Ταλαντούχος, ειλικρινής και αυθόρμητος, ο Ευθύμης Γεωργόπουλος είναι σίγουρα ένας καλλιτέχνης που έχει αγαπηθεί μέσα από τους ρόλους του και έχει κερδίσει την εκτίμηση του θεατρικού κοινού. Φέτος, τον συναντάμε τηλεοπτικά στον ρόλο του Τζώρτζη στη νέα σειρά του Open «Σαν ψέμα» που κάνει πρεμιέρα σήμερα Δευτέρα 8/4.

Ο Ευθύμης Γεωργόπουλος μιλά στο okmag για τον ρόλο του «γυναικά» Τζώρτζη, τη συνερεγασία του με το δίδυμο Κατερίνα Γερονικολού και Νίκου Πολυδερόπουλου, τις τηλεοπτικές και θεατρικές του συνεργασίες, αλλά και τη φιλία με τον Πάνο Νάτση, που έφυγε από τη ζωή σε τροχαίο.

Πώς ήρθε η πρόταση για τη νέα σειρά του Open «Σαν ψέμα»;

Με τον Σταύρο Ποταμάρη συνεργαστήκαμε πριν από πέντε χρόνια και έχουμε μια αμοιβαία εκτίμηση ο ένας στον άλλον. Με πήρε τηλέφωνο και μου είπε “θα σου στείλω ένα επεισόδιο ενός ξένου φορμάτ”, το διάβασα, με ρώτησε πώς μου φάνηκε ένας ρόλος και μου αποκάλυψε πως σκέφτεται εμένα για αυτόν. Του είπε πως “με εσένα και τον Σάββα Χρυσοστόμου δουλεύω εν λευκώ”. Και ξεκινήσαμε τα γυρίσματα και ήρθε η πρεμιέρα με μεγάλη χαρά.

Η συνεργασία με την υπόλοιπη ομάδα πώς είναι;

Το ευτύχημα είναι ότι είμαστε όλοι κατά κάποιον τρόπο κάτι εργασιομανείς τύποι που καθόμαστε μετά στο ξενοδοχείο και συζητάμε γιατί και πώς και υπάρχει ένα όμορφο κλίμα. Δεν τίθεται θέμα ομοιογένειας, αλλά ότι συνεννοούμαστε πολύ εύκολα και αυτό το βρίσκεις σπάνια στη δουλειά σου και όταν ετοιμάζεται μια καθημερινή σειρά με τόσο στενά όρια χρονικά, το να συνεννοείσαι με τους ανθρώπους που έχεις δίπλα σου και συνεργάζεσαι, δεν είναι τύχη, είναι χρυσός.

Στο παρελθόν έχω συνεργαστεί με την Κατερίνα Νικολοπούλου, αλλά με το πρωταγωνιστικό δίδυμο: την Κατερίνα Γερονικολού, τον Νίκο Πολυδερόπουλο και τους Χάρη Σώζο και Αλέξανδρο Μπουρδούμη είναι λες και γνωριζόμασταν. Και αυτό μας γεμίζει πολύ χαρά, γιατί μπορούμε να πούμε δυο πράγματα και να συνεννοηθούμε και μετά να πάμε τη σκηνή.

Αυτό που λες είναι πολύ όμορφο, καθώς έχουμε δει πολλές συνεργασίες να έχουν τα αγκάθια τους, οπότε το να υπάρχει μια αρμονική συνεργασία μέσα σε ένα πλατό είναι το ιδανικό.

Τίποτα δεν είναι εύκολο, αλλά η θέλησή μας το κάνει ευκολότερο από ό,τι είναι. Βρίσκοντας τις λύσεις και μην κοιτώντας πια το πρόβλημα ή τη δυσχέρεια είναι ο τρόπος για να βγεις από τη δυσκολία. Το να γκρινιάζουμε για ένα πρόβλημα δεν ωφελεί. Τέτοιου είδους θέματα έχουν λυθεί από την αρχή με αυτή την ομάδα. Έχουμε ένα πιεστικό πρόγραμμα, έχουμε ένα υπέροχο σενάριο και πολύ κέφι. Uα πάμε με το σενάριο και το κέφι και όχι με γκρίνια.

Η σειρά αυτή πιστεύετε ότι είναι κάτι που χρειάζεται στην ελληνική τηλεόραση, δεδομένης και της δύσκολης επικαιρότητας της τελευταίας περιόδου;

Διανύουμε μια περίοδο τομών και δεν υπάρχουν συχνά στην τηλεόραση κωμωδίες και κομεντί. Είναι αυτό που σχολιάζουμε και πολλές φορές στο θέατρο ότι κάνεις κωμωδία και περιμένει ο κόσμος ουρές και κάνεις ένα δράμα σπουδαίο με απαιτητικό καστ και δεν υπάρχει ανταπόκριση. Ο κόσμος έχει ανάγκη να χαμογελά. Μην ξεχνάμε ότι είμαστε Μεσόγειοι.

Θέλεις να μας πεις και λίγα λόγια για τον ρόλο του Τζώρτζη που υποδύεσαι;

Ο ρόλος του Τζώρτζη έχει πολλές ομοιότητες με εμένα. Kαμιά φορά λέω πως είναι ο δεύτερος ρόλος μετά τον Μιχαήλο στο διήγημα «Ποιος ήταν ο φονεύς του αδελφού μου», ο οποίος μου άρεσε πολύ. Mε τον Τζώρτζη μοιραζόμαστε το ίδιο αξιακό σύστημα. Έχει διαλέξει ως οικογένειά του τους φίλους του και για εμένα αυτό είναι πολύ συγκινητικό, γιατί είναι μια συμφωνία η οποία επισφραγίζεται μόνο από τους ανθρώπους που την κάνουν. Η οικογένειά του, είναι οι φίλοι του: η Μελίνα και ο Πέτρος που αποτελούν μεγάλα κεφάλαια στη ζωή του. Είναι αρκετά γυναικάς, του αρέσει να διασκεδάζει και να βγαίνει έξω. Έχει αδυναμίες ως άνθρωπος και θα πέσει σε παραπτώματα, αλλά ο χαρακτήρας του είναι που θα κάνει τη διαφορά.

Στη σειρά «Σαν ψέμα» ποιο είναι το δυνατό σημείο που βλέπουμε να την κάνει να αγαπηθεί από το τηλεοπτικό κοινό;

Νομίζω το θέμα της σειράς. Εμένα αυτό με έχει ενθουσιάσει. Είμαστε σε μια καθημερινότητα που ακούμε μια σειρά από δυσάρεστες ειδήσεις, που μας υπενθυμίζουν πώς ζούμε σε μια παθογενή κοινωνία. Ο πυρήνας της κοινωνίας είναι η οικογένεια και το θέμα της σειράς έχει να κάνει με την οικογένεια. Είναι το πόσο ανοιχτά μιλάμε για δύσκολα θέματα, πόσο κερδίζουμε χρόνο με την αλήθεια, αν και κοστίζει και πόσο αναβάλλουμε με βάση το ψέμα. Αυτό γίνεται μέσα από ένα πρίσμα που δεν κοροϊδεύει κανέναν, αλλά σου λέει είμαστε όλοι άνθρωποι και έχουμε ανάγκες. Όταν το δεις θα πεις «ναι και εγώ το έχω κάνει αυτό για το παιδί μου», «και εγώ έχω πει ψέματα σε φίλο μου», αλλά ήταν η κατάσταση έτσι και τον συγχώρεσα και ήρθα κοντά. Αυτό που θα δούμε στη σειρά είναι ανθρώπινο και ευχάριστο.

Και έχει το οξύμορο ότι μιλάμε για ένα ψέμα που γίνεται με ευγενή κίνητρα.

Μα, ο δρόμος προς την Κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις. Και όπως λένε και οι Κινέζοι που τους θεωρώ σοφό λαό «καμιά καλή πράξη δεν μένει ατιμώρητη».

Θεατρικά πού σε βρίσκουμε αυτή την περίοδο;

Είχαμε κάνει πρεμιέρα στη Βαρκελώνη τον «Μονόλογο του Νίντζα». Αυτό ήταν μια τρελή ιδέα που ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια σε ένα φεστιβάλ, πήγε πολύ καλά και με την Ειρήνη Στεργιανού κάναμε πρεμιέρα στη Βαρκελώνη με σκηνοθέτη τον Θοδωρή Βουρνά. Τώρα είμαστε σε συζητήσεις για να ανέβει αυτή παράσταση και στην Ελλάδα.

Στην τηλεόραση έχεις συμμετάσχει σε πολλές σειράς. Τι θυμάσαι από αυτές;

Έχω παίξει στην «Οργή», στη «Γυναίκα χωρίς όνομα» και έχω κάνει και δυο συνεργασίες με τον Μανούσο Μανουσάκη στο «ποιος ήταν ο φονεύς του αδελφού μου» που ήταν μια σειρά τεσσάρων επεισοδίων. Ήταν ένα υπέροχο καστ, όπου συνεργάστηκα με την Τατιάνα Παπαμόσχου, τον Σόλωνα Τσούνη, που έκανε τον ίδιο τον Βιζυηνό. Από όλη αυτή την εμπειρία μάλιστα, κατάλαβα ότι αυτά τα διηγήματα τα βλέπουμε λίγο μακριά από εμάς, αλλά είναι πολύ επίκαιρα. Και έπειτα από αυτό ήρθε η συνεργασία στο «Κόκκινο Ποτάμι».

Στην καλλιτεχνική σου πορεία υπάρχει κάποιος ρόλος που να έχεις ξεχωρίσει;

Ο ρόλος μου στο Curing Room είναι αυτός που ξεχωρίζω, καθώς και έτσι ξεκίνησα και την τηλεόραση. Είναι μια μαύρη ιστορία που μιλά για τον καιρό που οι Γερμανοί αναδιπλώνονται στη χώρα τους για να σώσουν, ό,τι σώζεται. Πιάνουν αιχμαλώτους ένα ολόκληρο σύνταγμα Ρώσων που εκτελούν και μένουν επτά άτομα που τους κλειδώνουν σε ένα μπουντρούμι για να πεθάνουν. Ο Γιόργκι ήταν ένα άτομο με νοητική στέρηση που τον πρόσεχε ο φίλος του ο Πολέκο, ένας Γεωργιανός. Είχαν μια βαθιά σχέση φιλίας.

Σε αυτή την παράσταση είχα το καλύτερο καμαρίνι που έχω βιώσει ποτέ, καθώς ήμασταν μαζί με τον Τάσο Δέδε, τον Πάνο Νάτση, τον Στέλιο Καλαϊτζή, τον Νίκο Γκέλια, τον Βασίλη Τσιγκριστάρη και τον Στέλιο Ψαρουδάκη,  που είναι όλοι υπέροχα παιδιά. Πρώτη φορά πήγαινα σε παράσταση τρεις ώρες πριν για να πάρουμε όλη αυτή τη θετική ενέργεια.

Και επίσης ο ρόλος που ήρθε πέρσι στο Παλλάς και γνώρισα την Ελισάβετ Κωνσταντινίδου που μου έδωσε πάρα πολλά.

Με τον Πάνο Νάτση ήσασταν φίλοι; Πώς διαχειρίστηκες το δύσκολο κομμάτι του θανάτου του;

Είχα βρεθεί για αντικατάσταση του Κακούρη στην παράσταση του Γιώργου Καπουτζίδης «Όποιος θέλει να χωρίσει να σηκώσει το χέρι του» γιατί είχα και εγώ να βρίσκομαι σε μια ομάδα που συμπάσχουμε ο ένας στον άλλον. Είχα την τύχη να γνωρίσω την Κατιάνα Μπαλανίκα που είναι ένας χρυσός άνθρωπος. Και εκτιμάς πολύ το γεγονός ότι ένας άνθρωπος που έχει περάσει δυσκολίες σου λέει «ηρέμησε και όλοι μαζί εδώ». Δεν είναι ευχάριστα αυτά. Εγώ όμως επιλέγω να κρατάω τα ευχάριστα από τον Πάνο, τη μόνιμα αισιόδοξη ματιά του, το χαμόγελό του, τη ζεστή του αγκαλιά. Και δεν νομίζω ότι δεν λείπει σε κανέναν ο Πάνος, λείπει από όλους μας και αυτό είναι ένα κενό που δεν θα αναπληρωθεί ποτέ.

Επιλέγω να κρατάω τις πάρα πολύ όμορφες στιγμές που έχω ζήσει με τον Πάνο. Δεν μπορεί να είναι μαύρο το κομμάτι του Πάνου, δεν μπορεί να με στενοχωρεί η αναφορά σε αυτόν. Η κατάληξη είναι άσχημη, αλλά η πορεία του ήταν φωτεινή και αυτό κρατώ.

Επίσης, θέλω να πω ένα εγκάρδιο «μπράβο» στον Γιώργο Καπουτζίδη γιατί πέραν τις όποιες καλές ή κακές εμπειρίες που είχαμε μαζί, είναι ένας άνθρωπος που φέρει Πολιτισμό και ο λόγος που τον βλέπεις και λες «θα ήθελα ένα τέτοιο αύριο». Είναι ένας οικουμενικός πολίτης που καταλαβαίνει τη διαφορά του καλού και του κακού. Βάζει την αισθητική μπροστά, βάζει την ανθρωπιά μπροστά και μπορεί να βάζει στη θέση τους τα κακώς κείμενα. Ζηλεύω με την καλή έννοια την ενέργεια που έχει για να υπερασπίζεται τα δικαιώματα των ανθρώπων που δεν έχουν φωνή και χαίρομαι που τον έχω γνωρίσει. Το να συναναστρέφεσαι με ένα τόσο φωτεινό άνθρωπο είναι κέρδος.

Πρόσφατα μάλιστα, συζητούσαμε στο γύρισμα για «Το τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη και αναφερόμασταν στο πως ένα κείμενο μπορεί μετά από χρόνια να παραμένει σύγχρονο. Το ίδιο είχε συμβεί και με την παράσταση 42497 του Γιώργου Καπουτζίδη. Όταν την είχα δει με ρώτησε πώς μου φάνηκε δεν μπορούσα, γιατί έκανα τόση ενδοσκόπηση και κοίταξα τον εαυτό μου που αποξενώνεται και ήταν σαν συνεδρία το έργο αυτό.

Έχεις κάνει φίλους στον καλλιτεχνικό χώρο;

Είμαι αρκετά τυχερός σε αυτό. Και στο θέατρο και στην τηλεόραση έχω έρθει κοντά με ανθρώπους. Στο «Κόκκινο ποτάμι» ο ρόλος μου ήταν συνδεδεμένος με αυτό του Γιάννη Ίτσιου, που γνωριστήκαμε και κάνουμε παρέα, όπως και μαζί με τον Μανώλη Κλωνάρη που συναντηθήκαμε θεατρικά σε άλλες δουλειές και στο Κόκκινο Ποτάμι και πολλοί ακόμη. Είμαι ένας άνθρωπος που κρατά επαφές με ανθρώπους που είμαι συμβατός. Μπορεί σε μια δουλειά να έχεις καλή χημεία, αλλά εκτός να μην ταιριάζεις. Αυτό δεν είναι κατακριτέο. Εγώ νιώθω τυχερός που έχω κρατήσει επαφές με πολλούς ανθρώπους.

Έχεις όνειρα για το μέλλον;

Τα όνειρα έιναι περίεργο πράγμα. Προσπαθώ να τα τσιγκλάω και να τα φέρνω πιο κοντά, οπότε έχω σχέδια. Έχω όνειρο θεατρικό να παίξω τον Ελικόνιο, τον ιδιαίτερο του Καλιγούλα και πρέπει να μεγαλώσω λίγο γι’ αυτό.

Υπάρχουν πράγματα που σε χαλαρώνουν μετά από μια δύσκολη μέρα;

Οι δικοί μου άνθρωποι: η σύντροφός μου, το παιδί μου, οι φίλοι μου, η οικογένειά μου.

Διαβάστε επίσης:

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ