Πίσω από τον σοβαρό ποινικολόγο κρύβεται ένας άνθρωπος με χιούμορ και αισθητική. Κι αυτά είναι δύο μόνο από τα χαρακτηριστικά του Σπύρου Δημητρίου που φαίνεται πώς γοήτευσαν την Ελεωνόρα Ζουγανέλη. Τόσο που δέχτηκε να τον παντρευτεί – με παπά και με κουμπάρο – μόλις στους τέσσερις μήνες σχέσης. Μέχρι τότε, όπως λέει ο ίδιος, δήλωναν «φανατικοί εργένηδες».

Η καθημερινότητά του μοιράζεται στην Ευελπίδων, τα κρατητήρια, τη ΓΑΔΑ και στο γραφείο του στον 5ο όροφο μιας γουστόζικης πολυκατοικίας με δικηγορικά γραφεία στο κέντρο της Αθήνας και θέα τη Νομική Σχολή Αθηνών. Από εκεί αποφοίτησε κάποια χρόνια πίσω, όχι με το όνειρο να γίνει δικηγόρος αλλά διπλωμάτης. Η ζωή τα έφερε διαφορετικά και ο 42χρονος ποινικολόγος δίνει την πρώτη του μεγάλη συνέντευξη στο ΟΚ! και τη Φανή Πλατσατούρα, μιλώντας για όσα άφησε στο παρελθόν και όσα τον κάνουν να αισιοδοξεί στο παρόν.

Στην περίπτωσή σου, ήταν κάπως προδιαγεγραμμένη η πορεία σου επαγγελματικά; Μητέρα δικαστικός και πρόεδρος Εφετών, πατέρας καρδιοχειρουργός…

Προσωπικά θεωρούσα τη Νομική αναγκαίο κακό, ότι έπρεπε να σπουδάσω σε μια καλή σχολή. Είναι αυτή η μικροαστική αντίληψη του Έλληνα γονέα που περνά και στο παιδί του. «Να πας στη Νομική ή την Ιατρική». Μέχρι και που αποφοίτησα από τη Νομική, δεν σκεφτόμουν να γίνω δικηγόρος. Ωστόσο, ο χώρος του εγκλήματος με γοήτευε πάντα. Όχι απαραίτητα η εξιχνίαση των εγκλημάτων αλλά η επαφή με έναν άνθρωπο που έχει κάνει κάτι τόσο σοβαρό. Που ξεπέρασε σε τέτοιο βαθμό τα όρια.

Ωστόσο, τους περισσότερους τους φοβίζει η επαφή με έναν άνθρωπο που έχει διαπράξει κάτι τόσο σοβαρό, όπως το να αφαιρέσει μαι ανθρώπινη ζωή. Εσένα σε εξίταρε αυτό;

Ναι, με εξιτάριζε. Μικρότερος νόμιζα ότι οι δικηγόροι που ειδικεύονται στα εγκλήματα ήταν κάποιοι υπεράνθρωποι, κορυφαίοι επιστήμονες και διανοούμενοι. Στην πορεία συνειδητοποίησα πως αυτό το επάγγελμα απευθύνεται και σε μένα, που θεωρώ ότι ανήκω στον μέσο όρο γνωστικά. Είμαι ένας μέτριος δικηγόρος που από τύχη έχει συμβεί να έχω χειριστεί μεγάλες υποθέσεις.

Γιατί δεν ήθελες να ασχοληθείς με τη Νομική;

Η Νομική έχει μεγάλο ενδιαφέρον ως επιστήμη. Με τη δικηγορία δεν ήθελα να ασχοληθώ. Γιατί είχα στο μυαλό μου ότι οι δικηγόροι φορούν γκρ ιή μπεζ λινό κοστούμι –δυο νούμερα μεγαλύτερο– και με μια τσάντα στο χέρι τρέχουν σαν παλαβοί να διεκπεραιώνουν υποθέσεις.

Στην πορεία έγινες αυτό που απευχόσουν; Ένας δικηγόρος με γκρι, φαρδύ κοστούμι και μια τσάντα στο χέρι;

Η αλήθεια είναι ότι έχω γκρι σακάκι. Τσάντα δεν έχω, παρά μόνοέ ναν χαρτοφύλακα. Εξακολουθεί να μη μου αρέσει καθόλου αυτή η στημένη εικόνα του δικηγόρου που κρατά την τσάντα στο χέρι και προχωρά.

Πώς προέκυψε η πρώτη σου υπόθεση;

Είχα όνειρο να γίνω διπλωμάτης. Μάλιστα, είχα την τύχη να εργαστώ για τρεις μήνες στην Πρεσβεία της Ελλάδας στη Μάλτα, ως ασκούμενος ακόλουθος της πρεσβείας. Και ενώ είχα επιστρέψει στην Ελλάδα και προετοιμαζόμουν να δώσω εξετάσεις για το διπλωματικό σώμα, προέκυψε από το πουθενά μια υπόθεση ληστείας. Ήρθε και με βρήκε ο πατέρας του ανθρώπου που ήταν στη φυλακή και μου είπε: «Πώς θα γίνει να βγει έξω ο γιος μου;». Είχε δικαστεί σε πρώτο βαθμό και ουσιαστικά περίμεναν το Εφετείο. Ρωτώντας έμαθα ότι μπορούσα να δοκιμάσω να του κάνω μια αίτηση αναστολής της ποινής, δηλαδή μέχρι να γίνει το Εφετείο να κυκλοφορεί ελεύθερος. Ανέλαβα την υπόθεση και ασχολούμουν με αυτή μέρα-νύχτα. Την ώρα της αγόρευσης έτρεμα. Θέλεςι η τύχη του πρωτάρη ή ότι ήταν το ριζικό μου να γίνω τελικά δικηγόρος,έ γινε δεκτή η αναστολή της ποινής. Δεν θα ξεχάσω την αντίδραση του πατέρα του. Ήταν ένας ηλικιωμένος κύριος που μου φίλησε το χέρι λέγοντάς μου «ευχαριστώ». Τότε ήμουν μόλις 26 χρόνων. Σκέφτηκα «Επειδή έγραψα κάποια χαρτιά, έκανα μια αγόρευση και έβαλα ένα ωραίο κοστούμι, ένας άνθρωπος σήμερα το απόγευμα κέρδισε την ελευθερία του;». Μου φάνηκε τρομερά ενδιαφέρον αυτό και έτσι σιγά σιγά ξεκίνησα τη δικηγορία.

Ασχολήθηκες από την αρχή με το ποινικό Δίκαιο;

Όχι, στα ξεκινήματά μου έχω κάνει τα πάντα. Έχω τρέξει για άδεεις διαμονής αλλοδαπών, έχω αναλάβει διαζύγια, έχω κάνει συμβόλαια σπιτιών, να έρχεται ο μπάρμπας και να σου βγάζει πάνω στο γραφείο τα τοπογραφικά και να σου λέει: «Αυτό το οικόπεδο είναι δικό μου κι αυτό του Τσούχτη». Να λέει όλους τους γείτονες με τα παρατσούκλια τους. Έκτοτε βλέπω τοπογραφικά και κάτι παθαίνω. (Γελάει.) Στα 28 μου χρόνια μού πρότειναν την πρώτη υπόθεση ανθρωποκτονίας. Πάρα πολλοί θα αρνούνταν, ακόμη και πεπειραμένοι δικηγόροι. Εγώ ενθουσιάστηκα στην ιδέα τού να αναλάβω μια υπόθεση ανθρωποκτονίας, που μάλιστα την εποχή που είχε γίνει έκανε πάταγο.

Ποιες υποθέσεις αρνείσαι να αναλάβεις για λόγους αρχής;

Γενικά δεν κάνω επιλογές στα ποινικά αδικήματα. Ωστόσο, αποφεύγω τους ανθρώπους του οργανωμένου εγκλήματος. Και για πρακτικούς λόγους στην επαφή μου με τέτοιους ανθρώπους αλλά και επειδή υπάρχει σταθερή ροπή προς το έγκλημα. Το έγκλημα που με ενδιαφέρει είναι το τυχαίο,α πό ανθρώπους που δεν το περιμένει κανείς και έφτασαν σε άκρα. Με ενδιαφέρει να δω την πορεία της ζωής τους, πώς οδηγήθηκαν στο έγκλημα, και να προσφέρω βοήθεια – νομικά πάντα. Υποθέσεις που αποφεύγω είναι τα διαζύγια, οι διατροφές και οι επιμέλειες παιδιών. Είναι πολύ πληγωτικές και ψυχοφθόρες.

Αναλαμβάνεις ανθρωποκτονίες αλλά αποφεύγεις ένα διαζύγιο ως κάτι ψυχοφθόρο;

Θαυμάζω πολύ τους δικηγόρους που μπορούν και διαχειρίζονται τέτοιες υποθέσεις. Δεν παλεύονται… Οι ίδιοι οι διάδικοι πρώτα απ’ όλα. Η απαίτησή τους είναι ότι πρέπει να μισήσεις και εσύ το ίδιο τον αντίδικο.

Πώς καταφέρνεις να μη σε επηρεάζουν ψυχολογικά οι υποθέσεις που αναλαμβάνεις;

Δεν τα έχω καταφέρει, πάντα με επηρεάζουν. Η πιο δύσκολη συνθήκη στη δουλειά αυτή είναι ότι ξεκινάς το πρωί από το σπίτι σου, όπως όλοι οι άνθρωποι, και πηγαίνεις να γίνεις μέρος ενός πάρα πολύ σοβαρού προβλήματος. Μπορεί λοιπόν κάποιες φορές να αναρωτηθείς μέσα σου «Έχει τόσο ωραία μέρα έξω, τι δουλειά έχω εγώ να ασχολούμαι με σκοτεινές υποθέσεις;». Μάλιστα, για πολλούς εγκληματίες γίνεσαι στην πορεία εσύ το «πρόβλημα».

Δηλαδή;

Μπαίνουν σε μια πολύ περίεργη ψυχολογία οι άνθρωποι που έχουν κάνει έγκλημα και αυτός που συναναστρέφονται περισσότερο είναι αυτός που αρχίζει και τους φταίει για ό,τι έχει συμβεί. Περνά ο καιρός μέσα στη φυλακή και θεωρούν ότι είναι υπεύθυνος ο δικηγόρος γιατί μπορεί να μην έκανε κάτι καλά στο δικαστήριο. Δεν αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούν να αλλάξουν τα πάντα από μια καλή αγόρευση. Χρειάζεται προετοιμασία. Γι’ αυτό και στις πολύ σοβαρές υποθέσεις είναι σωστό που δεν γίνεται αμέσως η δίκη.

Ποιο είναι το κοινό χαρακτηριστικό όσων αφαιρούν μια ζωή;

Στις ανθρωποκτονίες το κοινό χαρακτηριστικό όλων μετά την πράξη είναι η έπαρση. Και ο ναρκισσισμός, ο οποίος προφανώς είναι επιπλοκή της απάθειας. Δεν έχω δει ποτέ κάποιον, από τη μέχρι τώρα εμπειρία μου, να έχει καταρρεύσει για αυτό που προκάλεσε. Το παθαίνουν πολύ αργότερα…

Πιστεύεις ότι όλοι έχουμε δολοφονικά ένστικτα, απλώς κάποιοι τα έχουν πιο ανεπτυγμένα ή, ανάλογα τις συνθήκες, τα εξωτερικεύουν;

Δολοφονικό ένστικτο έχουμε, όπως έχουμε και το ένστικτο της άμυνας και της αυτοσυντήρησης. Αλλά, όχι, δεν είμαστε όλοι εν δυνάμει δολοφόνοι. Θεωρώ πως όσοι αφαιρούν ανθρώπινη ζωή έχουν κάποιου είδους ψυχική διαταραχή. Αλλά όχι τέτοια που να τους οδηγήσει σε μείωση καταλογισμού.

Τέλειο έγκλημα υπάρχει;

Παλαιότερα θα μπορούσε να υπάρχει το τέλειο έγκλημα. Τώρα, με την τεχνολογική –και την παρακολουθητική– εξέλιξη, υπάρχει διαθέσιμο πλάνο από οτιδήποτε. Μας κάνει εντύπωση που η αστυνομία εξιχνιάζει δολοφονίες, αλλά κάνει το εξής απλό: σαρώνει όλες τις κάμερες. Τη δεκαετία του 8’0 ή ακόμη και του ’90 δεν υπήρχαν αυτά. Τότε θα μπορούσε να έχει γίνει το τέλειο έγκλημα, όπως και έχουν γίνει. Και οι δράστες δεν έχουν πιαστεί ποτέ. Είναι οι λεγόμενες «ανοιχτές υποθέσεις». Τώρα μάλιστα το τμήμα Ανθρωποκτονιών εξιχνίασε υπόθεση του 1997.

Να φανταστώ ότι λόγω των υποθέσεων που χειρίζεσαι έρχεσαι συχνά αντιμέτωπος με απειλές κάθε είδους;

Εδώ θα απαντήσω ένα σκέτο «ναι» και ότι λαμβάνω μέτρα προστασίας…

Ξαφνικά βρέθηκες να απασχολείς την επικαιρότητα και για άλλους λόγους, πέρα από τις νομικές υποθέσεις. Αναφέρομαι στη σχέση σου με την Ελεωνόρα Ζουγανέλη. Πώς το αντιμετώπισες τον πρώτο καιρό;

Ήταν κάτι που ανέμενα ότι θα συμβεί. Σίγουρα δεν είναι κάτι που με βοηθά στη δημοφιλία της δουλειάς μου. Δεν νομίζω δηλαδή ότι κάποιος θα με επιλέξει ως δικηγόρο λόγω του ότι είμαι σύζυγος της Ελεωνόρας Ζουγανέλη. (Γελάει.) Τώρα το ότι βγήκα κι εγώ κάπως παραπάνω στην επικαιρότητα λόγω της Ελεωνόρας το βρίσκω χαριτωμένο και πρωτόγνωρο. Όπως πρωτόγνωρες είναι και οι παπαρατσικές φωτογραφίες που μας τράβηξαν από τις περσινές μας διακοπές στα Κουφονήσια. Δεν είχα πιστέψει ποτέ ότι υπάρχουν «τυχαίες» φωτογραφίσεις στα περιοδικά, μέχρι που μου συνέβη!

Πριν γνωριστείτε και γίνετε ζευγάρι, την ήξερες ως τραγουδίστρια;

Ε, βέβαια. Αλλά δεν είχα πάει σε συναυλία της και το έχει παράπονο! Θα σου διηγηθώ κι ένα αστείο σκηνικό. Την είχα δει μία φορά ζωντανά κάπου το 2013 στην Αρμάτα στις Σπέτσες (σ.σ. παραδοσιακή γιορτή του νησιού), αλλά την είχα δει αναγκαστικά γιατί στις εκδηλώσεις εκείνη τη χρονιά τραγουδούσε μόνο η Ελεωνόρα. (Γελάει.) Kαι άλλη μια φορά είχα πάει στην Ακτή Πειραιώς, όπου εμφανίζονταν ο Μαχαιρίτσας, ο Ζουγανέλης και ο Παπακωνσταντίνου και ο συχωρεμένος ο Μαχαιρίτσας είχε την προηγούμενη μέρα μια συναυλία στη Ρόδο, πλην όμως ήρθε στην Αθήνα μια θεομηνία και δεν μπόρεσε να ταξιδέψει με το αεροπλάνο. Μας ενημέρωσαν πριν από το πρόγραμμα ότι στη θέση του Μαχαιρίτσα θα εμφανιστεί εκτάκτως η Ελεωνόρα Ζουγανέλη. Ήθελα να σηκωθώ και να φύγω, αλλά με κράτησε η παρέα μου. (Γελάει.)

Δεν πήγαινες στις συναυλίες της γιατί δεν ήταν στα ακούσματά σου;

Αποφεύγω να πηγαίνω γενικά σε συναυλίες, γιατί έχω πρόβλημα με τον συνωστισμό. Εκτός αν πρόκειται για κάποιο κορυφαίο γκρουπ… Όταν ήρθαν οι Pink Floyd, για παράδειγμα, στην Ελλάδα, πήγα μπουσουλώντας.

Καλοκαιρινή συναυλία με Pink Floyd ή…

Μη συνεχίζεις, Pink Floyd δαγκωτό! (Γελάει.)

Η πρώτη εντύπωση που σου άφησε γνωρίζοντάς την από κοντά;

Η πρώτη εντύπωση που είχα για εκείνη είναι πως είναι πολύ αυστηρή. Και πράγματι, είναι. Κατάλαβα, όμως, ότι αυτό που είδα ως αυστηρότητα είναι η τρυφερότητά της τελικά. Φαίνεται αυστηρή γιατί σε ακούει πραγματικά όταν της μιλάς. Και όταν σε κοιτάζει στα μάτια, σε κοιτάζει αληθινά. Θυμάμαι ότι όταν τη γνώρισα (σ.σ. σε μπαρ κοινής τους φίλης) ήταν και δύο φίλες της μαζί. Αφού έβαλα τα δυνατά μου και της μίλησα, πέρασαν δέκα λεπτά και λέω «Θα σας αφήσω τώρα λίγο να με σχολιάσετε, αλλά πριν φύγω θέλω να μου βάλεις, Ελεωνόρα, έναν βαθμό!». Της φάνηκε αστείο αυτό και αναθάρρησα κι εγώ.

Και τι βαθμό έβαλε;

Μου είπε «Εντάξει, περνάς!».

Ήταν κάπως καρμική η συνάντησή σας; Δεδομένου ότι την προηγούμενη μέρα είχε φύγει από τη ζωή ο πατέρας σου, ήθελες να βγεις για ένα ποτό, είδες στο μαγαζί την Ελεωνόρα και έτυχε να έχετε κοινή γνωστή τη στιχουργό Sunny Μπαλτζή, που σας σύστησε…

Ναι! Άλλωστε κι εγώ και η Ελεωνόρα μέχρι να γνωριστούμε ήμασταν φανατικοί εργένηδες.

Πώς δύο φανατικοί εργένηδες παντρεύτηκαν μόλις στους τέσσερις μήνες σχέσης;

Γιατί συμφωνήσαμε σε αυτό και είχαμε ίδια προσέγγιση ως προς τη συμβίωση. Δεν είχα συγκατοικήσει καν πριν με την Ελεωνόρα. Όχι να παντρευτώ! Φανταστήκαμε, όμως, ότι θα είχε ενδιαφέρον να προχωρήσουμε τόσο γρήγορα στον γάμο. Και έχει όντως ενδιαφέρον. Με την Ελεωνόρα ανακάλυψα τη συντροφικότητα. Δεν ήξερα ότι υπάρχει, νόμιζα πως αυτά γίνονται μόνο στις ταινίες. Ο γραφικός –και λίγο playboy– δικηγόρος… Αυτό που ζω αυτή τη στγιμή είναι πάρα πολύ ωραίο.

Η πρόταση γάμου πώς έγινε;

Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες, θα πω μόνο ότι δεν έγινε παραδοσιακά με μονόπετρο αλλά με ένα οικογενειακό κειμήλιο, ένα περιδέραιο της μητέρας μου.

Η μητέρα σου τη γνώριζε ως τραγουδίστρια;

Την ήξερε, βέβαια. Της μητέρας μου της άρεσε πολύ ως τραγουδίστρια η μαμά της Ελεωνόρας, η Ισιδώρα Σιδέρη. Και έχουν γίνει φίλες τώρα. Όσο για τον πεθερό μου, τι να πω. Είναι τεράστιος καλλιτέχνης ο Γιάννης Ζουγανέλης. Ο ορισμός του καλλιτέχνη. Εντάξει, για το χιούμορ του δεν χρειάζεται να μιλήσω…

Σε καλοδέχτηκε από την αρχή γνωρίζοντάς σε;

Ναι, ήταν από την αρχή πολύ τρυφερός. Με τον Γιάννη κάπως ψιλογνωριζόμασταν και πριν. Συστηθήκαμε και με θυμόταν… Δεν είδα να με κοιτάει, πάντως, με μισό μάτι και επιφύλαξη και είναι σημαντικό αυτό γιατί μην ξεχνάς ότι η Ελεωνόρα είναι μοναχοπαίδι. Όχι απλά μοναχοκόρη.

Πώς είναι η συμβίωση στο σπίτι;

Είναι σαν να κάνουμε καθημερινά πάρτι στο σπίτι. Επίσης, μιλάμε πολύ. Ακούμε πολλή μουσική. Και κάποιες φορές παίζω εγώ πιάνο και εκείνη τραγουδά.

Ποιος είναι ο πιο συχνός λόγος διαφωνίας σας;

Δεν έχουμε τρομερές διαφωνίες. Ο πιο συχνός λόγος είναι ότι η ίδια θεωρεί πως οι εντάσεις σε έναν γάμο είναι ωφέλιμες και πρέπει να τις προκαλούμε, ενώ εγώ διαφωνώ πλήρως με αυτό. Αλλά και μόνο που το θέτει στο τραπέζι, ξεκινά η ένταση (γελάει).

Της αρέσει να συναναστρέφεται με δικηγόρους και ανθρώπους του κύκλου σου ή δείχνει να βαριέται κάπως;

Λέει ότι της αρέσει, νομίζω όμως ότι βαριέται. (Γελάει.) Αλλά σε ό,τι αφορά τη δική μου καριέρα, είναι πολύ υποστηρικτική και της αρέσει να συζητάμε για τις υποθέσεις. Μάλιστα, μου έχει ζητήσει να έρθει σε μια δίκη να δει πώς είναι από κοντά…

Διαβάστε περισσότερα στο περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφορεί με τα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ