Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Γιώργος Πράτανος μιλάει στο okmag για το νέο του βιβλίο με τίτλο «Έχεις τα πινέλα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα. Πρόκειται για ένα «εναλλακτικό» βιβλίο αυτοβελτίωσης, βασισμένο στα λόγια και τις πράξεις του Νίκου Καζαντζάκη.

Ο συγγραφέας που έχει μελετήσει τη ζωή της εμβληματικής φιγούρας του εικοστού αιώνα, εξηγεί πώς μπορεί κανείς να πάρει ως παράδειγμα και να υιοθετήσει την στάση ζωής του Νίκου Καζαντζάκη. Παράλληλα αναφέρεται στη γνωριμία του με τη Νίκη Σταύρου (θετή εγγονή και βαφτισιμιά της Ελένης Καζαντζάκη/Πνευματική Δικαιούχος του Έργου του Νίκου Καζαντζάκη) και την απόφαση να «παντρέψουν» τις γνώσεις τους και την έρευνα γύρω από τον βίο του.

Πώς ξεκίνησε το ταξίδι της συγγραφής του βιβλίου «Έχεις τα πινέλα»;

Μια συζήτηση με τον εκδότη της Διόπτρας, Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο και την υπεύθυνη Επικοινωνίας, Αλεξάνδρα Αυγερινού. Ήταν μία από τις πρώτες εξόδους μου – το πρώτο καλοκαίρι της πανδημίας. Έτσι μάλλον θα τοποθετούμε χρονικά πλέον τα γεγονότα, προ και μετά πανδημίας. Επιχειρηματολογούσα εναντίον των βιβλίων της αυτοβελτίωσης, ο όγκος των οποίων είναι θηριώδης. Υποστήριζα -και υποστηρίζω, πως στη συντριπτική πλειοψηφία τους, τα όσα πραγματεύονται αυτά τα βιβλία είναι μη εφαρμόσιμα στην καθημερινότητα, ιδιαιτέρως στην Ελληνική. Για παράδειγμα, το να μείνει κανείς εκτός δουλειάς για να σκεφτεί προς τα που βαδίζει η ζωή του ακούγεται ως φτηνό αστείο στην Ελλάδα. «Ωραία» μου απαντά ο Κωνσταντίνος, «γιατί δεν γράφεις ένα εσύ;».

«Δεν ξέρω να γράφω τέτοια» του απάντησα και συνέχισα αναρωτώμενος «ποιος είμαι εγώ που θα πει τον κόσμο πώς να ζήσει;». Τότε στην κουβέντα μπήκε ο Καζαντζάκης, ο οποίος κόντρα στους σύγχρονους τσαρλατάνους που αντιγράφουν από το εξωτερικό διάφορες «εύκολες» συμβουλές για να ευτυχήσει κανείς και παροτρύνουν τον κόσμο να κοιτάξουν τον καθρέφτη αναφωνώντας «Αξίζω, Αξίζω, Αξίζω» κάθε πρωί, δίδασκε τη φιλοσοφία του με τον τρόπο ζωής του. «Είναι από τους λίγους ανθρώπους των οποίων τη ζωή γνωρίζω, ο οποίος βίωνε όσα πρέσβευε», είπα με καμάρι. «Ωραία… Και γιατί δεν γράφεις για τα μαθήματα που μπορούμε να πάρουμε από όσα πρέσβευε στη ζωή του ο Καζαντζάκης» με ρώτησε Αλεξάνδρα.

Αυτό ήταν! Ο σπόρος είχε φυτευτεί… Τις επόμενες ημέρες άρχισα να το επεξεργάζομαι στο μυαλό μου, ενώ ταυτόχρονα, θυμόμουν όλες αυτές τις πολύωρες συζητήσεις με τη Νίκη Σταύρου (θετή εγγονή και βαφτισιμιά της Ελένης Καζαντζάκη/Πνευματική Δικαιούχος του Έργου του Νίκου Καζαντζάκη) γύρω από τη ζωή και τις επιλογές του Κρητικού στοχαστή. Όταν της μίλησα για την ιδέα, δεν με απέτρεψε. Άρχισα να της στέλνω κομμάτια και εκείνη ανταποκρινόταν ενθουσιασμένη. Την ίδια ανταπόκριση εισέπραξα και από τον Κωνσταντίνο. Κάπως έτσι γεννήθηκε το «Έχεις Τα Πινέλα».

O συγγραφέας και δημοσιογράφος Γιώργος Πράτανος.

Γιώργο μετά το βιβλίο «Ανεπιθύμητος Νεκρός», που ξαναζωντάνεψε στην ουσία την πορεία της ζωής του Νίκου Καζαντζάκη, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Διόπτρα το «Έχεις τα πινέλα». Πώς συνδυάζεται η γνώση σου και η έρευνα σχετικά με τον βίο του Καζαντζάκη στο νέο σου βιβλίο;

Υπάρχουν πολλοί που υποστηρίζουν πως θα πρέπει να διαχωρίζουμε τον καλλιτέχνη από το έργο του, πράγμα δύσκολο. Στην προσπάθειά μου να ανακαλύψω όσα συνέβησαν τις ημέρες που ο Καζαντζάκης παρέμεινε άθαφτος, έγινα σχεδόν εμμονικός ψάχνοντας τα γεγονότα της ζωής του και τις αποφάσεις που τον οδήγησαν στην κορυφή του Ανήφορού του. Επαναλαμβάνω πως δεν έχω γνωρίσει άνθρωπο που να πρεσβεύει σε τέτοιο βαθμό τις ιδέες και τις πεποιθήσεις του. Πέρα από το ταλέντο του, αυτό είναι που τον κάνει μοναδικό! Υπάρχουν πολύ συγκεκριμένα και τρανταχτά παραδείγματα: Για παράδειγμα, ο Καζαντζάκης ήταν υπουργός στην κυβέρνηση Σοφούλη. Η θητεία του διήρκεσε μόλις 46 ημέρες. Παραιτήθηκε όταν είδε πως η κυβέρνηση δεν τηρεί τις υποσχέσεις της και ο ρόλος του ήταν περισσότερο διακοσμητικός, παρά χρήσιμος για τον τόπο. Αναρωτιέμαι πόσοι το έκαναν αυτό στο παρελθόν ή πόσοι το κάνουν σήμερα.

Στο βιβλίο «Έχεις τα Πινέλα», ό, τι γράφουμε για τη στάση ζωής του συνοδεύεται από το αντίστοιχο γεγονός. Αυτό έχει σημασία άλλωστε, η πράξη. Οι θεωρητικολογίες είναι για τους αργόσχολους στα καφενεία.

Υπογράφεις το «Έχεις τα πινέλα» μαζί με τη Νίκη Σταύρου, Πνευματική Δικαιούχος των έργων του Νίκου Καζαντζάκη. Πώς ήρθατε σε επαφή;

Γνώρισα τη Νίκη Σταύρου κατά τη διάρκεια ενός ρεπορτάζ που αφορούσε τις Εκδόσεις Καζαντζάκη. Έκανα συνέντευξη τον πατέρα της, έναν υπέροχο άνθρωπο, τον οποίο υιοθέτησε η Ελένη Καζαντζάκη και του μετέφερε το βάρος να συνεχίσει το δύσκολο έργο της διάδοσης του έργου του Κρητικού λογοτέχνη. Η Νίκη είναι μια υπέροχη γυναίκα, με παιδεία και αξιοζήλευτες γνώσεις όχι μόνο γύρω από τον Καζαντζάκη, αλλά και από την παγκόσμια λογοτεχνία. Είναι ένας γοητευτικός άνθρωπος, μια πιστή φίλη, έτοιμη να βοηθήσει οποιοδήποτε προστρέχει σε εκείνη για βοήθεια. Έχει μια βαθιά αγάπη, την οποία της μετέδωσε μάλλον η νονά της, Ελένη, για τα αδέσποτα ζώα και έχει προσφέρει παραπάνω από όσα θα της αναλογούσε. Με τιμάει με τη φιλία της και αυτό με κάνει να νιώθω τυχερό.

Πρόκειται στην ουσία για ένα «εναλλακτικό» βιβλίο αυτοβελτίωσης. Τι το διαφορετικό θα διαβάσει κανείς στο βιβλίο σε σχέση με αντίστοιχα εγχειρίδια αυτοβελτίωσης;

Θα διαβάσει μια «συνταγή ζωής» ενός ανθρώπου που άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά του. Θα χαρακτήριζα το «Έχεις τα Πινέλα» ως ένα GPS που μπορεί να βοηθήσει στην καθοδήγηση για τη ζωή που επιλέγει ο καθένας. Δεν είναι ένα βιβλίο που λέει στον αναγνώστη πώς θα ζήσει ή έχει το μυστικό για μια ευτυχισμένη ζωή. Δεν υπάρχουν τέτοια μυστικά, άλλωστε. Μέσα από τις σελίδες ο αναγνώστης μπορεί να αντλήσει έμπνευση, να διδαχτεί από τη ζωή και τα παραδείγματα ενός σπουδαίου ανθρώπου. Η ευτυχία δεν είναι μόνιμη, ούτε η δυστυχία επίσης… Η ζωή είναι μια περιπέτεια, μια Οδύσσεια, που ο καθένας θα πρέπει να ζήσει στο έπακρο. Εκείνοι που προσπάθησαν να ζήσουν εξασφαλίζοντας μια «ασφάλεια» για τον εαυτό τους και την οικογένειά τους απέτυχαν παταγωδώς. Άρα, η ευτυχία και η ασφάλεια είναι όροι που δεν συνάδουν με τη φύση της ζωής.

Οι συγγραφείς Γιώργος Πράτανος και Νίκη Σταύρου συνομίλησαν με την Τζένη Μελιτά και τη Ράνια Θρασκιά στην παρουσίαση του βιβλίου που πραγματοποιήθηκε στο The Upper House.

Πες μου μια ιστορία ή ένα περιστατικό από τη ζωή του Νίκου Καζαντζάκη το οποίο περικλείεται μέσα στο βιβλίο και θεωρείς ότι είναι ένα παράδειγμα που όλοι μπορούμε να ακολουθήσουμε στο πλαίσιο της αυτοβελτίωσης;

Ας μιλήσουμε για σχέσεις… Το συγκεκριμένο κεφάλαιο στο οποίο θα αναφερθώ έχει να κάνει με το διαζύγιο και ξεκινάει με μια φράση του Καζαντζάκη από ένα γράμμα του προς τον λογοτέχνη Παναΐτ Ιστράτι: «Δεν πρέπει να συγχωρούμε τα πάντα σε μια γυναίκα που μας έδωσε μια στιγμή ευτυχίας;».

Η ιστορία πηγαίνει ως εξής: Ο γάμος του Νίκου Καζαντζάκη με τη Γαλάτεια έληξε άδοξα, παρότι ο έρωτας ήταν θυελλώδης. Μάλιστα, αυτός ο έρωτας ήταν η αφορμή για να διαρραγούν οι σχέσεις με τον πατέρα του. Η Γαλάτεια, λοιπόν, μετά το διαζύγιο και αφού διατήρησε το επίθετο του πρώην συζύγου της, δεν έχανε αφορμή να επιτίθεται στον Καζαντζάκη. «Είμαι παρθένα» δήλωνε στον δεύτερό της γάμο, με τον φίλο του Μάρκο Αυγέρη. Κάποια στιγμή έγραψε και ένα λιβελογράφημα, ένα μυθιστόρημα στο οποίο φαινόταν ξεκάθαρα πως το ζευγάρι των πρωταγωνιστών ήταν η ίδια και ο Καζαντζάκης, τον οποίον παρουσίαζε απαξιωτικά. Όλα αυτά τα χρόνια, ο Καζαντζάκης δεν θέλησε ποτέ να απαντήσει. Ούτε μια φορά! Παρότι ήταν παντρεμένοι για 15 χρόνια -τα περισσότερα από τα οποία δεν ζούσαν μαζί, πάντοτε προσπαθούσε να τη βοηθήσει.

Κάποια στιγμή η Γαλάτεια ζήτησε τη βοήθεια του: Λίγο πριν φύγει για δημοσιογραφική αποστολή στην Ισπανία, ο Καζαντζάκης γράφει ένα γράμμα στη σύντροφό του (και μετέπειτα σύζυγό του) Ελένη, η οποία βρίσκεται στη Γαλλία. Στο γράμμα αυτό την πληροφορεί πως η Γαλάτεια του ζήτησε να ταξιδέψει μαζί του, με τη σκέψη να φύγει από τη χώρα. «Δέχτηκα με την πεποίθηση πως, αν φύγει από την Αθήνα, θα σωθεί. Κάνω ό,τι μπορώ. Πάω κάθε μέρα σπίτι της, την ευκολύνω σε όλες τις δυσκολίες, για να το αποφασίσει να φύγει. Έχει τόση αξία, που δεν μπορώ να ανέχουμαι να χάνεται και να πεθαίνει κάθε μέρα». Για άλλη μια φορά η Γαλάτεια αποδείχθηκε ασυνεπής. Στο επόμενό του γράμμα στην Ελένη ο Καζαντζάκης γράφει: «Η Γαλάτεια χάθηκε, δεν παρουσιάζεται πια σπίτι. […] Χωρίς άλλο δεν θα φύγει. Έκαμα ό,τι μπορούσα – με τόση θερμότητα, με τόση αγάπη και με τόση προσωπική μου θυσία, μάταια».

Η άρνηση για σχόλια, χαρακτηρισμούς και κουτσομπολιά για έναν πρώην είναι μία από τις πιο ορθολογικές αποφάσεις που μπορεί να πάρει κανείς στη ζωή του. Όχι μόνο γιατί φανερώνει την ποιότητα του χαρακτήρα του, αλλά γιατί δείχνει και έναν σεβασμό προς τον ίδιο του τον εαυτό. Κανείς δεν επιβάλλει σε κανέναν να είναι μαζί με κάποιον που δεν θέλει. Άρα εκείνος που αποδεικνύεται επιπόλαιος είναι όποιος επέλεξε να είναι μαζί με τον μετέπειτα «φταίχτη». Και οι όποιοι χαρακτηρισμοί του για πρώην συνήθως χαρακτηρίζουν εκείνον. Η τιμή και ο σεβασμός προς τους ανθρώπους που έχουν περάσει από τη ζωή κάποιου αποκαλύπτουν έναν σπάνιο χαρακτήρα. Κάθε προσπάθεια να μικρύνει ο «αντίπαλος» έχει ως άμεση συνέπεια να μικραίνει αυτός που κατηγορεί, καθώς επιδίωξε εξαρχής να είναι μαζί. Ένας ακέραιος χαρακτήρας που αποφασίζει για τη ζωή του ψύχραιμα και με συνέπεια δεν θα κακολογούσε ποτέ φίλους και συντρόφους. Γιατί, αλλιώς, κάθε κοντινός άνθρωπος θα συμπέραινε πως σε ενδεχόμενο καβγά θα είχε την ίδια αντιμετώπιση.

Ποιο από τα λόγια του Καζαντζάκη σε χαρακτηρίζει;

«Αυτό που έχει πρωταρχική σημασία είναι να αφηνόμαστε να μας φάει ένα μεγάλο θεριό. Έτσι μονάχα γλιτώνουμε από τις ψείρες». Πρέπει να παλεύουμε για το μεγάλο και το σημαντικό. Αν αφεθούμε στη στείρα καθημερινότητα, τότε θα μας φάνε τα μικρά, οι μικροσκοπικές ψείρες.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ