Η Ζωή Λάσκαρη έφυγε από τη ζωή στις 18 Αυγούστου 2017. Λίγες μέρες πριν συμπληρωθούν τέσσερα χρόνια από τον θάνατό της, η 24χρονη εγγονή της μοιράζεται με το περιοδικό ΟΚ! αναμνήσεις από τη ζωή της με τη σπουδαία ηθοποιό. Η Ζένια Μπονάτσου αποκαλύπτει τι είναι αυτό που της λείπει από τη γιαγιά της αλλά και το αν θα πουλήσουν το σπίτι στο Πόρτο Ράφτη όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής της η Ζωή Λάσκαρη.

Σε λίγες μέρες συμπληρώνονται τέσσερα χρόνια από τον θάνατο της γιαγιάς σου, Ζωής Λάσκαρη. Φαντάζομαι ότι θα ήταν δύσκολο για εσένα, μια και μένατε μαζί και είχατε ιδιαίτερη σχέση.

Επειδή έχασα τον πατέρα μου στα 7 μου χρόνια, έχω συνειδητοποιήσει από πολύ μικρή τον κύκλο της ζωής. Βέβαια, ποτέ δεν συνηθίζεις την απώλεια. Απλά επειδή σε μια τόσο τρυφερή ηλικία έχασα τον πατέρα μου κι αυτό έγινε μπροστά μου, με όλη τη σημασία της λέξης, είμαι λίγο πιο σκληραγωγημένη σε αυτό το θέμα και ίσως και πιο κυνική. Όλα κάποτε τελειώνουν και το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να το αποδεχτείς, κρατώντας τις αναμνήσεις και την αγάπη που είχες για τον άνθρωπό σου. Αυτό ασφαλώς δεν σημαίνει ότι δεν θα πενθήσεις ή δεν θα κάνεις καιρό να συνέλθεις. Αλλά αυτό που έγινε είναι κάτι που δεν περνάει από το χέρι σου και ούτε μπορείς να το αλλάξεις, οπό τε δεν βγαίνει τίποτα με το να κάθεσαι στο σπίτι και να κλαις. Και πιστεύω ότι
ούτε η γιαγιά μου, αλλά ούτε ο πατέρας μου θα ήθελαν να με βλέπουν να είμαι σε ένα μαύρο σύννεφο. Και οι δύο θα ήθελαν να με βλέπουν χαρούμενη, δραστήρια, να συνεχίζω τη ζωή μου και να πετυχαίνω τους στόχους μου. Και κάθε φορά που καταφέρνω κάτι στη δουλειά μου σκέφτομαι ότι τους κάνω περήφανους. Σίγουρα επειδή μεγάλωσα μαζί με τη γιαγιά μου με στενοχωρεί πολύ που δεν είναι πια εδώ. Αλλά δυστυχώς όλα κάνουν τον κύκλο τους.

Τι σου λείπει πιο πολύ από τη γιαγιά σου;

Επειδή όλοι στην οικογένεια είμαστε έντονες προσωπικότητες, μου λείπει αυτή η ζωντάνια που υπήρχε στο σπίτι. Μου λείπουν ακόμα και οι τσακωμοί που μπορεί να είχα με τη γιαγιά μου. Γιατί όταν αγαπάς έναν άνθρωπο σου λείπουν όλα.

Για ποιο λόγο τσακωνόσασταν συνήθως;

Για χαζομάρες. (Γελάει.) Θυμάμαι τότε που ήταν της μόδας οι νεκρο κεφαλές στα ρούχα και τα αξεσου άρ ότι μου είχε κάνει σκηνή όταν μια φορά με είδε να φοράω ένα τέτοιο Τ-shirt. «Είσαι καλά που έβαλες τις νεκροκεφαλές και τους θανάτους πάνω σου;» μου είχε πει. (Γελάει.) Το θυμάμαι τώρα και γελάω. Άλλη μια φορά τής είχα πει ότι θα βγω και θα γυρίσω στη 1.00. Τελικά γύρισα στις 2.30. Και το χειρότερο ήταν ότι με έπαιρνε τηλέφωνο και δεν της το σήκωνα. Ε, όπως ήταν λογικό, όταν γύρισα με περίμενε ξύπνια και μου φώναζε. (Γελάει.)

Και η πιο ωραία ανάμνηση που έχεις από εκείνη από το θέατρο;

Η γιαγιά μου, ακόμα και μετά από τόσα χρόνια καριέρας, είχε άγχος κάθε φορά που ήταν να βγει στη σκηνή. Όχι μόνο στην πρεμιέρα, αλλά σε κάθε παράσταση. Πήγαινα στα καμαρίνια, μέχρι να χτυπήσει το τρίτο κουδούνι, και της έλεγα: «Βρε γιαγιά, είναι ωραίο το άγχος που έχεις, γιατί ο κόσμος σε περιμένει για να σε δει, να σε
θαυμάσει και να σε χειροκροτήσει». Όταν πήγαινα στη θέση μου για να τη δω ως θεατής, ήταν πάντα καταπληκτική γιατί αυτό το άγχος που είχε το μετέτρεπε σε δημιουργία.

Έχεις κληρονομήσει κάτι από τον χαρακτήρα της;

Αυτό που μου λένε όσοι μας γνώριζαν είναι ότι είμαστε και οι δύο απόλυτες στις απόψεις μας και ισχυρογνώμονες. (Γελάει.)

Έχεις κρατήσει κάποιο από τα προσωπικά της αντικείμενα;

Πολλά. Και ρούχα και αξεσουάρ. Καταρχάς, έχω κρατήσει την ταμπακιέρα της με τα τελευταία επτά τσιγάρα που είχε στην τσάντα της και δεν πρόλαβε να τα καπνίσει. Επειδή η γιαγιά μου ήταν λάτρις του τσιγάρου, η ταμπακιέρα της ήταν σαν προέκταση του χεριού της. Έχει ξεφτίσει λίγο στην άκρη γιατί τη χρησιμοποιούσε συχνά, αλλά για εμένα συμβολίζει τις στιγμές που χαλάρωνε, γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερη συναισθηματική αξία. Και επειδή της άρεσε να φοράει δύο ίδια βραχιόλια στο δεξί και στο αριστερό χέρι, έχω κρατήσει και δύο λευκά δερμάτινα περικάρπια, γιατί το λευκό ήταν το αγαπημένο της χρώμα. Αυτά τα δύο αντι κείμενα είναι για εμένα πολύ σημαντικά και κάθε φορά που τα κοιτάζω τη φέρνω κατευθείαν στο μυαλό μου.

Πηγαίνεις στο σπίτι στο Πόρτο Ράφτη όπου μένατε μαζί;

Εννοείται ότι πηγαίνω, αλλά μου είναι δύσκολο. Είναι ένα σπίτι γεμάτο αναμνήσεις. Μην ξεχνάς ότι εκεί μέναμε η γιαγιά μου, ο παππούς μου, η θεία μου, η μητέρα μου κι εγώ. Όταν ξαφνικά εκεί που ήταν ένα σπίτι γεμάτο ζωή, πας και το βλέπεις άδειο, δεν μπορείς να μη στενοχωριέσαι. Ακόμα κι αν πάω με φίλους μου, επειδή γύρω μου υπάρχουν αντικείμενα που όλο και κάτι μου θυμίζουν, δεν αισθάνομαι ότι θα περάσω καλά.

Τελικά το σπίτι αυτό θα το κρατήσετε ή θα το πουλήσετε;

Προς το παρόν το κρατάμε.

Σε ρωτάω γιατί για αυτό το σπίτι είχαν έρθει σε αντιπαράθεση η μητέρα σου με τη θεία σου.

Όλα αυτά έχουν λυθεί και ανήκουν στο παρελθόν.

Μετά τον θάνατό της, σου ήταν εύκολο, ειδικά στην αρχή, να τη βλέπεις στην τηλεόραση ή αμέσως γύριζες κανάλι;

Γενικότερα δεν παρακολουθώ πολλή τηλεόραση. Αλλά επειδή έγιναν όλα πολύ γρήγορα και στο σπίτι επικρατούσε ένας πανικός, ήμουν αυτή που προσπαθούσε να διατηρήσει την ψυχραιμία της για να βοηθήσει και τους υπόλοιπους να σταθούν στα πόδια τους. Το ίδιο είχε συμβεί και με τον πατέρα μου. Έβλεπα όλους γύρω μου να είναι σε κατάσταση σοκ και προσπαθούσα να τους ηρεμήσω. Όταν είσαι παιδί, δεν έχεις την αίσθηση του φόβου και νομίζω ότι όλοι το καταλαβαίνουμε μεγαλώνοντας. Δεν σου λέω ότι ήμουν ο βράχος που στήριξε την οικογένεια, αλλά με θυμάμαι να λέω στη μητέρα μου που έκλαιγε: «Μαμά, μη στενοχωριέσαι. Ο μπαμπάς είναι ψηλά και μας προστατεύει. Είναι ο αρχηγός των αγγέλων». Ακόμα και τώρα η μητέρα μου μου λέει ότι δεν πίστευε ότι αντί να με παρηγορήσει εκείνη, ήμουν εγώ αυτή που προσπαθούσε να την ηρεμήσει.

Από το περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφόρησε με τα «Νέα Σαββατοκύριακο» (14-23 Αυγούστου).

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ