Τη γνωρίσαμε ως μια από τις πιο ψύχραιμες φωνές για τις εξελίξεις της πανδημίας. Ως διευθύντρια της πνευμονολογικής κλινικής του νοσοκομείου «Σωτηρία». Η μεγάλη της εμπειρία έπαιξε καθοριστικό ρόλο όταν της ανατέθηκε να αναλάβει αναπληρώτρια υπουργός Υγείας σε μια ιδιαίτερα απαιτητική περίοδο.

Μητέρα δυο παιδιών, μιλά στο ΟΚ! για την πολύτιμη στήριξη του συζύγου και της οικογένειάς της σε κάθε της βήμα, την ποντιακή της καταγωγή για την οποία είναι υπερήφανη, αλλά και το φωτεινό παράδειγμα του πρωτοπόρου πατέρα της, που υπήρξε φάρος για τη δική της καριέρα.

Πριν από τον θεσμικό σας ρόλο στο υπουργείο Yγείας, σας γνωρίζαμε μέσα από την επιστημονική σας ιδιότητα. Πώς ήταν για εσάς οι πρώτες μέρες στο νοσοκομείο όταν ξέσπασε η πανδημία, μια πρωτοφανής κατάσταση που προκαλούσε φόβο και αγωνία;

Νομίζω πως έχετε δίκιο στο ότι πραγματικά η πανδημία ήταν κάτι που προκαλούσε φόβο και αγωνία, όχι μόνο στον κόσμο αλλά και σε εμάς, γιατί φυσικά χρειαζόταν να δούμε και να αντιμετωπίσουμε τους ασθενείς, να τους διαγνώσουμε και δεν ξέραμε καθόλου τι ήταν αυτό που έπρεπε να κάνουμε. Tο νοσοκομείο μου, το «Σωτηρία», ως νοσοκομείο αναφοράς κλήθηκε ουσιαστικά πρώτο μαζί με της Θεσσαλονίκης να αντιμετωπίσει τα περιστατικά και μέχρι σήμερα έχει νοσηλεύσει τα περισσότερα. Προσπαθήσαμε να πάρουμε όλα τα μέτρα, να είμαστε ψύχραιμοι, να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για τους ασθενείς, βασισμένοι σε προηγούμενα πράγματα που ξέραμε, γιατί ο κορονοϊός ήταν κάτι άγνωστο. Υπήρξε πρόβλεψη με έγκαιρα μέτρα και αρχικά δεν υπήρξε πίεση. Υπήρξε, επίσης, πρόβλεψη για τα μέσα ατομικής προστασίας, όμως αγωνιούσαμε για το αν τελικά θα έχουμε τα μέσα αυτά.

Ευτυχώς, η πολιτεία πήρε μέτρα έγκαιρα και δεν μας έλειψε κάτι, έτσι μπορέσαμε να ανταπεξέλθουμε. Επίσης, είδαμε πως τα στεροειδή που χορηγήσαμε στους αρρώστους που εμφάνισαν αυτή τη μεγάλη φλεγμονή έδωσαν καλά δεδομένα, οπότε αυτό μας εμψύχωσε. Όλα όμως ήταν πρωτόγνωρα. Γυρίζαμε στα σπίτια μας και φοβόμασταν μην κολλήσουμε τους δικούς μας. Ακόμα και ο τρόπος που αλλάζαμε τα ρούχα μας έπρεπε να είναι συγκεκριμένος. Ο πρώτος καιρός ήταν πολύ δύσκολος και παρέμεινε έτσι για μήνες.

Στην αρχή υπολογίσαμε ότι θα χρειαστούμε μια κλινική και μια μονάδα, αλλά τελικά μέσα σε 15 μέρες χρειαστήκαμε 14 τμήματα – ουσιαστικά γέμισε όλο το νοσοκομείο. Προσπαθήσαμε σε όλη τη διάρκεια να κρατήσουμε τους ογκολογικούς ασθενείς σε ξεχωριστή μονάδα και να πραγματοποιούνται τα χειρουργεία. Όλη μας η προσπάθεια ήταν να μην υπάρξει διασπορά στο προσωπικό και στους ασθενείς. Θυμάμαι τον πρώτο ασθενή που βάρυνε πάρα πολύ και ήταν νέος άνθρωπος. Τα φάρμακα που είχαμε στη διάθεσή μας δεν μπορούσε να τα πάρει γιατί είχε θέματα υγείας που δεν του το επέτρεπαν. Όλες οι συζητήσεις που είχαμε καθημερινά με συναδέλφους, όχι μόνο Έλληνες, αλλά και από την Ιταλία και τη Γερμανία, ήταν για το πώς μπορούμε να διαχειριστούμε καλύτερα την πανδημία και για το πότε μπορούμε να βάλουμε κάποιο ανοσοδραστικό φάρμακο. Νομίζω ότι το κυριότερο ήταν αυτό.

Κομβικό σημείο ήταν όταν προμηθευτήκαμε προσωπίδες και τότε αισθάνθηκε όλο το προσωπικό πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια και εν συνεχεία όταν ήρθε το εμβόλιο. Είναι ανθρώπινο να νιώθεις φόβο. Από τη μια θέλεις να κάνεις τη δουλειά σου και από την άλλη σκέφτεσαι τι θα συμβεί αν κολλήσεις ο ίδιος. Ήταν πολύ τραυματικό το γεγονός ότι χάσαμε συναδέλφους από όλη την Ελλάδα.

Πόσο άλλαξε η δική σας ζωή την περίοδο της καραντίνας;

Πολύ, όπως άλλωστε συνέβη σε όλους. Είχαμε διαχωρίσει τη ζωή στη δουλειά, όπου βρισκόμασταν με όλους τους άλλους με μέτρα, και τη ζωή στο σπίτι, όπου κρατούσαμε αυστηρά τις αποστάσεις.

Μαγείρευα με μάσκα, δεν κοιμόμουν στο ίδιο δωμάτιο με τον άντρα μου, φορούσα μόνιμα και παντού προστατευτική προσωπίδα με ζελατίνα, αφήναμε ανοιχτά παράθυρα. Ήταν τελείως διαφορετική η ζωή. Τα παπούτσια έμεναν πάντα έξω από το σπίτι και τα ρούχα στην είσοδο. Γενικά όλη η ζωή έγινε άνω-κάτω. Το κυριότερο θέμα ήταν να πάνε καλά οι ασθενείς με Covid και να προστατευτούν οι συνάδελφοι, οι οικογένειες αλλά και όλος ο κόσμος.

Πώς εισπράξατε την πρόταση του πρωθυπουργού να αναλάβετε αυτό τον τόσο καίριο ρόλο στο υπουργείο στη δεύτερη φάση της μάχης με την πανδημία;

Ήρθα στο υπουργείο σε μια εποχή που οι μεγάλες αποφάσεις για το πώς θα λειτουργήσει το θέμα στην πανδημία είχαν ήδη παρθεί. Όταν αναλάβαμε με τον υπουργό (σ.σ. Θάνος Πλεύρης), είχαν καταγραφεί ήδη περίπου 600.000 κρούσματα. Έτσι, υπολογίζαμε ότι θα οργανώναμε το κομμάτι για τη φροντίδα μετά την πανδημία. Τελικά χρειάστηκε να διαχειριστούμε το μεγαλύτερο κύμα της πανδημίας με πάνω από 3,5 εκατομμύρια κρούσματα. Η πρόταση του πρωθυπουργού ήταν πολύ τιμητική, σε μια περίοδο που είναι σαφές πως πρέπει να γίνουν αλλαγές στο σύστημα υγείας στην Ελλάδα. Θέλω να επισημάνω πως είναι τελείως διαφορετικό να δουλεύεις σε ένα νοσοκομείο και τελείως διαφορετικό να αναλάβεις ένα υπουργείο με 127 νοσοκομεία και πάνω από 1.500 συνολικά δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας, περιφερειακά ιατρεία, κέντρα υγείας και ΤΟΜΥ (σ.σ. Τοπικές Ομάδες Υγείας). Οπότε είναι ένα πολύ μεγάλο εγχείρημα.

Από την άλλη πλευρά, γνωρίζω καλά και το δικό μας σύστημα υγείας καθώς έχω εργαστεί στο ελληνικό Δημόσιο για τριάντα χρόνια, αλλά και τα συστήματα των άλλων χωρών της Ε.Ε. Ήμουν στην Ευρωπαϊκή Πνευμονολογική Εταιρεία για δέκα χρόνια ως γενική γραμματέας και ως πρόεδρος κι αυτό ήταν ένα πολύ καλό μάθημα. Βλέπω, λοιπόν, πως υπάρχει μια μεγάλη ευκαιρία τώρα μετά την πανδημία να αλλάξουν πράγματα στον τομέα της υγείας για το καλό όλων.

Αυτούς τους μήνες που είστε στο υπουργείο, σας έχει λείψει το ιατρικό κομμάτι;

Μου λείπει, αλλά αισθάνομαι πάντοτε γιατρός και είμαι πάντα δίπλα στους ασθενείς μου όταν με χρειάζονται. Από την άλλη πλευρά, πραγματικά θεωρώ πως πρέπει να ενώσουμε δυνάμεις για να γίνουν σημαντικές αλλαγές. Σχεδιάσαμε ένα σύστημα υγείας πριν από σαράντα χρόνια και έχει έρθει η ώρα να γίνουν αλλαγές για να έχουμε ένα πιο ορθολογικό σύστημα, που θα είναι καλύτερο και πιο αποτελεσματικό και για τους πολίτες και για το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Προφανώς δεν είναι εύκολο να αλλάξει. Καμία αλλαγή δεν είναι εύκολη, αλλά το να αφήσουμε την κατάσταση έτσι δεν βγάζει πουθενά.

Νιώθετε πως μπορείτε να βοηθήσετε να δρομολογηθούν αυτές οι αλλαγές;

Νιώθω πως μπορώ, αλλά κατά τη γνώμη μου το μεγαλύτερο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι πως δεν υπάρχει σταθερότητα στη δημόσια διοίκηση. Αλλάζουν οι επικεφαλής κι αυτό δεν βοηθά. Επιπλέον, η δημόσια διοίκηση πρέπει να έχει μόνιμο προσωπικό, αλλά αυτά τα άτομα θα πρέπει να είναι τα κατάλληλα στην κατάλληλη θέση. Οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο θα πρέπει να αξιολογούνται και να
εξελίσσονται. Τι νόημα έχει να έχει μπει κάποιος πριν από τριάντα χρόνια και να παραμένει εκεί χωρίς να μπορείς να αξιολογήσεις αν είναι καλός ή όχι; Θεωρώ πως όλοι αντιλαμβανόμαστε πως κάποιες καταστάσεις θα πρέπει να αλλάξουν. Είναι σημαντικό να είμαστε συνεργατικοί, να μη μένουμε προσκολλημένοι σε απόψεις και να κάνουμε διάλογο. Γιατί αυτό που νομίζω πως είναι καλό για μένα θα πρέπει να είναι καλό και για τους άλλους. Πρέπει να εστιάσουμε σε αυτό που είναι καλό για τους πολλούς.

Τον τελευταίο καιρό βλέπουμε μια έξαρση των κρουσμάτων κορονοϊού. Τελικά πόσο απαραίτητη είναι η τέταρτη δόση; Είχε συζητηθεί η απάντησή σας στον Νίκο Ευαγγελάτο πως δεν του συστήνετε να κάνει το εμβόλιο.

Θεωρώ ότι τα εμβόλια είναι από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις στην ανθρωπότητα και έχουν σώσει εκατομμύρια ζωές, όπως και το εμβόλιο του κορονοϊού. Πλέον οι περισσότεροι έχουμε ανοσοποιηθεί τόσο από τα εμβόλια όσο και από τη φυσική λοίμωξη. Σε αυτή τη φάση της πανδημίας η 4η δόση συστήνεται από την Επιτροπή για τους ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας και τους ανοσοκατασταλμένους.

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα, η προστιθέμενη ανοσία που δίνει τώρα η τέταρτη δόση σε έναν νέο και υγιή οργανισμό είναι μικρή, ενώ είναι πολύ μεγάλη στους μεγαλύτερους και τους ανθρώπους που έχουν ανοσοκαταστολή. Η Επιτροπή δίνει ισχυρή σύσταση στους άνω των 60 και δίνει τη δυνατότητα στους νεότερους, εφόσον το θέλουν. Δεν είπα ποτέ κάτι διαφορετικό. Ο κύριος Ευαγγελάτος δεν είναι στην κατηγορία των ανθρώπων που έχει ισχυρή σύσταση. Οπότε, εφόσον η δυνατότητα υπάρχει, αν φοβάται πολύ, μπορεί να το κάνει. Φυσικά, από το φθινόπωρο θα επανεξετάσουμε το ζήτημα των εμβολίων με βάση τα νέα επιδημιολογικά δεδομένα. Από ό,τι δείχνουν τα μέχρι τώρα δεδομένα, θα χρειαστεί να κάνουμε μια προφυλακτική δόση, όπως κάνουμε και για τη γρίπη, καθώς τον χειμώνα είναι μεγαλύτερος ο συγχρωτισμός και συχνότερες οι αναπνευστικές λοιμώξεις.

Αν συνεχίσουν να ανεβαίνουν τα κρούσματα, υπάρχει περίπτωση να βρεθούμε ξανά αντιμέτωποι με νέους περιορισμούς;

Το παρακολουθούμε καθημερινά. Αν παρ’ ελπίδα χρειαστεί, θα πάρουμε μέτρα, αλλά δεν φαίνεται να χρειάζεται κάτι τέτοιο. Πιστεύουμε ότι ήδη το κύμα έχει φτάσει στην κορύφωσή του. Οι ειδικοί αυτό μας λένε στις συσκέψεις που κάνουμε. Βλέπουμε σε όλο τον κόσμο για πρώτη φορά τις καινούριες μεταλλάξεις που είναι πολύ μεταδοτικές. Έχουν, όμως, ήπια συμπτώματα, για αυτό δεν οδηγούν σε μεγάλες νοσηλείες. Το παρακολουθούμε και θεωρούμε ότι τα πράγματα είναι υπό έλεγχο.

Πότε πιστεύετε πως θα υπάρξει στην αγορά νέο εμβόλιο που θα καλύπτει και τις νέες μεταλλάξεις;

Περιμένουμε καινούρια εμβόλια και εμείς και η Ευρωπαϊκή Ένωση από το φθινόπωρο έως τους πρώτους μήνες τον χειμώνα.

Φωτογραφίες: Ιωάννα Ρουφοπούλου

Από το περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφορεί με «Τα Νέα Σαββατοκύριακο»!

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ