Η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου, ζει μια από τις καλύτερες περιόδους της ζωής της και ο λόγος είναι προσωπικός! Μια νέα σχέση με έναν άνθρωπο εκτός του χώρου όπου κινείται η ίδια και όπως παραδέχεται, τη συγκινεί.

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο κέντρο της Αθήνας, ωστόσο ποζάροντας στους χώρους του κτήματος The Ranch στο Σοφικό Κορινθίας δείχνει να εναρμονίζεται αμέσως με την ύπαιθρο.

Ο χώρος που παντρεύει τη φύση με τις σύγχρονες αθλητικές εγκαταστάσεις βρίσκεται μιάμιση ώρα μακριά από το αστικό τοπίο της πρωτεύουσας και ανήκει στον σύντροφό της Κυριάκο Σκούρα. «Αυτό το ράντσο-κατασκήνωση είναι το μεγαλύτερο στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια. Δεν είναι η κύρια δουλειά του. Είναι ο καλύτερος εκτελωνιστής στην Ελλάδα. Το ράντσο ήταν ένα όνειρό του που υλοποίησε με μεγάλη επιτυχία. Ένα πράγμα που με συγκινεί σε εκείνον είναι ότι πρόκειται για έναν αυτοδημιούργητο άνθρωπο που ξεκίνησε από το μηδέν, αγαπάει παθιασμένα τη δουλειά του και σε ό,τι έχει καταπιαστεί είναι νούμερο ένα» εξηγεί και από τις εκφράσεις που παίρνει το πρόσωπό της αντιλαμβάνεσαι ότι βιώνει μια από τις πιο όμορφες περιόδους της ζωής της.

(Με τον σύντροφό της
Κυριάκο Σκούρα)

Στην ερώτηση αν είναι ερωτευμένη απαντάει καταφατικά και διευκρινίζει:

«Ούτε που είχα στο μυαλό μου τον έρωτα. Περάσαμε κορονοϊούς. Είχαμε τόσα άλλα να σκεφτούμε για την υγεία, τη δουλειά, τα οικονομικά. Ήταν πολλά τα θέματα. Το τελευταίο πράγμα που με απασχολούσε ήταν αυτό. Δεν το σκεφτόμουν καθόλου. Αλλά έτυχε. Ευτυχώς τυχαίνει».

Φαίνεται πως το 2021 της επιφύλασσε τόσο επαγγελματικά όσο και προσωπικά κάποια δώρα.

«Μέχρι τον Απρίλιο είχαμε ένα ωραιότατο lockdown. Ευτυχώς με το που άνοιξαν τα πράγματα έκλεισα μια δουλειά με το ΔΗΠΕΘΕ Σερρών και κάναμε τη Βασίλισσα Αμαλία. Κατευθείαν λοιπόν μπήκα στο θέατρο. Ήταν πολύ μεγάλη η χαρά της επαφής με τη δουλειά μου και τον κόσμο. Θεωρώ ότι από τον Ιούνιο και μετά βιώνω μια τελείως διαφορετική κατάσταση στη ζωή μου. Κάτι που δεν έχει καμία σχέση με πολλά προηγούμενα χρόνια τα οποία ήταν δύσκολα. Νιώθω ευγνώμων γιατί μου έχουν έρθει καλά τα πράγματα. Αισθάνομαι πιο ήρεμη από ποτέ. Είμαι χαρούμενη και πολύ αισιόδοξη».

«Στην τηλεόραση έκανα μοιραίες, ωραίες, πλούσιες»

Η φετινή τηλεοπτική σεζόν τη βρίσκει στο Open και την καθημερινή δραματική σειρά Η τελευταία ώρα να υποδύεται τη Ζωή, μια γυναίκα που έχασε σε τροχαίο την κόρη της.

«Η αλήθεια είναι ότι είχα διάφορες προτάσεις και χάρηκα πολύ για αυτό. Αυτός ο ρόλος όμως μου έκανε ένα “κλικ”. Κι αυτό γιατί είναι κάτι που δεν έχω ξανακάνει στην τηλεόραση. Πάντα στην τηλεόραση έκανα μοιραίες, ωραίες, πλούσιες… Κολοκύθια! Αυτή είναι μια άλλη κατηγορία ρόλου, τελείως διαφορετική. Στο θέατρο έχω κάνει αμιγώς δραματικούς ρόλους, στην τηλεόραση όμως δεν είχα την τύχη ποτέ να το κάνω».

Η σχέση της με το μαγικό κουτί που ονομάζεται τηλεόραση μετράει πολλά χρόνια. Και η πορεία της έδειξε πως αγαπήθηκε πολύ από αυτήν.

«Κι εγώ με τη σειρά μου την έχω αγαπήσει πολύ την τηλεόραση γιατί μου έχει δώσει άπειρες ευκαιρίες, δουλειές και αναγνωρισιμότητα. Έχω μπει στα σπίτια όλου του κόσμου. Το θέατρο μπορεί να είναι κάτι που αγαπάμε πολύ να κάνουμε οι ηθοποιοί αλλά δυστυχώς δεν απευθύνεται σε μεγάλη μερίδα κοινού, ενώ στην τηλεόραση σε βλέπουν μέχρι και στο ακριτικό νησί –εκεί που ίσως δεν μπορείς να πας με το θέατρο» εξηγεί.

Η αποφοίτησή της από τη δραματική σχολή συνέπεσε με την έναρξη της ιδιωτικής τηλεόρασης. Όπως παραδέχεται η ίδια, «όταν ξεκίνησα πέτυχα τις καλύτερες στιγμές. Η δική μου η γενιά όταν μπήκε στη δραματική σχολή δεν γνώριζε για την τηλεόραση. Εμείς πηγαίναμε με όνειρο το θέατρο. Δεν γνωρίζαμε ότι θα υπάρχει η ιδιωτική τηλεόραση, ούτε αυτή η ανάπτυξη που ακολούθησε. Όταν λοιπόν ξεκίνησα, πραγματικά βίωσα τα χρυσά χρόνια της τηλεόρασης».

Το καθημερινό της πρόγραμμα ωστόσο δεν της επιτρέπει να πιάνει συχνά στα χέρια της το τηλεκοντρόλ.

«Θα σου πω κάτι. Δεν βλέπω πολλή τηλεόραση. Ειδικά όταν υπάρχει και το θέατρο, δεν έχω χρόνο. Πολλές φορές θα δω σίριαλ το καλοκαίρι που παίζονται σε επανάληψη. Κι αυτό γιατί με ενδιαφέρει να παρακολουθώ τις δουλειές των συναδέλφων. Μου αρέσει να ξέρω τι υπάρχει. Δεν σνομπάρω καθόλου. Ειδήσεις δεν βλέπω ποτέ. Άμα κάθεσαι και παρακολουθείς ειδήσεις από την τηλεόραση, μετά πηγαίνεις να πάρεις τα αντικαταθλιπτικά με τις χούφτες. Δεν υπάρχει περίπτωση. Βάζουν κάτι μουσικές, δραματοποιούν τόσο πολύ τα γεγονότα, τα οποία μπορεί να είναι από τη φύση τους σοβαρά αλλά στις ειδήσεις είναι σαν ταινία τρόμου. Προτιμώ να ενημερώνομαι από το Διαδίκτυο».

«Αυτό που μένει είναι οι στιγμές…»

Ανοίγοντας την πόρτα του σπιτιού της στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας καταλαβαίνεις σχεδόν αμέσως ότι είναι μια καλή οικοδέσποινα. Με οτιδήποτε αποφασίσει να καταπιαστεί θα το κάνει καλά. Ίσως όχι συχνά, αλλά πάντως σωστά. Κάπως έτσι μπορεί να περιγράψει κανείς και τη σχέση της με τη μαγειρική.

«Δεν μαγειρεύω κάθε μέρα. Αλλά όταν έρχονται οι φίλοι μου και κάνω τραπέζια, μαγειρεύω εγώ. Και μάλιστα πάρα πολύ καλά. Τους αρέσει τόσο που φεύγουν όλοι με ταπεράκια» λέει γελώντας. Ο προσωπικός της χώρος δεν είναι απλά ανοιχτός αλλά «ορθάνοιχτος», όπως τον χαρακτηρίζει.

«Ελάτε, κάφτε το, μπουρλοτιάστε το, κάντε το ό,τι θέλετε. Για να καταλάβεις, το καλοκαίρι όταν φεύγω μπορεί να αφήσω το σπίτι σε έναν φίλο μου για να μείνει. Του δίνω και το αυτοκίνητο. Το σπίτι είναι ντοβάρια. Αυτό που μένει είναι οι στιγμές που ζούμε με τους ανθρώπους, οπότε δεν με ενοχλεί να μπει στο σπίτι μου κάποιος και να κάνει ζημιά. Σκασίλα μου. Αρκεί να περνάμε καλά. Αυτό με αφορά. Το ντουβάρι δεν με νοιάζει καθόλου».

Η Αλεξάνδρα είναι μια δυναμική Κριαρίνα και παράλληλα ευαίσθητη, δοτική και εξαιρετικά περιποιητική. Μπορεί άραγε να αντέξει για πολύ μόνη της;

«Πολύ εύκολα! Ειλικρινά, επειδή αισθάνομαι ότι τα έχω βρει με τον εαυτό μου, δεν έχω κανένα θέμα να μείνω μόνη μου. Δεν τραβολογιέμαι κιόλας δεξιά και αριστερά σε σχέσεις που δεν μου ταιριάζουν. Λέω στον εαυτό μου “κάτσε μόνη σου και άμα είναι να έρθει, θα έρθει”».

«Ο πατέρας μου έπασχε από άνοια, Δεν με αναγνώριζε»

Μαθήτρια του 19 και σημαιοφόρος, κάποιοι θα πίστευαν ότι η είσοδος στο πανεπιστήμιο ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρη. Ανάμεσα σε αυτούς και οι γονείς της.

«Οι γονείς μου περίμεναν, αν μη τι άλλο, ότι θα πετύχω σε μια σχολή. Κάπου. Ένα πανεπιστήμιο. Δεν το έκανα. Η οικογένειά μου ήταν άνθρωποι που αγαπούσαν πολύ την Τέχνη. Θυμάμαι ότι από πολύ μικρή πήγαινα με τον μπαμπά μου στη Λυρική, στο Θέατρο Ολύμπια στην Ακαδημίας. Με τη μαμά, από την άλλη, βλέπαμε όλο τον χειμώνα παραστάσεις του Εθνικού. Το καλοκαίρι πήγαινα και με τους δύο μαζί σε όλες τις παραστάσεις της Επιδαύρου.

Πάντα θεωρούσαν ότι το θέατρο, η μουσική και το μπαλέτο είναι σπουδαία παιδεία. Οπότε ήμουν μυημένη από μικρή. Όταν λοιπόν τους δήλωσα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός, μου είπαν: “Το καταλαβαίνουμε και το σεβόμαστε. Είναι ένα επάγγελμα που ξέρεις ότι δεν έχεις καμία σιγουριά. Αλλά εφόσον το αγαπάς τόσο πολύ, να το κάνεις”. Η οικογένειά μου ήταν πάντα στήριγμά μου σε ό,τι κι αν χρειάστηκα. Δεν υπήρξαν ποτέ στενόμυαλοι. Συζητούσα τα πάντα μαζί τους. Κυρίως, βέβαια, με τη μαμά. Τον μπαμπά τον αφήναμε καμιά φορά έξω από τυχόν προβλήματα της δουλειάς. Ξέρεις, οι μπαμπάδες είναι λίγο πιο ευαίσθητοι. Τουλάχιστον ο δικός μου ήταν».

Το 2020 ήταν μια δύσκολη χρονιά για εκείνη καθώς κλήθηκε να αντιμετωπίσει αναπάντεχες απώλειες.

«Το 2020 μπήκε για εμένα άσχημα. Ξαφνικά στις 25 Ιανουαρίου έχασα τη γάτα μου που τη λάτρευα. Είχε πολλά προβλήματα, ήμασταν συνεχώς σε γιατρούς και νοσοκομεία, παρ’ όλα αυτά ήταν πέντε χρόνων και φαινόταν πλέον μια χαρά. Είχα δεθεί τόσο πολύ μαζί της που είναι σαν να έχασα άνθρωπο. Η δεύτερη σοβαρότατη απώλεια ήταν του μπαμπά μου. Με το που έγινε το lockdown στις 23 Μαρτίου έφυγε και ο μπαμπάς. Ήταν δύσκολα. Ο πατέρας μου τα τελευταία τρία χρόνια έπασχε από άνοια».

Τη ρωτάω αν η επιδεινούμενη κατάσταση της υγείας του την έκανε να προετοιμαστεί για τα χειρότερα, παίρνει μια βαθιά ανάσα και απαντάει: «Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, σιγά σιγά το μυαλό προετοιμάζεται. Θυμάμαι ότι πήγαινα, τον έβλεπα, δεν με αναγνώριζε και έφευγα διαλυμένη από το πατρικό μου. Κάποια στιγμή που η κατάσταση χειροτέρεψε η μαμά μου με προετοίμασε. Θέλω να σου πω ότι δεν έχω δει άνθρωπο να συμπαραστέκεται τον σύντροφό του και να βρίσκεται δίπλα του με τόση αγάπη όπως η μητέρα μου στον πατέρα μου. Ήταν για εμένα ένα πρότυπο σχέσης το οποίο δεν έχω ξαναδεί.

Οι συνθήκες τότε ήταν δύσκολες γιατί ούτε η κηδεία έγινε κανονικά. Ήμασταν τρεις άνθρωποι. Ο αδελφός μου, η μαμά μου και εγώ σε ένα νεκροταφείο όπου ο παπάς τα είπε γρήγορα και από μακριά. Δεν είχαμε τη δυνατότητα να πενθήσουμε κανονικά. Μετά σκεφτόμασταν ότι έπειτα από έναν χρόνο θα του κάνουμε τουλάχιστον ένα κανονικό μνημόσυνο αλλά πέσαμε στο καινούριο lockdown. Ποτέ λοιπόν δεν έγινε αυτό. Πρέπει να πω ότι σε όλη την ιστορία εγώ δεν στήριξα τόσο τη μαμά μου όσο στήριξε εκείνη εμένα. Θυμάμαι ότι μου είπε: “Κοίταξε μη σε πάρει από κάτω γιατί έχεις χρόνια δημιουργικά μπροστά σου. Ο μπαμπάς σου έφυγε καλά, μέσα από την οικογένειά του, στο σπίτι του. Είναι καλά εκεί που είναι. Δες το αλλιώς”».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ