Πολλοί ηθοποιοί που αγαπήσαμε μέσα από τον ελληνικό κινηματογράφο -όπως όλοι οι Έλληνες, ανεξαρτήτως επαγγέλματος, καταγωγής ή οικονομικής κατάστασης-στρατεύτηκαν και αγωνίστηκαν ηρωικά στον πόλεμο του 1940 υπέρ της πατρίδας και της ελευθερίας. Ο κατάλογος με τους πρωταγωνιστές που έδωσαν τη δική τους μάχη ενάντια στον εχθρό και βρέθηκαν στο μέτωπο είναι μεγάλος.

Οι ηθοποιοί – ήρωες

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας σε ηλικία 27 χρόνων πήγε εθελοντικά στο Αλβανικό Μέτωπο με τον βαθμό του έφεδρου αξιωματικού. Πολέμησε στην πρώτη γραμμή μαζί με τον αδελφικό του φίλο Οδυσσέα Ελύτη. Σε μια μάχη όπου ο Κωνσταντάρας τραυματίστηκε βαριά, ο Ελύτης τον μετέφερε στους ώμους του στο νοσοκομείο κι έτσι τον έσωσε. Από το χτύπημα όμως του έμεινε ένα μόνιμο πρόβλημα στον γοφό, για αυτό σε όλες τις ταινίες μια από τις πιο χαρακτηριστικές του κινήσεις ήταν να βάζει το χέρι του πάντα εκεί κάπως αμήχανα. Επίσης, κάποια θραύσματα από οβίδα είχαν μείνει για πάντα στο κεφάλι του, κάτι που όταν πια μεγάλωσε ήταν μια πολύ σοβαρή αιτία για να υποστεί το εγκεφαλικό επεισόδιο που τελικά απέβη μοιραίο για τη ζωή του.

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ανάμεσα σε άλλους συμπολεμιστές του στον Πόλεμο του 1940.

Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος βρέθηκε επίσης στην πρώτη γραμμή του μετώπου και πήρε μέρος σε μεγάλες μάχες. Οι συνθήκες διαβίωσης πάνω στα βουνά ήταν πολύ σκληρές για εκείνον. Όσα χρόνια κι αν πέρασαν, ποτέ δεν ξέχασε τη μεγάλη εξόρμηση στο ύψωμα του Αγίου Αθανασίου στη Χειμάρρα. Σε συνέντευξή του χρόνια αργότερα είχε πει πως πολέμησε ακόμη και με πέτρες τον εχθρό. Όταν επέστρεψε από το μέτωπο, έπαιξε στο θέατρο της Μαρίκας Κοτοπούλη, όπου έμεινε εκεί για δύο χρόνια, τα πιο δύσκολα του πολέμου (1941- 43). Κατοχή, πείνα, δυστυχία και αγώνας για επιβίωση. Έμενε πάντα φιλοξενούμενος στο σπίτι της αδελφής του, με την οποία μοιράζονταν τα πάντα, ακόμη και το λιγοστό φαγητό που έβρισκε ο γαμπρός του ή και ο ίδιος. Πιο συχνά έτρωγαν φάβα. «Την κοπανούσανε, τη μαγείρευε η αδελφή μου και την τρώγαμε χωρίς λάδι και χωρίς ψωμί. Φάβα πρωί, μεσημέρι και βράδυ. Τόσο που μια φορά πήρα το πιρούνι, πήγα στον τοίχο κι έξυσα να πέσει ασβέστης στο πιάτο. Τ’ ανακάτεψα για να αλλάξει λίγο η γεύση» είχε πει.

Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος πολέμησε ηρωικά στο ύψωμα του Αγίου Αθανασίου στη Χειμάρρα.

Ο Μίμης Φωτόπουλος εντάχθηκε στην Αντίσταση και συμμετείχε στο Απελευθερωτικό Μέτωπο. Ανήκε στον θίασο των Ενωμένων Καλλιτεχνών, της ομάδας δηλαδή των ηθοποιών που προέτασσαν μέσα από τα έργα τους τις ιδέες της Αριστεράς. Υπήρξε ενεργό μέλος του ΕΑΜ. Έκαναν κρυφές συναντήσεις και οργανώνονταν για τις μυστικές εξορμήσεις τους. Ο ελληνικός Τύπος περνούσε από χέρι σε χέρι σε όλους τους ηθοποιούς, μουσικούς, ζωγράφους, λογοτέχνες με μηνύματα και κείμενα με υπονοούμενα. Οργάνωναν επίσης τα περίφημα κατοχικά πάρτι με απαγγελίες από επιλεγμένα ποιήματα, τραγούδια και στο τέλος εράνους υπέρ του αγώνα. Αργότερα συνελήφθη, τιμωρήθηκε και εξορίστηκε στο Ελ Ντάμπα, στην Αφρική, για τα αριστερά του φρονήματα.

Ο Σπύρος Πατρίκιος, η Καίτη Ντιριντάουα και ο Μίμης Φωτόπουλος στην Απελευθέρωση.

Το όνειρο του Κώστα Χατζηχρήστου από παιδί ήταν να γίνει αξιωματικός του στρατού και όχι ηθοποιός. Το όνειρό του έγινε πραγματικότητα με την κήρυξη του πολέμου, τότε που ο νεαρός Χατζηχρήστος πολέμησε με μεγάλο πάθος στο Αλβανικό Μέτωπο. Μετά από15 μέρες όμως έπαθε κρυοπαγήματα στα πόδια και δεν μπορούσε να περπατήσει. Τότε τον έστειλαν στα μετόπισθεν, ύστερα στο Πόγραδετς και λίγο αργότερα στην Κορυτσά. Πράγματι, ο Κώστας Χατζηχρήστος πολέμησε με ηρωισμό στην Αλβανία και κινδύνεψε αρκετές φορές να θυσιαστεί και να πέσει στο πεδίο της μάχης, χωρίς να δειλιάσει ούτε στιγμή. Ο ίδιος είχε πει: «Εγώ πολέμησα στο Βόρειο Μέτωπο, στο Πόγραδετς. Εκείνος ο χειμώνας του 1940 ήταν απίστευτα βαρύς. Τρελό κρύο. Παντού χιόνια. Και βέβαια δεν ήμασταν προετοιμασμένοι. Τα όπλα στους ώμους, μπαλωμένα ρούχα και κουβέρτες όσες βρίσκαμε κι όσες υπήρχαν. Κοιμόμασταν σε κάτι χαρακώματα και οι προηγούμενοι στρατιώτες είχαν σκάψει στις πλαγιές τρύπες, λαγούμια, για να προστατεύονται από τους βομβαρδισμούς. Όλα αυτά ήταν σκεπασμένα με χιόνια. Άντε να κοιμηθείς, να ξεκουραστείς λίγο. Ώσπου έπαθα κρυοπαγήματα και τότε με έστειλαν στα μετόπισθεν και μετά στην Κορυτσά».

Ο Κώστας Χατζηχρήστος πολέμησε ηρωικά στο Έπος του 1940.

Ο Μάνος Κατράκης κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Ήταν ο μοναδικός που είδε τον διοικητή του να αυτοκτονεί γιατί δεν μπόρεσε να αντέξει τον αφοπλισμό τους από τους εχθρούς. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα το 1941, η ζωή ήταν πολύ δύσκολη. Πείνα, δυστυχία και πλήρης εξαθλίωση για όλους. Εκείνος, για να εξασφαλίσει λίγο φαγητό, μέχρι και τα ρούχα του πουλούσε για να μπορέσει να ζήσει την αγαπημένη του μάνα.

Ο Μάνος Κατράκης κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του μετώπου.

Ο Ντίνος Ηλιόπουλος στα χρόνια του πολέμου ήταν μαθητής της δραματικής σχολής, ωστόσο και ο ίδιος είχε κάνει αντίσταση μαζί με άλλους συμμαθητές του. «Πείνα, δυστυχία και παντού θάνατος. Σε κάθε σπίτι, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε πλατεία, σε κάθε δρόμο. Ήμασταν νέοι με οράματα και ιδανικά. Έπρεπε κι εμείς κάπως να αντισταθούμε. Τις περισσότερες φορές με κίνδυνο της ίδιας μας της ζωής» είχε πει ο ίδιος. «Εγώ εκείνη την εποχή ήμουν ασυρματιστής πάνω στον Λυκαβηττό. Η οικογένειά μου περνούσε δύσκολα. Ο πατέρας μου είχε πεθάνει και η μητέρα μου πουλούσε και τα τελευταία χρυσαφικά της για να ζήσουμε. Ό,τι είχε και δεν είχε φυλαγμένα από τη Μασσαλία τα έδωσε για να μας μεγαλώσει. Μια γενναία γυναίκα που μεγάλωσε τέσσερα παιδιά μέσα στην πιο δύσκολη εποχή της Ελλάδας. Κι εγώ φυσικά βοηθούσα όπως μπορούσα. Πότε δουλεύοντας από δω και πότε από κει.

Όμως το όνειρό μου ήταν το θέατρο. Η δραματική σχολή ήταν η μοναδική μου διέξοδος. Αισθανόμαστε όλα τα παιδιά της τάξης μου πως πηγαίναμε στο Κρυφό Σχολειό. Πολλές φορές κάναμε μάθημα με κεριά. Όμως είχαμε τέτοια δίψα για να μάθουμε που δεν μας ένοιαζε τίποτα. Και φυσικά δεν περνούσε από το μυαλό μας σε τι κίνδυνο βάζαμε τις ίδιες τις ζωές μας με όλες εκείνες τις μεταμεσονύκτιες συγκεντρώσεις μας για πρόβες και μελέτη. Και όμως, από εκείνη τη σχολή βγήκαν άνθρωποι που λάμπρυναν το θέατρο. Ηθοποιοί και σκηνοθέτες. Όλοι ενωμένοι σαν μια γροθιά, εκείνη τη δύσκολη εποχή, με μοναδικό όπλο τα νιάτα μας και την τεράστια θέληση για μια καλύτερη ζωή».

Ο Ντίνος Ηλιόπουλος όταν έκανε τη θητεία του ως ασυρματιστής, στις μέρες του πολέμου.

Ο Παντελής Ζερβός επίσης εν καιρώ πολέμου ήταν λοχίας και ο Νίκος Σταυρίδης τραυματιοφορέας. Όλοι αυτοί οι ηθοποιοί που αγαπήσαμε μέσα από τις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου είχαν ζήσει το δικό τους «θαύμα», πολεμώντας στην πρώτη γραμμή της μάχης και ζώντας συγκλονιστικές στιγμές που τους έμειναν για πάντα χαραγμένες στη μνήμη.

Αντίσταση επί σκηνής

Όσοι αγαπημένοι πρωταγωνιστές βρέθηκαν στο μέτωπο έδωσαν τη μάχη με τον εχθρό στήθος με στήθος. Ωστόσο πολύ σημαντικός υπήρξε και ο αγώνας που έδιναν οι άλλοι συνάδελφοί τους, και μάλιστα γυναίκες, πάνω στη σκηνή, όπου οι περισσότεροι θίασοι τότε είχαν ανεβάσει επιθεωρήσεις. Η μεγάλη Σοφία Βέμπο ήταν «η τραγουδίστρια της νίκης», που με τα τραγούδια της εμψύχωνε την ελληνική ψυχή σε τόσο δύσκολες στιγμές μεγάλης δοκιμασίας για την πατρίδα. Τραγούδια όπως «Παιδιά της Ελλάδος παιδιά», «Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του» και «Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου¬ έγιναν οι εθνικοί ύμνοι εκείνης της περιόδου.

Η Σοφία Βέμπο, «η τραγουδίστρια της νίκης».

Όμως και οι αδελφές Καλουτά, η Άννα και η Μαρία, με τις επιθεωρήσεις που ανέβαζαν, περνούσαν έξυπνα και με εύστοχο τρόπο μηνύματα ελπίδας, αισιοδοξίας και πατριωτισμού στους θεατές που γέμιζαν τα θέατρα για να εκτονώσουν τα πατριωτικά τους αισθήματα. Στην ουσία εκείνες οι παραστάσεις ήταν εθνικές συγκεντρώσεις. Οι ίδιες επισκέπτονταν πολύ συχνά και τα νοσοκομεία, όπου έπαιζαν για όλους τους τραυματισμένους στρατιώτες για να τους εμψυχώσουν. Έτσι γνώρισε και η Άννα τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, όταν τον είχαν επισκεφτεί στο νοσοκομείο που νοσηλευόταν. «Είμαι κι εγώ ηθοποιός, κυρία Καλουτά» της είχε πει. «Αλλά εγώ είμαι του σοβαρού θεάτρου». «Τι πράγμα;» τον ρώτησε εκείνη. «Ακούς εκεί ο γάιδαρος να μου πει πως είναι του σοβαρού θεάτρου!» είπε στην αδελφή της. «Εμείς δηλαδή τι είμαστε; Του ασόβαρου;». Έτσι γνωρίστηκαν και μέσα από έναν καβγά ερωτεύτηκαν και έγιναν ζευγάρι.

Πάνω στη σκηνή του Θεάτρου Μοντιάλ βρισκόταν η Ρένα Βλαχοπούλου ερμηνεύοντας πολεμικά τραγούδια όταν της ανακοίνωσαν πως με τον πρώτο βομβαρδισμό στην Κέρκυρα σκοτώθηκαν οι λατρεμένοι της γονείς. Συντετριμμένη, εγκατέλειψε τη σκηνή και την αντικατέστησε η Σοφία Βέμπο. Η Ρένα τότε έγινε πατέρας και μάνα για τα επτά αδέλφια της για να μπορέσει να τα προστατέψει και να περάσουν τις δύσκολες μέρες του πολέμου. Η ίδια μου είχε πει: «Μέχρι και πριονίδι πλασμένο με νερό έτρωγα για να δίνω στα μικρότερα αδέλφια μου το λιγοστό φαγητό που εξασφάλιζα δουλεύοντας στο θέατρο».

Η Ρένα Βλαχοπούλου στην Κατοχή εμφανιζόταν στα θέατρα ως τραγουδίστρια για να μπορέσει να εξοικονομήσει λίγα τρόφιμα για τα αδέλφια της που πεινούσαν.

Κείμενο – Φωτογραφίες: Μάκης Δελαπόρτας

Διαβάστε περισσότερα στο ΟΚ! που κυκλοφορεί με «Τα Νέα Σαββατοκύριακο»!

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ