Η Κατερίνα Γερονικολού ετοιμάζεται για ένα θεατρικό καλοκαίρι αφού πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Βότκα Μολότοφ» που ανεβαίνει στο Αίθριο Θέατρο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος». Παράλληλα με τις πρόβες της όμως ολοκληρώνει και τα γυρίσματα για την οικογενειακή χριστουγεννιάτικη ταινία «Κουραμπιέδες από χιόνι» την οποία σκηνοθετεί ο Γιάννης Τσιμιτσέλης.

Το okmag συνάντησε την Κατερίνα Γερονικολού στο Τσεπέλεβο, όπου γίνεται τι μεγαλύτερο μέρος των γυρισμάτων, και μας μίλησε για την ταινία αλλά και τη συνεργασία με τον σύντροφό της.

Πρωταγωνιστές στην ταινία είναι τα παιδιά.

Πρωταγωνιστές είναι τα παιδιά! Είναι πολύ πρωτότυπο για τα ελληνικά δεδομένα.

Πώς είναι να συνεργάζεσαι με παιδιά;

Κάθε μέρα, για να μη χάνουν το σχολείο, κάνουν μάθημα με τον δάσκαλο του χωριού -που είναι και πρόεδρος του χωριού. Το έχει κάνει αυτό η παραγωγή για να μη χάνουν μαθήματα και για να μπορούν παράλληλα να κάνουν και τα γυρίσματά τους. Έχουν γίνει φίλοι στο μεταξύ, είναι και στην ίδια ηλικία.

Τα παιδιά έχουν μια άλλη ενέργεια, μια αθωότητα. Από τη μία μπορεί να είναι κουραστικό γιατί υπάρχει μια βαβούρα, μια διαρκής κίνηση. Δεν είναι επαγγελματίες, δεν μπορείς να έχεις την απαίτηση να υπάρχει η πειθαρχία ή η τεχνική γνώση που έχει ένας επαγγελματίας ηθοποιός. Όμως, δίνουν άλλη ζωντάνια.

Ποιες εικόνες έχεις από την παρουσία τους εδώ;

Κάθε πρωί πηγαίναν να πάρουν τα αυγουλάκια από τις κοτούλες. Κάνανε βόλτα για να δουν τα άλογα και τις αγελάδες. Έβλεπαν πως φτιάχνονται οι παραδοσιακές πίτες. Γενικά νιώθω ότι ζούνε διαφορετικά από την Αθήνα. Μου έλεγαν η μαμά του Σπύρου και η μαμά του Στρατή ότι δεν θέλουν να φεύγουν από εδώ γιατί στεναχωριούνται. Γιατί δεν το βλέπουν σαν δουλειά και ούτε έχουν μπει στη διαδικασία του τι θα δείξει η ταινία. Δεν βλέπουν τόσο μακριά. Ζουν το σήμερα και το σήμερά τους είναι ότι θα κάνουν το μάθημά τους, θα παίξουν στην πλατεία, θα ανέβουν στον πλάτανο, θα κάνουν τρεχαλητά και κρυφτό και μετά θα πουν τα λόγια που έχουμε κάνει στις πρόβες.

Από αυτά που μας έχεις πει, μοιάζει σαν να το ζεις κι εσύ κάπως σαν εκδρομή.

Συνολικά είμαστε εδώ ένα μήνα και είμαστε όλοι μαζί στο πρωινό, στο μεσημεριανό, στο βραδινό, στο μπαράκι μετά που θα τα πούμε και θα γελάσουμε λέγοντας ιστορίες. Είναι εντελώς διαφορετική η σύνδεση που θα έχεις εσύ όταν θα πας στη δουλειά σου και θα φύγεις μετά για να πας σπίτι σου από το αν ήσουν όλη μέρα, κάθε μέρα με μια ομάδα ανθρώπων. Αυτά είναι συνδέσεις και σχέσεις που πραγματικά δεν αναπληρώνονται στην Αθήνα.

Ποια είναι οι δυσκολίες που συναντάς;

Οι δυσκολίες είναι ότι στο χωριό, που αυτό είναι και ουσιαστικό, δεν έχει φαρμακείο, δεν έχει super market. Είσαι σχετικά απομονωμένος οπότε θέλει περισσότερη οργάνωση. Ας πούμε, είχαμε πάρα πολύ άγχος στα γυρίσματα με τα χιόνια για να μην πέσει κανείς. Είχε φέρει η παραγωγή τον Ερυθρό Σταυρό σε περίπτωση που κάποιος γλιστρήσει ή στραμπουλήσει το πόδι του. Βέβαια, δεν έγινε τίποτα αλλά πάντα έχεις την έγνοια μη συμβεί κάτι και είσαι σχετικά μακριά από τον «πολιτισμό». Αυτό πιστεύω ότι είναι η δυσκολία και όπως επίσης ότι είμαστε εκτός σπιτιού και δεν έχουμε τους δικούς μας ανθρώπους συνέχεια εδώ.

Πώς είναι η συνεργασία του με τους Δημήτρη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου;

Πρώτη φορά καταπιάνομαι με κείμενα των Ρέππα – Παπαθανασίου. Τους ήξερα βέβαια προσωπικά εξαιτίας του Γιάννη (σ.σ. Τσιμιτσέλη). Είμαι πάρα πολύ χαρούμενη. Νιώθω ότι ξαφνικά κι εγώ σαν ηθοποιός εξελίσσομαι γιατί κάνω κάτι τελείως διαφορετικό. Ένα είδος που είναι λίγο μεικτό: και κωμωδία και συγκίνηση. Έχει και παιδιά, έχει και το στοιχείο των Χριστουγέννων που είναι πάρα πολύ σημαντικό για εμάς γιατί θα παιχτεί τα Χριστούγεννα η ταινία. Πραγματικά, η βαθύτερη έγνοια μας είναι να προσφέρουμε στο κοινό τα Χριστούγεννα ένα πολύ ωραίο δίωρο. Σε οικογένειες, σε ζευγάρια, σε παρέες, σε φίλους. Με ελληνικό στοιχείο, σε έναν ελληνικό τόπο όχι και πολύ προβεβλημένο. Εμένα αυτή η πέτρα, το ξύλο, η ομίχλη το πρωί, τα σοκάκια μου βγάζουν το συναίσθημα και σκέφτομαι πόσο όμορφη είναι η Ελλάδα μας και πόσες «χώρες» υπάρχουν μέσα σε αυτή. Το μάτι μου έχει ανοίξει τόσο πολύ. Από τα Μετέωρα, τη Σαντορίνη, τη Μύκονο, τη Λακωνία από όπου κατάγομαι, το Ιόνιο… Και βλέπεις τώρα και το Τσεπέλοβο και ευρύτερα τα Ζαγοροχώρια και λες «πόσο όμορφη είναι η Ελλάδα».

Οι κάτοικοι του Τσεπέλοβου σας έχουν βοηθήσει;

Ο πρόεδρος του χωριού, που είναι δάσκαλος κατ’ επάγγελμα, είναι ο δάσκαλος των παιδιών. Το καφενείο, τα ταβερνάκια, το παντοπωλείο, οι ξενοδόχοι. Κατ’ αρχάς νιώθουμε ότι χαίρονται που είμαστε εδώ. Έχει άλλη ζωντάνια το χωριό. Κάποια στιγμή φέραμε πολλά παιδάκια από άλλα χωριά για να γίνει μια μεγάλη σκηνή στην κεντρική πλατεία του χωριού. Είχε γεμίσει με 50 παιδάκια και είχαμε φέρει και ποπ κορν κι αλογάκια, κι ένα γαϊτανάκι και το βλέπαμε από μακριά, λέγαμε: «οι πλατείες για αυτό έχουν φτιαχτεί, για να γεμίζουν τα καλοκαίρια που κάνει καλό καιρό με κόσμο». Είχα πολύ καιρό να το δω αυτό σαν εικόνα.

Πώς είναι να συνεργάζεσαι με τον σύντροφό σου;

Έχουμε συνεργαστεί και πριν γίνουμε ζευγάρι, συνεργαστήκαμε επίσης στο «Για πάντα» και στο «Κι όμως είμαι ακόμα εδώ» αφού γίναμε ζευγάρι. Έχει πετύχει αυτό το στοίχημα. Νιώθω πάρα πολύ ωραία να συνεργάζομαι με τον Γιάννη. Τώρα είναι η πρώτη φορά που σκηνοθετεί. Όταν μου το ανακοίνωσε ήμουν κατευθείαν υπέρ αλλά δεν είχα καταλάβει ότι ήταν τόσο έτοιμος για αυτό. Βέβαια, αν το σκεφτείς λογικά, ένας άνθρωπος που από τα 19 του -δηλαδή πάνω από 20 χρόνια- εργάζεται σε αυτό τον χώρο είναι οχυρωμένος και εκπαιδευμένος πια στην κάμερα. Μετά κατάλαβα, όταν σκέφτηκα «Θέε μου, πόσο έτοιμος είναι τελικά;». Γιατί αυτό που βλέπω είναι ωριμότητα, ηρεμία και καμία ένταση. Ένα «ξέρω τι θέλω» πίσω από κάθε τι το οποίο με κάνει να χαμογελάω γιατί ξέρω ότι αφενός είναι δική του ιδέα αυτή η ταινία. Άρα ουσιαστικά, αν το δεις και συναισθηματικά, καλό είναι που την κάνει αυτός γιατί το δικό του όραμα κινηματογραφεί. Εγώ βλέπω ότι επί του πρακτέου είναι πραγματικά πολύ αποτελεσματικός. Επίσης, έχει πάρα πολύ ωραία επαφή με τα παιδιά.

Θα σε ενδιέφερε στο μέλλον και εσένα η σκηνοθεσία;

Δεν με ενδιαφέρει η σκηνοθεσία αλλά στην πραγματικότητα και ο ηθοποιός, επειδή οι ρυθμοί στην Ελλάδα είναι δύσκολοι και χωρίς να υποτιμώ τους σκηνοθέτες, πολλές φορές αναγκάζεται να σκηνοθετήσει τον εαυτό του.

Θέατρο, τηλεόραση, κινηματογράφος. Ποιο από τα τρία είναι περισσότερο το στοιχείο σου;

Αυτό που συνειδητοποιώ ότι αφήνει ένα αποτύπωμα παραπάνω είναι το σινεμά. Το θέατρο με εκφράζει πάρα πολύ αλλά αφήνει μόνο ένα αποτύπωμα στις ψυχές των θεατών που άγγιξε. Είναι όμως άπιαστο και αυτή είναι και η μαγεία του. Και παρατηρώ ότι έχω κάνει και πολύ ωραίες σειρές που τις αγαπάω αλλά δεν μπορώ να τις ξαναδώ. Έφυγαν. ΟΙ ταινίες παίζονται και ξαναπαίζονται και είναι σαν πετρούλες στο μονοπατάκι μου. Αυτή η ταινία ας πούμε τώρα, που εγώ το πιστεύω ότι θα πάει πάρα πολύ καλά, σε 20 χρόνια θα είναι vintge. Θέλω να πω ότι ενώ όλα τα είδη μου αρέσουν και όλα τα είδη θέλω να κάνω, αυτές οι ταινίες είναι πραγματικά πετραδάκια σε μια πορεία.

Φωτογραφίες – Συνέντευξη: Άρτεμις Θύμιου

Διαβάστε επίσης:

Ο Γιάννης Τσιμιτσέλης στο okmag: «Το ψάρεμα και η κόρη μου με έχουν βοηθήσει να κάνω αυτή την ταινία»

Αποκλειστικό! Γιάννης Τσιμιτσέλης: Όλες οι λεπτομέρειες για τη νέα του ταινία

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ