Τα όνειρά του ξεκίνησαν από ένα χωριό κοντά στο Ρέθυμνο και τα επιτεύγματά του έμελλε να ξεπεράσουν τα σύνορα της Κρήτης. Μεγαλωμένος σε μια πολιτικοποιήμενη οικογένεια, ο νυν υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων είχε από μικρό παιδί την ανάγκη να συνεισφέρει. Οι πρώτες αναμνήσεις του ξεκινούν από τα χρόνια της δικτατορίας: «Θυμάμαι όταν ήμουν μικρό παιδί που κλείδωναν τις πόρτες τη νύχτα πριν πέσει η δικτατορία και άκουγαν οι γονείς μου στο σπίτι BBC και Deutsche Welle. Μετά θυμάμαι την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, τους βουλευτές που περνούσαν, τις περιοδείες, τις συγκεντρώσεις των κομμάτων. Τα παρακολουθούσα τότε χωρίς να μπορώ να το εξηγήσω. Νομίζω ότι γεννήθηκα μέσα σε μια μαρμίτα με πολιτική».

«Ο πατέρας μου ήθελε να γίνω γιατρός»

Στα 18 του χρόνια πέρασε στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ παραδέχεται σχετικά με την επιλογή του: «Ήταν ένας ενδοοικογενειακός συμβιβασμός. Ο πατέρας μου ήθελε να γίνω γιατρός γιατί υπήρχαν γιατροί στην ευρύτερη οικογένεια. Εγώ ήθελα να σπουδάσω Πολιτικές Επιστήμες ή Οικονομικά. Εκείνη την περίοδο οι συγκεκριμένες σχολές δεν είχαν ιδιαίτερο κύρος στην Ελλάδα. Αποφάσισα κάτι ενδιάμεσο λοιπόν και πήγα στη Νομική».

Από τις πρώτες ημέρες της παρουσίας του στο ελληνικό πανεπιστήμιο δραστηριοποιήθηκε στη φοιτητική οργάνωση της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, ενώ δεν άργησε να ανοίξει τα πολιτικά του φτερά πετώντας κάθε χρόνο και πιο ψηλά. «Στη ζωή μου κλήθηκα να κάνω αρκετές μεταβάσεις. Από το χωριό μου και το Δημοτικό σχολείο στο Γυμνάσιο της περιφέρειας. Αυτή ήταν η πρώτη αλλαγή περιβάλλοντος. Η
δεύτερη αλλαγή ήρθε όταν πέρασα στη Νομική Σχολή στην Αθήνα. Ακολούθησε η τρίτη όταν πήγα μεταπτυχιακός φοιτητής στην Αγγλία, ενώ μία από τις μεγαλύτερες ήταν όταν εξελέγην ευρωβουλευτής. Ήμουν ο τέταρτος νεότερος τότε και έπρεπε να εκπροσωπώ την Ελλάδα στην Ευρωβουλή. Όλα αυτά πρόσθεταν εκείνη την περίοδο ένα ψυχικό βάρος και μια πίεση. Τα αντιμετώπιζα όμως και ως μια προσωπική πρόκληση. Προφανώς έπρεπε να τα καταφέρω σε
αυτά τα άλματα της διαδρομής μου».

«Η ιδέα του γάμου με φόβιζε»

Θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς τον Κωστή Χατζηδάκη έναν ορκισμένο εργένη. Μέχρι που στη ζωή του μπήκε η Πόπη Καλαΐτζη. «Η μακαρίτισσα η μητέρα μου, απελπισμένη που δεν παντρευόμουν, μου έλεγε: “Εσύ, παιδί μου, είσαι ερωτευμένος με την πολιτική”. Ευτυχώς κάποιους μήνες πριν πεθάνει είχε πειστεί ότι είχα βρει τον δρόμο μου σε σχέση με τη δημιουργία οικογένειας. Είχε γνωριστεί και με την Πόπη. Υπό αυτή την έννοια, παρότι έχω τύψεις που όσο ζούσε δεν μπόρεσε να δει εγγονάκια από εμένα, μου απαλύνει τον πόνο ότι μπόρεσε να αισθανθεί πως κι εγώ κάποια στιγμή θα παντρευτώ
και θα κάνω οικογένεια. Πράγματι, η ιδέα του γάμου με φόβιζε λίγο. Όταν όμως πέρασαν τα χρόνια και έχοντας τη σχέση με την Πόπη, πίστεψα ότι ήρθε η ώρα να περάσω από την άλλη πλευρά του ποταμού.

Παρά την πίεση που έχει το πρόγραμμά μου και τις ιδιαιτερότητες του να ασχολείται κάποιος με την πολιτική, με βοήθησε ότι η Πόπη είναι πολιτικοποιημένη και ασχολιόταν και η ίδια με την αυτοδιοίκηση και την πολιτική πριν παντρευτούμε. Αυτό μας βοηθάει να έχουμε μια κοινότητα ενδιαφερόντων». Η σύζυγός του επέλεξε να κάνει ένα βήμα πίσω στην πολιτική της διαδρομή, με
τον Κωστή Χατζηδάκη να εξηγεί στο ΟΚ!: «Έτσι είχαμε συζητήσει και έτσι είχαμε συμφωνήσει. Εμένα θα μου φαινόταν δύσκολο να είμαστε και οι δύο στον πολιτικό στίβο, παρότι υπάρχουν κι άλλα ζευγάρια που είναι και ο ένας και ο άλλος μέσα στην πολιτική. Η δική μου προσέγγιση ήταν αυτή εξαρχής και εκτιμώ ότι η Πόπη έκανε ένα βήμα πίσω. Της το αναγνωρίζω».

«Την επαφή με τον γιο μου δεν την αλλάζω με τίποτα»

Το καλοκαίρι του 2017 ανέβηκε τα σκαλιά της εκκλησίας, έπειτα από αρκετά χρόνια σχέσης, και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους υποδέχτηκε στον κόσμο τον γιο τους Γιάννη. «Αφού γεννήθηκε ο Γιάννης στο μαιευτήριο, κάποια στιγμή το επόμενο βράδυ γύρισα σπίτι και κοιμήθηκα. Πριν πέσω για
ύπνο και όντας μόνος στο σπίτι, έκλαψα από συγκίνηση. Εκείνη την ώρα συνειδητοποίησα, σκεπτόμενος μόνος μου, πως έχουν προχωρήσει τα πράγματα.

Σκέφτηκα πως αλλάζει η ζωή μας και αλλάζει προφανώς προς το καλύτερο» εξομολογείται και συνεχίζει: «Από την πρώτη στιγμή που ο Γιάννης ήρθε ως μωράκι στο σπίτι το περιβάλλον άλλαξε και υπήρχε μια διάχυτη γλυκύτητα. Δεν μπορώ να την εξηγήσω αλλά σίγουρα την είχα νιώσει. Αντιλαμβάνομαι ότι οι μητέρες από την πρώτη στιγμή είναι πιο κοντά στα παιδιά λόγω του
φύλου τους και της ίδιας της φύσης. Και για εμάς τους πατεράδες όμως είναι πολύ σημαντικό να αποκτάμε ένα παιδί. Αλλιώς να σου το λένε και αλλιώς να γίνεται στη ζωή σου. Καθώς περνάνε οι μήνες και τα χρόνια, πλέον και ο πατέρας αρχίζει να αποκτά μια πιο στενή επαφή. Αυτή την επαφή δεν την αλλάζω με τίποτα. Είναι το πιο σημαντικό πράγμα της ζωής μου».

Με την ειλικρίνεια που τον χαρακτηρίζει παραδέχεται πως δεν θα προέτρεπε τον Γιάννη να ασχοληθεί με την πολιτική. «Ας κάνει ό,τι νομίζει, αλλά δεν θα του το πρότεινα. Δεν πρόκειται να τον αποτρέψω, αλλά δεν θα του το πρότεινα γιατί η πολιτική έχει πολλές εντάσεις, πιέσεις, πίκρες και απογοητεύσεις. Εν πάση περιπτώσει, αυτά είναι πράγματα που τα αποφασίζει ο καθένας για τη ζωή του».

Το συγκινητικό περιστατικό με τον άστεγο στο γραφείο του

Παρά τις απογοητεύσεις, ωστόσο, υπάρχουν και αυτές οι πολύτιμες στιγμές που του δίνουν δύναμη να συνεχίσει. Περιγράφοντας ένα πρόσφατο περιστατικό που τον συγκίνησε λέει: «Στην εκδήλωση για την πρωτοχρονιάτικη πίτα του γραφείου μου ένας άστεγος, ο κύριος Φώτης, ζήτησε να μιλήσει. Παίρνοντας το μικρόφωνο και ενώ εγώ δεν γνώριζα τίποτα, μίλησε για τη συμπαράσταση που
είχε από εμάς, από το γραφείο μου και από εμένα. Είπε ότι εντάχθηκε τελικά στο πρόγραμμα στέγασης και εργασίας βρίσκοντας παράλληλα και σπίτι και δουλειά.

Ομολογώ ότι αυτό ήταν κάτι παραπάνω από συγκινητικό για εμένα. Αυτά τα περιστατικά λειτουργούν σαν καύσιμο για να συνεχίσει κάποιος παραπέρα στην πολιτική. Παρά τις απογοητεύσεις υπάρχουν κι εκείνοι που αναγνωρίζουν το έργο σου και δεν στέκονται απλά και μόνο σε έναν στείρο αρνητισμό και μια a priori καταδίκη των όσων έχεις κάνει ή δεν έχεις κάνει».

Η θάλασσα με τα πιράνχας των social media

Ο Κωστής Χατζηδάκης επικοινωνεί με τους πολίτες διαρκώς, ενώ είναι ιδιαίτερα ενεργός στα social media, χωρίς αυτό να τον φοβίζει. «Τα social media είναι μια πραγματικότητα στη ζωή μας. Είναι σαν
να με ρωτάς “σε φοβίζει που βρέχει;” ή “σε φοβίζει που έχει ήλιο;”. Πρόκειται για μια εξέλιξη. Το καλό είναι ότι κάθε πολίτης μπορεί να γίνει ένα είδος δημοσιογράφου, εκφράζοντας τις απόψεις του δημόσια και με τον τρόπο που αυτός επιλέγει.

Το κακό, από την άλλη, είναι ότι δεν υπάρχει σχεδόν το παραμικρό φίλτρο, επομένως μπορεί να διαδίδονται εύκολα fake news και αβάσιμες φήμες. Ωστόσο, μέσα σε αυτή τη θάλασσα με πιράνχας πρέπει κανείς να κολυμπάει. Αυτή είναι η προσπάθειά μου. Μάλιστα, όποιος με παρακολουθεί γνωρίζει πως δεν είμαι ιδιαίτερα συγκρουσιακός στα social media. Εκφράζω τις απόψεις μου και τις θέσεις μου αλλά δεν έχω λυμένο το ζωνάρι μου. Όποιος θέλει να τσακωθεί ας τσακωθεί μόνος του. Έτσι είμαι γενικά στη ζωή μου. Έχω τις απόψεις μου αλλά δεν θέλω να είμαι ήρωας καβγάδων».

Διαβάστε περισσότερα στο περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφορεί στα περίπτερα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ