Πρώτη Ιουνίου 1926 γεννιέται ένα κορίτσι που έμελλε να γράψει ιστορία. Η «αιώνια» ξανθιά με τα σαρκώδη χείλη και τη χαρακτηριστική ελιά στα αριστερά του πάνω χείλους ήταν μια από τις πιο ποθητές γυναίκες του πλανήτη. Η Μέριλιν Μονρό κατάφερε στη σύντομη ζωή της –βρέθηκε νεκρή στα 36 της χρόνια στη βίλα της στο Λος Άντζελες– να γίνει σημείο αναφοράς. Κάποιοι τη θυμούνται ως το κορίτσι που ο αέρας τής σήκωνε αισθησιακά το λευκό φόρεμα στο πεζοδρόμιο. Άλλοι ως το κορίτσι που τραγούδησε το «Happy Birthday» στον Τζον Κένεντι στα 45α γενέθλιά του, στις 29 Μαΐου 1962, την εποχή μάλιστα που οι φήμες οργίαζαν ότι έχουν παράνομη σχέση, αφού εκείνος ήταν παντρεμένος με την Τζάκι.

Έφυγε από τη ζωή στις 4 Αυγούστου 1962.

Τα δύσκολα παιδικά χρόνια

Δεν ήταν όμως μόνο αυτό το λαμπερό κορίτσι που κατάφερε να σαγηνεύει τους άντρες και τον φακό απενοχοποιώντας τη γυναικεία σεξουαλικότητα. Το κορίτσι που από μικρή ονειρευόταν να γίνει σταρ και τα κατάφερε ήταν το νόθο παιδί της Γκλάντις Περλ Μπέικερ. Ο πατέρας της ήταν άφαντος, ενώ η μητέρα της νοσηλεύτηκε αρκετές φορές σε ψυχιατρικά ιδρύματα. Η ίδια φιλοξενήθηκε σε διάφορες οικογένειες. Εννέα ετών μπήκε σε ορφανοτροφείο – στα 11 της έμενε σε μια φίλη της μητέρας της. Το πραγματικό της όνομα ήταν Νόρμα Τζιν Μόρτενσεν, αλλά βαφτίστηκε Νόρμα Τζιν Μπέικερ. Έκτοτε άλλαξε πολλά ονόματα. Έκανε μόντελινγκ ως Τζιν Νόρμαν και Μόνα Μονρό, η αρχική ιδέα της για το κινηματογραφικό της όνομα ήταν Τζιν Αντέρ, έκλεινε ξενοδοχεία ως Ζέλντα Ζονκ και σε μια ψυχιατρική κλινική ως Φάγιε Μίλερ. Άλλαξε και με τον νόμο το όνομά της σε Μέριλιν Μονρό όταν ήδη είχε γίνει σταρ. «Όταν ήμουν μικρή, κανείς δεν μου έλεγε ότι είμαι όμορφη. Πρέπει πάντα να λέμε στα κοριτσάκια ότι είναι όμορφα, ακόμη κι αν δεν είναι» είχε δηλώσει.

Οι σημαντικοί σταθμοί της καριέρας της

Ξεκίνησε ως μοντέλο. Την ανακάλυψε ένας φωτογράφος στο εργοστάσιο όπου δούλευε. Άρχισε να κάνει φωτογραφίσεις με μαγιό, έβαψε τα μαλλιά της ξανθά και κατάφερε να κερδίσει το ενδιαφέρον των κινηματογραφικών εταιρειών. Τα πρώτα συμβόλαια ήταν για μικρούς ρόλους σε διάφορες ταινίες, ενώ οι πρώτες επιτυχίες της ως ηθοποιού ήρθαν το 1950 με τις ταινίες Η ζούγκλα της ασφάλτου και Όλα για την Εύα. «Το Χόλιγουντ είναι ένα μέρος όπου σε πληρώνουν χίλια δολάρια για ένα φιλί και πενήντα σεντς για την ψυχή σου. Το ξέρω επειδή την πρώτη πρόταση την απέρριπτα πολύ συχνά και συνέχισα να αρνούμαι τα πενήντα σεντς» είχε πει. Η πιο σημαντική χρονιά για εκείνη ήταν σίγουρα το 1953, οπότε γύρισε τις τρεις από τις πιο γνωστές τις ταινίες: Πώς να παντρευτείτε έναν εκατομμυριούχο, Οι άντρες προτιμούν τις ξανθές και Νιαγάρα. Το 1955 πρωταγωνίστησε στην ταινία Επτά χρόνια φαγούρα, το 1956 στο Στάση λεωφορείου και το 1959 στο «Μερικοί το προτιμούν καυτό». Παρά το υψηλό IQ της, που έφτανε το 168, ήταν γνωστή για το γεγονός ότι ξεχνούσε τις ατάκες της. Στη διάρκεια των γυρισμάτων του Μερικοί το προτιμούν καυτό χρειάστηκε να πει 47 φορές την ατάκα «Είμαι εγώ, η Σούγκαρ», προκειμένου να την πετύχει, καθώς χρησιμοποιούσε παραλλαγές, μέχρι που ο σκηνοθέτης Μπίλι Γουάιλντερ αναγκάστηκε να γράψει την ατάκα σε έναν πίνακα.

Η σχέση με τους Κένεντι

Το διαφανές φόρεμα που φορούσε όταν τραγούδησε το «Happy Birthday Mr President» στο Madison Square Garden της Νέας Υόρκης ήταν στολισμένο με 2.500 στρας και ήταν τόσο στενό σαν να το είχαν ράψει πάνω της. Το φόρεμα πουλήθηκε αργότερα έναντι του ποσού των 1.267.500 δολαρίων, που σύμφωνα με το βιβλίο των Ρεκόρ Guinness ήταν το μεγαλύτερο που δόθηκε ποτέ για ρούχο. Ο Κένεντι την ευχαρίστησε λέγοντας: «Μπορώ να αποσυρθώ από την πολιτική τώρα που μου τραγούδησαν το “Χρόνια πολλά” με έναν τόσο γλυκό και αθώο τρόπο». Για τον Τύπο της εποχής συνδέθηκε, εκτός από τη ζωή τους, και ο θάνατός τους. Για τη φερόμενη αυτοκτονία της Μέριλιν κατηγορήθηκε από πολλούς η οικογένεια Κένεντι, αφού φέρεται να είχε σχέση και με τον αδελφό του, Ρόμπερτ. «Με πετούσαν ο ένας στον άλλον σαν ένα κομμάτι κρέας» φέρεται να είχε εξομολογηθεί η ίδια στο περιβάλλον της. Αρκετούς μήνες μετά τον δικό της θάνατο δολοφονήθηκε και ο τότε πρόεδρος της Αμερικής, κάτι που από τους θαυμαστές της Αμερικανίδας ντίβας θεωρήθηκε θεία δίκη.

Οι τρεις γάμοι

Στα 16 της είχε εγκαταλείψει το σχολείο για να παντρευτεί έναν νεαρό εργάτη, τον Τζέιμς Ντόχερτι. Σε ηλικία 20 ετών ήταν ήδη παντρεμένη και διαζευγμένη. Το σερί των αποτυχημένων σχέσεων συνεχίστηκε. Το 1954 παντρεύτηκε το αστέρι του μπέιζμπολ Τζο ΝτιΜάτζιο, με τον οποίο χώρισε εννέα μήνες μετά. Ο επόμενος γάμος της με τον διανοούμενο συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ κράτησε από το 1956 έως το 1961. Ήταν η απόδειξη ότι «οι άντρες προτιμούν της ξανθές». Όμως, παρότι είχε αμέτρητους εραστές, εκμεταλλευόμενη την εξωτερική της εμφάνιση, δεν κατάφερε να βρει την ικανοποίηση. Η ίδια είχε αποκαλύψει στον ψυχίατρό της Ραλφ Γκρένσον ότι δεν είχε οργασμό – φέρεται να είπε: «Γιατρέ, όλα αυτάτα χρόνια δεν είχα ποτέ οργασμό. Τι χαμένα χρόνια!». Λίγο πριν πεθάνει, θεωρείται ότι σκόπευε να ξαναπαντρευτεί τον Τζο ΝτιΜάτζιο. Μετά τη διάλυση του γάμου τους, εκείνος είχε κάνει θεραπεία, είχε σταματήσει να πίνει και, εκτός από το μπέιζμπολ, είχε αρχίσει να έχει και άλλα ενδιαφέροντα. Τα τελευταία χρόνια διάβαζαν μαζί ποίηση και για 20 χρόνια μετά τον θάνατό της εκείνος έστελνε τριαντάφυλλα στον τάφο της τρεις φορές την εβδομάδα, κρατώντας μια υπόσχεση που της είχε δώσει. Λέγεται μάλιστα ότι οι τελευταίες λέξεις του ήταν: «Επιτέλους θα συναντήσω τη Μέριλιν».

Το μωρό που δεν απέκτησε

Μια ακόμη αποτυχία για τη ζωή της ήταν ότι δεν κατάφερε να εκπληρώσει την επιθυμία της να γίνει μητέρα. Υπέφερε από ενδομητρίωση σοβαρής μορφής, και αυτό την οδήγησε σε φαρμακευτικές αγωγές για χρόνια, ενώ είχε υποβληθεί και σε αρκετές χειρουργικές επεμβάσεις. Είχε τουλάχιστον δύο αποβολές και μια εξωμήτρια κύηση, την οποία αναγκάστηκε να διακόψει. «Τι αξία έχει να είσαι η Μέριλιν Μονρό; Γιατί δεν μπορώ απλώς να είμαι μια κανονική γυναίκα; Μια γυναίκα που μπορεί να κάνει οικογένεια… Θα συμβιβαζόμουν με ένα μόνο μωρό. Το δικό μου μωρό» είχε πει.

Λίγο πριν από το τέλος

«Οι ψευδαισθήσεις μου δεν είχαν τίποτα να κάνουν με το να είμαι μια καλή ηθοποιός, αφού ήξερα πόσο τρίτης ποιότητας ήμουν. Μάλιστα μπορούσα να νιώσω την έλλειψη του ταλέντου μου, λες και ήταν φτηνά ρούχα που φορούσα από μέσα. Όμως, Θεέ μου, πόσο ήθελα να μάθω, να αλλάξω, να βελτιωθώ» είχε πει. Το 1962 η εταιρεία της, η 20th Century Fox, την επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο Something’s Got to Give, αλλά λόγω της συνεχιζόμενης ασυνέπειάς της –συνήθιζε να αργεί στα γυρίσματα ή να μην εμφανίζεται καθόλου και να ξεχνάει ατάκες– αποφάσισε να διακόψει τη συνεργασία και να μην της δώσει άλλη ευκαιρία. Η καριέρα της κατέρρεε και η Μέριλιν απομονώθηκε στο σπίτι της στο Λος Άντζελες – όπου και πέθανε τον Αύγουστο του 1962. «Πιστεύω πως όλα συμβαίνουν για κάποιον λόγο. Οι άνθρωποι αλλάζουν, έτσι ώστε να μπορείς να μαθαίνεις να τους αφήνεις, τα πράγματα πάνε άσχημα, έτσι ώστε να τα εκτιμάς όταν πάνε καλά, πιστεύεις τα ψέματα, έτσι ώστε με τον καιρό να μάθεις να μην εμπιστεύεσαι κανέναν παρά μόνο τον εαυτό σου, ενώ ορισμένες φορές τα καλά πράγματα γκρεμίζονται, έτσι ώστε να δημιουργούνται τα καλύτερα» είχε δηλώσει σε συνέντευξή της. Το Αμερικάνικο Ινστιτούτο Κινηματογράφου παρ’ όλα αυτά την έχει κατατάξει έκτη στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ όλων των εποχών και για πολλούς φαντάζει σχεδόν απίστευτο το ότι δεν έχει κερδίσει Όσκαρ.

Από το περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφορεί με Τα Νέα Σαββατοκύριακο.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ