Η Κατερίνα Μαούτσου υποδύεται στο «Μαύρο ρόδο» μια τραγουδίστρια, τη Νατάσα Στεργίου. ‘Έχεις κοινά στοιχεία μαζί της; Έχει κοινά στοιχεία μαζί της; «Υπάρχουν κοινά αλλά και ταυτόχρονα είναι και πολύ μακριά από εμένα. Κι εγώ, όπως εκείνη, είμαι τολμηρή, αρκετά παθιασμένη και έντονη στις αντιδράσεις μου όταν αισθάνομαι θυμό αλλά και χαρά. Είναι συναισθηματικά έντονη η Νατάσα» εξομολογείται στο ΟΚ!

«Οι διαφορές όμως είναι πολύ περισσότερες. Δεν είμαι άνθρωπος που θα κάνει ζήλιες, για παράδειγμα, και δεν έχω τόσο το στοιχείο του φόβου και του ελέγχου στα πράγματα» συνεχίζει η Κατερίνα Μαούτσου.

Σε βοήθησε στον ρόλο σου το ότι παίζεις ακορντεόν και τραγουδάς;

Σίγουρα. Το κομμάτι της λαϊκής μουσικής μού είναι πολύ οικείο. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που αγαπούσε πολύ τη μουσική. Όπως και τα άλλα δύο μικρότερα αδέλφια μου, ο Αλέξανδρος και ο Αντώνης, παίζαμε από μικρά παιδιά μουσικά όργανα, εγώ πιάνο και αργότερα ακορντεόν και εκείνοι κιθάρα και μπουζούκι. Φαντάσου ότι σε όλες τις γιορτές και τα γλέντια στο σπίτι μας εμείς παίζαμε μουσική.

Και πώς σου προέκυψε η αγάπη για το θέατρο;

Μου την κόλλησε ο μπαμπάς μου. Ήθελε να γίνει ηθοποιός, δεν ακολούθησε τελικά αυτό τον δρόμο, αλλά παραμένει όμως λάτρης. Του έχω πάντα αδυναμία. Ήμασταν κολλητοί και με έπαιρνε μαζί του σε παραστάσεις από 5 χρόνων. Είναι ανεξίτηλη η ανάμνηση που παρακολουθήσαμε μαζί τον «Βασιλιά Ληρ» στο Θέατρο Τέχνης με τον Γιώργο Λαζάνη αλλά και τον «Μισάνθρωπο» με τον Λευτέρη Βογιατζή. Τώρα οι γονείς μου μένουν στην Κερατέα, δεν πηγαίνουμε τόσο πολύ μαζί θέατρο, αλλά συνήθως ο πατέρας μου με ρωτάει «τι να πάω να δω;» και πάντα του προτείνω.

Χάρηκαν που ακολούθησες αυτό τον δρόμο;

Ναι, αλλά έδωσα και τη μάχη μου, γιατί ναι μεν λάτρευαν το θέατρο, αλλά ήθελαν να υπάρχει στη ζωή μας μια σιγουριά για το πώς θα βιοποριστούμε. Η μαμά μου ήταν δικηγόρος και ήθελε να ακολουθήσω αυτό τον κλάδο. Τελικά μπήκα στην Ελληνική Φιλολογία και δεν το μετάνιωσα καθόλου γιατί οι σπουδές μου με βοήθησαν πολύ και μετέπειτα στη δουλειά μου, στον τρόπο δηλαδή που διαχειρίζομαι ένα κείμενο. Τέλειωσα τη Δραματική του Εθνικού Θεάτρου και μετά πήρα το πτυχίο μου στη Φιλολογία. Κάποια περίοδο τα έκανα και τα δύο παράλληλα. Το Εθνικό είναι μια πολύ απαιτητική σχολή. Ήμουν εκεί από το πρωί μέχρι το βράδυ. Είχε υποχρεωτική παρουσία και πολλά θεωρητικά μαθήματα. Είναι φλέγον ζήτημα αυτό τη δεδομένη χρονική στιγμή, αλλά ήταν κανονικές και πολύ απαιτητικές σπουδές, υψηλού επιπέδου.

Φέτος εμφανίζεσαι στους «Βρυκόλακες» στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, όπου η κατάσταση την προηγούμενη εβδομάδα ήταν έκρυθμη. Είχαν διακοπεί οι παραστάσεις, παρέμεναν υπό κατάληψη οι σκηνές και πρώτη φορά στα χρονικά παραιτήθηκε σύσσωμο το διδακτικό προσωπικό της σχολής.

Είναι τόσο θλιβερό και εξοργιστικό όλο αυτό που συμβαίνει. Γνωρίζω πολλούς ανθρώπους που για να γίνουν ηθοποιοί έκαναν τρομερές θυσίες και οι ίδιοι και οι οικογένειές τους. Σήμερα λοιπόν μας λένε πως όλος αυτός ο κόπος, τα χρήματα, ο χρόνος και η αφοσίωση μηδενίζονται. Μιλάμε για μια κρατική αυθαιρεσία που δεν έχει προηγούμενο. Το μόνο όμως που μπορούμε να κάνουμε είναι να αγωνιζόμαστε – και με το τίμημα που έχει. Δεν είναι ότι κατεβαίνουμε στους δρόμους για βολτίτσα, θυσιάζουμε τα μεροκάματά μας. Τις τελευταίες ημέρες δεν παίζεται η παράσταση και δεν ξέρω αν και πώς θα αλλάξει αυτό. Είναι πολύ οριακή και θλιβερή όλη αυτή η κατάσταση. Ο πολιτισμός είναι τόσο σημαντικό κομμάτι της ζωής μας και είναι αδιανόητο να αντιμετωπίζεται έτσι, ειδικά σε αυτή τη χώρα. Πρέπει να καταλάβουμε όλοι πως οι σειρές που βλέπουμε, η μουσική που ακούμε, ακόμη και η συνέντευξη που κάνουμε τώρα, δεν θα υπήρχαν αν δεν υπήρχαν καλλιτέχνες.

Από το περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφορεί με Τα Νέα Σαββατοκύριακο.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ