 οι εισπράξεις της ταβέρνας ήταν μικρές – λογικό, αφού το νησί ήταν ακόμα σχετικά παρθένο, τα καταλύματα λιγοστά, οι δρόμοι ανύπαρκτοι. Για τους τουρίστες που έφταναν τότε στη Μύκονο η επίσκεψη στην Ψαρού, ήταν ακόμα ένα μακρύ, περιπετειώδες ταξίδι.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 ένα από τα αδέλφια του Κυριάκου, ο Ανδρέας Αγγελετάκης, πείθεται να αγοράσει το υπόλοιπο μισό του παραλιακού οικοπέδου και έτσι η ταβέρνα επεκτείνεται. Τα πράγματα για τα αδέλφια Αγγελετάκη θα πάνε καλύτερα μετά το 1985, οπότε η επιχείρηση περνάει στα χέραι του –μέχρι πριν από λίγα χρόνια ιδιοκτήτη του ακινήτου του Nammos– Κώστα Αγγελετάκη, γιου του Κυριάκου. Νέος και δραστήριος Μυκονιάτης, ο Κώστας βάζει στόχο να κερδίσει την καρδιά –και το πορτοφόλι– της νέας ελίτ αστικής τάξης, που πλήττει αφόρητα στην Κηφισιά, τη Νίκαια ή το Σεν Τροπέ και πετάγεται στη Μύκονο για weekend. Το μυστικό της ύπαρξης μιας μικρής, απάνεμης παραλίας με ένα «εκπληκτικό ταβερνάκι» γίνεται tip «για ψαγμένους» στα μυκονιάτικα αφιερώματα του Down Town ή του Nitro. Πολύ σύντομα οι επώνυμοι τηλεστάρ της εποχής αποβιβάζονται μαζικά στην παραλία, εγκαινιάζοντας τη νουβοτέ της «ρεζερβέ ξαπλώστρας». Και η ταμειακή μηχανή της ψαροταβέρνας κάνει υπερωρίες – σύμφωνα με μαρτυρίες, το ’98 ο καθημερινός τζίρος του μαγαζιού λέγεται πως έφτανε ακόμα και τα 3,5 εκατομμύρια δραχμές.

Το 2002 η ταβέρνα θα αλλάξει χέρια. Για την αγορά της θα ενδιαφερθούν δύο Μυκονιάτες κι ένας Αιγύπτιος σεφ: Ο Ζαννής Φραντζέσκος, που εκείνη την εποχή εργαζόταν ως μπάρμαν στο γνωστό Caprice, προτείνει στον Κωνσταντή Κουσαθανά και στον Σάμι Ιμπραήμ, πρώην ιδιοκτήτη του ιταλικού εστιατορίου La Casa, να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να αγοράσουν το εστιατόριο του Αγγελετάκη. Αντ’ αυτού εκείνος τους το μισθώνει. Οι δύο πλευρές συμφωνούν, υπογράφουν και οι νέοι ιδιοκτήτες πιάνουν αμέσως δουλειά. Την επόμενη σεζόν γεννιέται το Nammos (είχε και απόστροφο τότε) που διαφημίζεται και στο Αθηνόραμα της εποχής: «Η παραδοσιακή ταβέρνα του Αγγελετάκη άλλαξε χέρια και μπήκε με φόρα στη νέα της εποχή. Ξύλινες ξαπλώστρες, υποδειγματικό beach service, μαξιλάρες για άραγμα και super cocktails στο café, μουσική και, φυσικά, καλό φαγητό».

Διαβάστε περισσότερα στο περιοδικό ΟΚ! (7/8-13/8).

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ