Ο Σεπτέμβριος είναι ο μήνας για τα νέα ξεκινήματα και την έναρξη της σχολικής χρονιάς. Έτσι την περασμένη Δευτέρα (13/9) χτύπησε το πρώτο κουδούνι για τη φετινή χρονιά (οι παιδικοί σταθμοί είχαν ξεκινήσει λίγο νωρίτερα) και τα παιδιά επέστρεψαν στις μαθητικές αίθουσες μετά από μια μακρά περίοδο απουσίας.

Η περσινή χρονιά ήταν αναμφίβολα μια δύσκολη χρονιά για όλους, λόγω της πανδημίας και του lockdown και από αυτήν δεν πρέπει να εξαιρεθούν και τα παιδιά. Έτσι, η φράση back to school ήταν για πολλούς –μικρούς και μεγάλους- ένα είδος απελευθέρωσης και επιστροφής στην κοινωνική τους ζωή, για άλλους πάλι μπορεί να κρύβει άγχη και ανασφάλειες.

Η ψυχοθεραπεύτρια Σοφία Αντύπα μιλά στο okmag.gr και απαντά στις ερωτήσεις που μπορεί να έχουν οι γονείς και τα παιδιά για τις πρώτες μέρες στο σχολείο, την επιστροφή μετά από μια μακρά περίοδο καραντίνας στις αίθουσες, αλλά και όλα όσα μπορεί να αγχώνουν ένα παιδί όταν πηγαίνει για πρώτη φορά σχολείο (παιδικό σταθμό, προνήπιο ή νήπιο) ή αλλάζει σχολική βαθμίδα (πηγαίνει δηλαδή από το νήπιο στο δημοτικό και από το δημοτικό στο γυμνάσιο).

Η ψυχοθεραπεύτρια Σοφία Αντύπα.

Πρώτη μέρα στο σχολείο για τα νήπια

Η πρώτη επαφή των μικρών παιδιών με το σχολείο (παιδικούς σταθμούς και νηπιαγωγείο) είναι σίγουρα μια καινούργια εμπειρία για το παιδί και τους γονείς του και κάποιες φορές ίσως λίγο στρεσογόνα. Πώς πρέπει, αρχικά, να το διαχειριστούν οι γονείς όλο αυτό, για να μην αγχώσουν και το παιδί;

Το πρώτο βασικό βήμα είναι να έχουν αποφασίσει οι γονείς τι θα κάνει το παιδί: αν θα πάει στον παιδικό σταθμό ή αν θα πάει κατευθείαν στο προνήπιο. Παλαιότερα υπήρχε μόνο το νηπιαγωγείο. Ο παιδικός σταθμός και το προνήπιο έχουν δημιουργηθεί για να βοηθήσουμε την ψυχοκινητική ανάπτυξη. Το παιδί μπορεί μέσω αυτών των πρώτων τάξεων να βοηθηθεί στο κοινωνικό κομμάτι και στην ανάπτυξη του εγκεφάλου του.

Στο κομμάτι του παιδικού σταθμού, γνώμη μου είναι πως όταν οι γονείς είναι σίγουροι για την απόφασή τους (σ.σ. να στείλουν το παιδί σχολείο) εκείνο δεν θα δυσκολευτεί πολύ στην προσαρμογή του. Αν υπάρχει μια αμφιταλάντευση, είτε ότι το παιδί είναι μικρό και δεν θα τα καταφέρει, είτε γιατί ο ίδιος ο γονιός δεν τα είχε καταφέρει κι έχει μια κακή ανάμνηση, τότε θα υπάρξει θέμα. Το ίδιο αίσθημα ανασφάλειας μπορεί να δημιουργηθεί σε ένα παιδί, αν οι δυο γονείς δεν συμφωνούν μεταξύ τους κι ο ένας θεωρεί το παιδί πολύ μικρό για να πάει σχολείο, φοβάται μην κολλήσει αρρώστιες, φοβάται ότι δεν θα καταφέρει να είναι μόνο του ή ανησυχεί για το τι θα φάει κ. α. Όλες αυτές οι φοβίες του γονιού –είτε λέγονται, είτε όχι- μπορούν να επηρεάσουν το παιδί.

Ένα παιδί που καταλαβαίνει ότι ο γονιός είναι σίγουρος και νιώθει ασφάλεια για το επόμενο βήμα, εκεί που θα πάει θα θέλει να προσαρμοστεί. Αν ο γονιός αμφιταλαντεύεται, τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα.

Πέρα από τους γονείς όμως, υπάρχουν και περιπτώσεις που κάτι μπορεί να μην πάει καλά στο σχολείο και στην προσαρμογή. Κάτι μπορεί να μην πάει καλά σε σχέση με το παιδί και το σχολείο ή το παιδί και κάποιο άλλο παιδί ή έναν παιδαγωγό. Ακόμη, μπορεί το παιδί να δει το παιδί κάτι που δεν του αρέσει, έναν σκύλο που γαυγίζει απ’ έξω και μπορεί να το τρομάξει. Μιλάμε για οποιονδήποτε εξωγενή παράγοντα που μπορεί να επηρεάσει το παιδί. Σε αυτήν την περίπτωση αν ο γονιός νιώθει σίγουρος πως το παιδί μπορεί να προσαρμοστεί και δεν το κάνει, τότε πρέπει να ψάξει τι γίνεται στο περιβάλλον του σχολείου.

Σε σπάνιες περιπτώσεις, αν το παιδί έχει ακραίες συμπεριφορές, θα πρέπει να συμβουλευτούμε τον παιδίατρο για να δούμε αν υπάρχει κάποιος άλλος παράγοντας που δυσκολεύει την κατάσταση.

Πώς πρέπει να συμπεριφερθούμε σε ένα παιδί που δυσκολεύεται στην προσαρμογή του; Τι κάνουμε αν κλαίει και δεν θέλει να πάει σχολείο;

Αν το παιδί έχει τρομερή άρνηση να πάει στο σχολείο, μπορούμε να το αφήσουμε μερικούς μήνες και να προσπαθήσουμε ενδεχομένως και σε έναν άλλον παιδικό σταθμό, ή σε έναν παιδικό σταθμό που θα πηγαίνει κάποιο παιδί που θα γνωρίζει. Αυτό βοηθά πολύ ένα παιδί, όταν υπάρχει ένα γνώριμο πρόσωπο.

Είναι καλύτερο για τα παιδιά να επιλέγουμε έναν παιδικό σταθμό με λίγα άτομα ή έναν μεγαλύτερο με περισσότερα παιδιά;

Αυτό εξαρτάται καθαρά από το παιδί. Υπάρχουν παιδιά που νιώθουν καλά σε μια μικρή ομάδα και κάποια σε μια μεγαλύτερη ομάδα, μέσα στην οποία μπορούν να “χαθούν”. Γενικά στους παιδικούς σταθμούς είναι μικρές οι ομάδες. Κατά την άποψή μου είναι καλό να είναι μικρές οι ομάδες, όχι βέβαια υπερβολικά μικρές. Να έχουν δηλαδή περίπου 12 με 14 παιδιά.

Ένα παιδί μπορεί να ξεκινά με τους καλύτερους οιωνούς το σχολείο και μετά από κάποιες εβδομάδες ή και μήνες να μην θέλει να επιστρέψει σε αυτό. Πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση;

Αυτή είναι μια φυσιολογική κατάσταση και αντιμετωπίζεται με διάλογο. Οι γονείς δεν πρέπει να ανησυχούν όταν συμβεί κάτι τέτοιο γιατί είναι απόλυτα φυσιολογικό.

Unsplush: Atikah Akhtar

Είναι σωστό, όταν ένα παιδί ξεκινά το σχολείο να το ρωτούν όλοι γι’ αυτό; Να είναι, δηλαδή, το σημείο αναφοράς σε κάθε συζήτηση;

Σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να παίρνουμε τον εαυτό μας ως γνώμονα. Εμάς θα μας άρεσε να μας ρωτούν συνέχεια για το ίδιο πράγμα ή να πέσουν όλοι πάνω μας; Πολλές φορές μου λένε οι γονείς «ρωτώ κάθε μέρα το παιδί που γυρνά από το σχολείο “πώς ήταν η μέρα σου;” και απαντά “καλά”». Αυτό είναι φυσιολογικό γιατί αν κι εμείς γυρνούσαμε κάθε μέρα στο σπίτι και μας ρωτούσαν το ίδιο πράγμα αυτό θα κάναμε. Δεν είναι ενοχλητικό;

Οι ερωτήσεις  πρέπει να είναι πιο χαλαρές και πιο παιχνιδιάρικες, πιο αστείες. Θα μπορούσαμε να ρωτήσουμε «ποιος έκανε το πιο αστείο πράγμα σήμερα;», «ποιος φορούσε τα πιο ωραία παπούτσια», «τι κολατσιό είχατε;» κ.α. Σε μικρές ηλικίες ένα παιδί μπορεί να μην θυμάται πράγματα, αλλά στις πιο μεγάλες ηλικίες θέλουμε πιο ευφάνταστες ερωτήσεις για να κινητοποιήσουν το παιδί να μας μιλήσει.  Κάποιες φορές ίσως χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε ένα σημείο αναφοράς π.χ. «είδα τη φίλη σου τη Μαρία στην αυλή. Ήταν κι αυτή εκεί;» κι αυτό γιατί τα μικρά παιδιά συχνά δυσκολεύονται να μεταφέρουν πληροφορίες. Και μην ξεχνάμε πως κάποια παιδιά είναι ιδιαίτερα ομιλητικά, ενώ άλλα όχι.

Μετάβαση σε μεγαλύτερη βαθμίδα του σχολείου

Πόσο δύσκολη είναι η μετάβαση από τη μια σχολική βαθμίδα στην άλλη. Από το νήπιο στο δημοτικό και από το δημοτικό στο γυμνάσιο. Τι μπορεί να αγχώσει τα παιδιά και τους γονείς;

Η αλλαγή στη βαθμίδα, ιδιαίτερα από το νηπιαγωγείο στο δημοτικό και από το δημοτικό στο γυμνάσιο, που είναι μεγάλες αλλαγές, εξαρτώνται από το σχολείο που θα πάει ένα παιδί. Αν συνεχίζει στο σχολείο που πήγαινε, που σημαίνει ίδιο σχολείο και συμμαθητές, χωρίς μεγάλες αλλαγές, ή αν το παιδί αλλάζει σχολείο. Στη δεύτερη περίπτωση χρειάζεται μια περίοδος προσαρμογής, που τώρα λόγω Covid-19 δεν έγινε και οι πρώτες τάξεις του σχολείου για τα μικρά παιδιά ήταν ιδιαίτερα δύσκολες. Τα παιδιά έκαναν μια μικρή προσαρμογή, αλλά δεν υπήρχε το ελεύθερο να είναι οι γονείς στο σχολείο μαζί τους παιδιά, οπότε αυτές οι δυο χρονιές ήταν διαφορετικές λόγω συνθηκών. Κάποια παιδιά ίσως να δυσκολεύτηκαν και παραπάνω.

Από την άλλη δημιουργείται μια ανθεκτικότητα στα παιδιά, τη οποία θα βάλω μέσα σε εισαγωγικά, γιατί έχει πάει σε άλλο στάδιο και έχει παραποιηθεί η έννοιά της. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί μια ανθεκτικότητα στα παιδιά για να εγκλιματιστούν καλύτερα και να μπορούν να ανταπεξέλθουν. Το όλο κλίμα που επικρατεί, όμως τα τελευταία δυο χρόνια και λέγεται ότι έχει δημιουργήσει ανθεκτικότητα στα παιδιά, εγώ πιστεύω πως ενίσχυσε την ανθεκτικότητα των παιδιών που την είχαν και όσοι δεν την είχαν, δεν έχουν βοηθηθεί σε ψυχολογικό επίπεδο.

Πώς μπορούμε να ενημερώσουμε τα παιδιά για την αλλαγή στη σχολική βαθμίδα, τις νέες υποχρεώσεις, αλλά και τους κινδύνους (μεγαλύτερο σχολείο, περισσότερα παιδιά κλπ) που μπορεί να εμφανιστούν, χωρίς να τους δημιουργηθεί το αίσθημα της ανασφάλειας;

Ο καλύτερος ίσως τρόπος είναι να λέμε και δικές μας εμπειρίες από τα μαθητικά χρόνια στα παιδιά. Λέμε τη δική μας εμπειρία και το παιδί μπορεί να ταυτιστεί με ένα καλό δικό μας βίωμα. Λέμε επίσης ότι όλα τα παιδιά θα πάνε σχολείο και προετοιμάζουμε και το δικό μας παιδί για την αλλαγή που έρχεται, αλλά στο πλαίσιο του φυσιολογικού και χωρίς άγχος. Πρέπει να είμαστε δίπλα στο παιδί με υπομονή. Οι πρώτες τάξεις είναι και δύσκολες καθώς φέρουν και το άγχος του μαθησιακού, τα οποίο και δεν θα έπρεπε γιατί είναι μια φυσιολογική συνέχεια στη ζωή μας. Όλοι μαθαίνουμε να γράφουμε και να διαβάζουμε. Δεν θα έπρεπε να υπάρχει άγχος σε αυτό το κομμάτι στις πρώτες τάξεις των παιδιών. Η συμβουλή μου είναι να μην αγχώνονται οι γονείς, που έχουν πρωτάκια.

Ακόμη, κάτι πολύ σημαντικό που πρέπει να ξέρουν οι γονείς είναι πως όταν έχουμε αλλαγή βαθμίδας και νέο σχολείο πρέπει να προετοιμάσουμε τα παιδιά μας γι’ αυτό. Να τους μιλήσουμε από πριν για το τι θα συναντήσουν και να μην τα αφήσουμε να πάνε έτσι.

Unsplush

Πώς μπορούμε να καταλάβουμε ότι ένα παιδί έχει σχολική φοβία και πώς την αντιμετωπίζουμε;

Η σχολική φοβία έχει να κάνει με πραγματική παθολογία. Αναφερόμαστε σε ένα παιδί που θα αρνηθεί πεισματικά να πάει σχολείο για πολλούς μήνες, θα έχει έντονες αντιδράσεις, υστερία, κλάμα, οδυρμό. Αυτή η κατάσταση θα είναι καθημερινή και όταν πηγαίνει στο σχολείο, αυτό δεν θα αλλάζει.

Αν ένα παιδί κλαίει όταν το πηγαίνει στο σχολείο και όταν πας να το πάρεις σου πουν «ότι ήταν μια χαρά», αυτό σημαίνει πως δυσκολεύεται λίγο στην προσαρμοστεί και να απαγκιστρωθεί από τον γονιό. Αν όμως ένα παιδί κλαίει, δεν συνέρχεται με τίποτα και δεν βγάζει την τσάντα του ή κλαίει όλη την ημέρα στο σχολείο, τότε κάτι συμβαίνει. Και συνήθως αυτό δεν το βλέπουμε στον παιδικό και στο νηπιαγωγείο, αλλά στο δημοτικό ή σε σπάνιες περιπτώσεις  στο γυμνάσιο. Σε αυτήν την περίπτωση μιλάμε για σχολική φοβία.

Σχολείο στην εποχή του κορονοϊού

Τα παιδιά μετά από μια δύσκολη σχολική χρονιά λόγω Lockdown, μάθημα εξ αποστάσεως και εγκλεισμού στο σπίτι καλούνται να επιστρέψουν στις σχολικές αίθουσες. Πόσο εύκολη είναι η επαναπροσαρμογή τους;

Εδώ εξαρτάται και πάλι από το παιδί. Για κάποια παιδιά είναι απελευθέρωση, ότι επιτέλους θα βρουν τους φίλους τους, τις παρέες τους, την κοινωνική τους ζωή. Και για κάποια παιδιά είναι μεγάλο άγχος για το πώς θα ξαναγυρίσουν στο σχολείο. Ιδιαίτερα για τα μικρά παιδιά (νηπιαγωγείου και πρωτάκια) μπορεί να υπάρχει ένα μεγαλύτερο στρες. Αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό και το συζητάμε με το παιδί. Φροντίζουμε πριν να αρχίσει το σχολείο να βρεθεί το παιδί με φίλους και να κοινωνικοποιηθεί και πάλι. Και φυσικά δεν το έχουμε εμείς ως άγχος.

Μην ξεχνάμε ότι και οι γονείς ζορίστηκαν πολύ, κλείστηκαν στον εαυτό τους, έγιναν πιο φοβικοί και αντικοινωνικοί. Πολλοί γονείς είχαν και επαγγελματικά και οικονομικά θέματα. Παίζουν πολλοί παράγοντες ρόλο και πρέπει να έχουμε κατά νου τι έχουμε περάσει εμείς  και πώς το έχουμε αντιμετωπίσει εμείς για να αφουγκραστούμε τι μπορεί να νιώθει ένα παιδί. Αν εμείς είχαμε φοβερές φοβίες είναι λογικό και ένα παιδί να τις έχεις. Αν βγούμε από το σπίτι και πούμε άθελά μας «μην αγγίζεις», αυτό ένα παιδί μπορεί να το κουβαλήσει. Η κατάσταση αυτή δεν έχει διάρκεια ενός και δύο μηνών, αλλά ενάμισι χρόνου.

Η πιο δύσκολή περίοδος μέσα στην καραντίνα ήταν για τα παιδιά της εφηβείας. Είναι η περίοδος που τα παιδιά έχουν ανάγκη τους φίλους τους, τους όμοιούς τους. Αυτά τα παιδιά δυσκολεύτηκαν πολύ. Πάντα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τι έγινε όλο αυτό το διάστημα για να υπάρξει ενσυναίσθηση του προβλήματος. Μόνο αν δούμε ακραίες αντιδράσεις π.χ. να είναι με τις ώρες απομονωμένο το παιδί στο δωμάτιο, να μη έχει καμία επαφή κλπ, τότε θέλουμε συμβουλή ειδικού.

Unsplush: Kelly Sikkema

Καθημερινά όλοι «βομβαρδιζόμαστε» με ειδήσεις για την Covid-19 πώς μπορούμε να ενημερώσουμε τα παιδιά ώστε να είναι προσεκτικά στο σχολείο, χωρίς να είναι φοβισμένα;

Νομίζω ότι τα παιδιά από όλο αυτό που έχουν περάσει τόσο καιρό έχουν κατανοήσει ποιος είναι ο κίνδυνος. Πρέπει να έχουν συγκεκριμένα πράγματα στο μυαλό τους; Μάσκα και πλένω τα χέρια μου. Αν είναι συγκεκριμένες οι οδηγίες, μπορούν να τις ακολουθήσουν. Δεν χρειάζεται υπερπληροφόρηση και υστερία. Ας είμαστε απλοί και συγκεκριμένοι στις οδηγίες μας για να μπορούν να τις ακολουθήσουν.

Πολλά παιδιά παραπονιούνται ότι θέλουν να επιστρέψουν στο σχολείο, αλλά όπως το ήξεραν, χωρίς μάσκες και αποστάσεις από τους φίλους τους. Πώς μπορούμε να τους εξηγήσουμε την τρέχουσα κατάσταση;

Νομίζω ότι στα παιδιά πρέπει να πούμε την αλήθεια: ότι ταυτιζόμαστε μαζί τους. Κι εμείς θα θέλαμε να μην φοράμε μάσκα, να αγκαλιαζόμαστε με όλους και να έχουμε την ελευθερία μας. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε το παιδί με την αλήθεια μας. Πρέπει να τους πούμε ότι έχουν δίκιο, ότι θέλουμε το ίδιο, αλλά πρέπει να προσαρμοστούμε και να περιμένουμε για λίγο να δούμε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση. Συμφωνούμε μαζί τους, αλλά πρέπει να ακολουθήσουμε δυο –τρεις κανόνες για να τελειώσει όλο αυτό. Κανείς δεν το θέλει. Κάνουμε διάλογο και συζητάμε με το παιδί. Δεν το ακυρώνουμε.

Η ενασχόληση με μια δραστηριότητα –εκτός σχολείου- θα τα βοηθούσε να εκτονωθούν και να απομακρυνθούν από τις οθόνες, μετά την εκτεταμένη χρήση τους την περασμένη χρονιά;

Εννοείται πως είναι απαραίτητη μια δραστηριότητα εκτός σπιτιού. Άθληση, περίπατος, βόλτα με τον σκύλο, παιχνίδι στην αυλή, στον κήπο, στη βεράντα, στη γειτονιά, να παίξουμε με φίλους και να μείνουμε μακριά από τις οθόνες.

Από το πιο απλό που είναι το μυοσκελετικό πρόβλημα, μέχρι τον εγκέφαλο, το ψυχολογικό και τις διαταραχές. Οπωσδήποτε πρέπει να γυρίσουμε στις παλιές μας συνήθειες. Ο αθλητισμός είναι ένα μέσο στο οποίο το παιδί μπορεί να βγάλει την ενέργειά του, κυρίως στην εφηβεία. Ο αθλητισμός μπορείς να μας σώσει από ουσίες κλπ. Θέλουμε κάπου να διοχετεύεται η λιμπιντική ενέργεια, που αναφέρει και ο Φρόυντ, η σεξουαλική ενέργεια που δεν μπορεί να εκτονωθεί. Τα αθλήματα είναι ο καλύτερος τρόπος να διοχετεύεται η συσσωρευμένη ενέργεια των εφήβων.

Unsplush: Robert Collins

Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα άρθρα της Σοφίας Αντύπα στο www.ipsychology.gr.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ