Η Αναστασία Χριστοδούλου, που έγινε γνωστό με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Σούλη Σαμπάχ, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών.

«Τους έζησα από παιδί… Πονάω όταν κάποιοι τόσο χαρισματικοί άνθρωποι φεύγουν έτσι. Τόσο άσχημα, μόνοι τόσο μόνοι… Όπως ή Σούλη… Όπως ό Δημήτρης που υπέφερε….» έγραψε η συνθέτις Μαριαλένα Οικονομίδου αναφερόμενη στη Σούλη Σαμπάχ και τον σύζυγό της Δημήτρη Νικολαΐδη.

Ήταν τόσο αγαπημένοι μας φίλοιΜία κυρία και ένας κύριοςΉ Σούλη Σαμπάχ που μας έφυγε δυστυχώς και ό Δημήτρης…

Posted by Marialena Oikonomidou B on Tuesday, May 2, 2023

Ο Δημήτρης Νικολαΐδης απεβίωσε τον Ιανουάριο του 1993. Υπήρξαν παντρεμένοι από τον Σεπτέμβριο του 1955 και έμειναν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του ηθοποιού.

Το δικό του «αντίο» μέσα από το Facebook είπε και ο ηθοποιός Μάκης Κωστίνης. «Πριν από λίγο έφυγε από τη ζωή η κυρία Σούλη Σαμπάχ σύζυγος του Δημήτρη Νικολαΐδη που βλέπουμε εδώ στη φωτογραφία μαζί με την Ελένη Ερήμου και το μαγικό στήνει στις καλές εποχές σε μία δεξίωση. Καλό παράδεισο να έχεις φίλη μου, θυμάμαι τα γλέντια που κάναμε στο σπίτι σου στην οδό Πανόρμου. Καλο ταξίδι» σημείωσε.

Τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε η Σούλη Σαμπάχ

Σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας Espresso, η Σούλη Σαμπά τον Μάρτιο του 2020 το δικό της δράμα στο αρχοντικό σπίτι της στην Πανόρμου. Τα προβλήματα υγείας για την ηθοποιό ξεκίνησαν τρία χρόνια νωρίτερα όταν το αυτοάνοσο νόσημα της ψωρίασης που την ταλαιπωρούσε από παλιά επέστρεψε.

«Δυστυχώς, η Σούλη ζει πλέον καθηλωμένη στο κρεβάτι, χωρίς να έχει επαφή με το περιβάλλον. Αυτό συμβαίνει εδώ κι έναν χρόνο περίπου» είχε αποκαλύψει στην εφημερίδα άνθρωπος που την επισκεπτόταν κατά διαστήματα.

Σε μία από τις ελάχιστες δημόσιες εμφανίσεις της τον Οκτώβριο του 2012.

Η Σούλη Σαμπάχ δεν είχε συγγενείς για να την φροντίσουν ενώ στο πλευρό της ήταν μόνο η οικονόμος της.

Η τελευταία της συνέντευξη το 2018

Η Σούλη Σαμπάχ είχε πει στην τελευταία της συνέντευξη το 2018: «Η δουλειά του καλλιτέχνη είναι τέτοια, που αργά ή γρήγορα θα νιώσεις μοναξιά, αν δεν έχεις κάποιον δικό σου άνθρωπο στη ζωή. Ο καλλιτέχνης παλεύει με τη ματαιοδοξία του, με τα εγώ του. Και όταν τα φώτα σβήσουν, τότε αντιλαμβάνεται πως όλη η ζωή του κρεμόταν σε ένα τεντωμένο σχοινί χωρίς γυρισμό. Δυστυχώς κι εγώ, όταν βρισκόμουν στις δόξες μου, δεν έπαιρνα τηλέφωνα τους συναδέλφους μου. Άρα γιατί εκείνοι να μου τηλεφωνήσουν;».

Και συνέχισε: «Εγώ δεν πρόκειται να κλειστώ σε τέτοια μέρη (Γηροκομείο) και είμαι απόλυτη σε αυτή την απόφασή μου. Έχω το σπίτι μου, έχω τις βεράντες μου. Θέλω να πεθάνω σπίτι μου. Αποκλείεται. Και εξάλλου εκεί με ποιους θα κάνω παρέα; Δεν ξέρω κανέναν, δεν θα με ξέρει κανένας. Θα είμαι ένας ξένος ανάμεσα σε ξένους. Κάποτε, όταν ζούσαν οι δικοί μου άνθρωποι, σκεφτόμουν τον θάνατό τους και τον δικό μου θάνατο και πώς θα μπορούσα να αντιμετωπίσω αυτή την κατάσταση. Πλέον όμως δεν σκέφτομαι τίποτα απ’ όλα αυτά. Ούτε και φοβάμαι τον θάνατο. Όπως δεν ξέρω πώς ήρθα στη ζωή, έτσι δεν ξέρω πώς θα φύγω και πού θα πάω. Το θεωρώ απόλυτα φυσιολογικό».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ