Ο γιατρός Ανδρέας Ηλιάδης, διευθυντής της ΜΕΘ του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Πατρών, όπου νοσηλεύτηκε η 9χρονη Τζωρτζίνα, κατέθεσε την περασμένη εβδομάδα όσα είδε να εκτυλίσσονται μπροστά στα ματιά του για αυτή την υπόθεση. Στην εκπομπή «Αλήθειες με τη Ζήνα» παρουσιάστηκαν τρία σημεία που επισήμανε ο Ανδρέας Ηλιάδης από τη νοσηλεία του μεγαλύτερου παιδιού της οικογένειας του Μάνου Δασκαλάκη και της Ρούλας Πισπιρίγκου.

Το συναίσθημα της μητέρας

«Ένιωσα από τη μητέρα ότι υπήρχε μια διαφοροποίηση στο συναίσθημά της. Σαν να παρακολουθούσε το τι συνέβαινε στην κόρη της σαν τρίτο πρόσωπο, ως θεατής. Ακόμα και οι νοσηλεύτριες παρατήρησαν τη συμπεριφορά αυτή της μητέρας και μου το είπαν».

Σύνδρομο Μινχάουζεν

«Περνώντας οι ημέρες και βλέποντας τη συμπεριφορά αυτή της μητέρας, μου πέρασε από το μυαλό, μήπως συντρέχει περίπτωση του συνδρόμου Μινχάουζεν. Με αυτό το σύνδρομο μπορεί μια μητέρα να προκαλέσει ακόμα και τον θάνατο στο παιδί της. Ο πατέρας ρωτούσε αν μπορεί να γίνει κάτι επιπλέον για το παιδί, δηλαδή μια εγχείρηση, ενώ από τη μητέρα δεν υπήρχε το ίδιο ενδιαφέρον. Συνήθως ο πατέρας συζητούσε, ενώ εκείνη απλώς άκουγε. Και μάλιστα σε μία από τις συναντήσεις μας στο γραφείο μου μού έκανε εντύπωση ότι η μητέρα να ρωτάει για το δικό της παιδί, ρωτούσε για τα παιδιά που έχω σε φωτογραφία πίσω από το γραφείο μου και αντιμετώπιζαν παρόμοια προβλήματα».

Τι ανέφερε ο Ανδρέας Ηλιάδης για τα επεισόδια της Τζωρτζίνας και τα βίντεο

«Κανένας γιατρός ή νοσηλευτής της μονάδας δεν είδε τη μικρή να κάνει όλα αυτά τα επεισόδια που μας ανέφερε η μητέρα. Όσο ήταν υπό την προστασία μας δεν παρουσίαζε τίποτα η μικρούλα. Η μητέρα της Τζωρτζίνας ναι μεν τράβηξε τρία βίντεο, αλλά σε αυτά φαίνεται εναλλάξ πότε η μικρή και πότε το μόνιτορ σε πολύ γρήγορη κίνηση. Με αυτόν τον τρόπο δεν είναι δυνατόν ο γιατρός να καταλάβει αν πρόκειται περί επεισοδίων σπασμών, γιατί η κάμερα δεν εστιάζει τουλάχιστον για δύο λεπτά στην ασθενή. Η μητέρα τον Απρίλιο του 2021 έτυχε να ακούσει τη συνομιλία μου με την ιατροδικαστή για τις ανησυχίες και τις υποψίες που είχα. Μετά ήρθε στο γραφείο μου με τον σύζυγό της και μου ανέφεραν ότι δεν επιθυμούν να ασχοληθούν με κάτι που δεν είχε σχέση με το ιατρικό κομμάτι της διαδικασίας και να παραμείνω αυστηρά στο ιατρικό κομμάτι. Εγώ συμφώνησα και ζήτησα και συγγνώμη. Μετά ενδόμυχα πίστευα ότι θα ερχόταν ο πατέρας και θα με ρωτούσε αν με ανησυχεί κάτι, εάν υποπτεύομαι κάτι από τη στιγμή που έβλεπε κινήσεις από εμένα, όσον αφορά την υγεία του παιδιού του, πράγμα που δεν έκανε ποτέ.»

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ