Συναντιόμαστε πρωί Πέμπτης σε ένα café της Γλυφάδας. Το βράδυ της ίδιας μέρας πετάει για Λονδίνο, όπου έχει προγραμματίσει μια σειρά φωτογραφίσεων. «Από την αρχή της χρονιάς έχω κάνει 45 πτήσεις! Σε μια δεύτερη ζωή θα μπορούσα να γίνω αεροσυνοδός» λέει γελώντας η Σοφία Χαρμαντά και την ίδια στιγμή πίνει μια γουλιά από τον φυσικό χυμό της «χωρίς καθόλου ζάχαρη» που είχε ζητήσει λίγο νωρίτερα από τον σερβιτόρο. Αναρωτιέμαι αν τελικά αυτή είναι η ζωή ενός μοντέλου. Μια ζωή χωρίς ζάχαρη! «Εντάξει, δεν είναι ότι στερούμαι κάτι. Απλά μου αρέσει να υπάρχει μια ισορροπία στη διατροφή μου. Από εκεί και πέρα, αν έχω προγραμματίσει κάποια φωτογράφιση –όπως τώρα–, σίγουρα θα προσέξω λίγο περισσότερο. Ειδικά αν αυτή η φωτογράφιση είναι για μαγιό» λέει σχεδόν απολογητικά.

Τα τελευταία έξι χρόνια η Σοφία Χαρμαντά ακολουθεί καριέρα μοντέλου στο εξωτερικό με βάση της τη Νέα Υόρκη. Και εδώ κουμπώνει μια παλιά φράση που η ίδια επιβεβαιώνει στην πράξη: «Αν πετύχεις στη Νέα Υόρκη, μπορείς να πετύχεις παντού!».

Κάνεις μια δουλειά στην οποία τα «όχι» είναι περισσότερα από τα «ναι» και οι απορρίψεις διαδέχονται η μία την άλλη. Αυτό είναι κάτι που συνηθίζεται με τον καιρό;

Ναι, έχω μάθει πλέον να μην παίρνω την απόρριψη προσωπικά. Γιατί είναι μέσα στο πρόγραμμα να μην κλείσεις κάποιες δουλειές ή να ακυρωθούν κάποιες άλλες. Αν το πάρεις προσωπικά, θα χαλιέσαι συνεχώς κι αυτό δεν έχει νόημα.

Όλο αυτό, φαντάζομαι, προϋποθέτει και μια εσωτερική δουλειά με τον εαυτό σου.

Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το να αγαπάς τον εαυτό σου. Να τον φροντίζεις και να κάνεις πράγματα για σένα. Και σ’ το λέω αυτό εγώ, που δεν τα έχω όλα λυμένα μέσα μου και ξέρω πως σίγουρα υπάρχει χώρος για αυτοβελτίωση. Πολλές φορές έχω βρεθεί να μαστιγώνω τον εαυτό μου γιατί έχω υψηλά στάνταρ κι αυτό δημιουργεί πολλές προσδοκίες και απαιτήσεις. Ωστόσο, μέσα από τα χαστούκια και τις απορρίψεις έμαθα να κάνω αυτή τη βαθύτερη αναζήτηση και πλέον να νιώθω πως έχω βρει τα πατήματά μου σε αυτό τον χώρο – έναν χώρο στον οποίο όσοι κινούμαστε έχουμε αυτό το «ποτέ δεν είσαι αρκετός».

Πώς διαχειρίστηκες τις πρώτες απορρίψεις;

Εντάξει, δεν κλείστηκα στο σπίτι μου αλλά με ενοχλούσε. Επειδή μεγάλωσα σε μια οικογένεια που είχα το «μπράβο» και την αποδοχή, ήμουν με την καλή έννοια κάπως καλομαθημένη. Και οι πρώτες αυτές απορρίψεις ήταν ένα γερό χαστούκι. Στην πορεία όμως φρόντισα να σκληραγωγηθώ.

Επαγγελματικά ποιο ήταν το πρώτο «όχι» που άκουσες;

Ήταν σε ένα από τα πρώτα μου κάστινγκ. Ήμουν 19 χρόνων, μόλις είχα ξεκινήσει το μόντελινγκ και ήταν να κάνω ένα editorial για ελληνικό περιοδικό. Κατάλαβα από την αρχή ότι δεν θα έπαιρνα τη δουλειά. Ήμουν ανάμεσα σε πόσες κοπέλες –οι περισσότερες από το εξωτερικό–, ήταν κάπως λογικό. Θυμάμαι πως δεν μου έδωσαν καμιά απολύτως σημασία και πως γυρνώντας στο σπίτι έβαλα τα κλάματα.

Δεν πτοήθηκες όμως και αυτή τη στιγμή κάνεις αυτό που λέμε «διεθνή καριέρα».

Η αλήθεια είναι πως πρέπει να έχεις κότσια για να πας στο εξωτερικό και να μείνεις εκεί. Είναι δύσκολο να εδραιωθείς, να βρεις καλά πρακτορεία και να εκπροσωπηθείς από έμπειρους ατζέντηδες. Εν τω μεταξύ, ο ανταγωνισμός είναι τεράστιος. Αν στην Ελλάδα υπάρχει ανταγωνισμός μία φορά, στο εξωτερικό πολλαπλασίασέ το επί δέκα.

Έχεις ακόμη τον ατζέντη που έχει αναλάβει, μεταξύ άλλων, την Κέιτ Μος και την Κλόντια Σίφερ;

Δεν είμαστε τώρα μαζί γιατί έχω αλλάξει γραφείο στη Νέα Υόρκη, αλλά θα ξαναπώ ότι το να έχεις καλά πρακτορεία είναι το άλφα και το ωμέγα στο εξωτερικό. Και φυσικά να αγαπάς αυτό που κάνεις. Εγώ έχω λίγο τη νοοτροπία των Αμερικανών, αυτό το «live to work» – «ζω για να δουλεύω». Ξέρω πως δεν είναι πάντα σωστό, αλλά μου αρέσει η δουλειά, δεν είμαι τεμπέλα. Από μικρή ήμουν έτσι. Και τώρα ζω το δικό μου αμερικανικό όνειρο.

Είχες πει εξαρχής πως «πάω Αμερική για να μείνω» ή σε πήγαν και λίγο μόνα τους τα πράγματα;

Ήθελα από μικρή να μείνω στο εξωτερικό, ανεξαρτήτως του μόντελινγκ. Ως παιδί έβλεπα πολλές ταινίες, μου άρεσε ο χώρος του κινηματογράφου και θυμάμαι ότι έλεγα στη μητέρα μου: «Όταν μεγαλώσω, θα μείνω στο Λος Άντζελες». Εκείνη δεν έλεγε τίποτα, γελούσε. Τελικά έφυγα το 2017 για τη Νέα Υόρκη, που είναι η πρωτεύουσα της μόδας, και κάπως όλα πήραν τον δρόμο τους.

Ανακοινώνοντας στους δικούς σου ανθρώπους πως φεύγεις για να ακολουθήσεις καριέρα μοντέλου στην Αμερική, φαντάζομαι πως πολλοί ήταν εκείνοι που προσπάθησαν να σε αποτρέψουν ή αναρωτήθηκαν «πού ετοιμάζεται να πάει ξυπόλυτη στα αγκάθια;».

Κι όμως, όχι! Καταρχάς, οι ίδιοι μου οι γονείς ήταν πολύ ενθαρρυντικοί και συνεχίζουν να με στηρίζουν σε ό,τι κάνω και να είναι οι νούμερο ένα fans μου. Έχω μεγαλώσει σε μια πολύ καλή οικογένεια, όπου μου έχουν δώσει τα κατάλληλα εφόδια και τις σωστές αξίες, άρα ήμουν πολύ καλά προετοιμασμένη. Η μητέρα μου με έχει επισκεφτεί αρκετές φορές και στο Λονδίνο όποτε ήμουν εκεί για δουλειά. Και οι δύο μου γονείς, εφόσον βλέπουν πως αυτό που κάνω πηγαίνει καλά, είναι χαρούμενοι. Αλλά και εγώ είχα φροντίσει να κάνω πρώτα ωραίες δουλειές στην Ελλάδα, να αποκτήσω ένα καλό portfolio και μετά να φύγω για το εξωτερικό. Έγιναν δηλαδή όλα σωστά.

Πόσο ακριβή είναι η ζωή στη Νέα Υόρκη;

Η Νέα Υόρκη θεωρείται μία από τις πιο ακριβές πόλεις. Στην κατάταξη του 2021 βγήκε η τρίτη πιο ακριβή στον κόσμο. Σκέψου πως για να νοικιάσεις ένα απλό διαμέρισμα –και αυτό όχι στην πιο καλή περιοχή– θέλεις 3.500 με 4.000 δολάρια. Και τώρα τελευταία έχει γίνει ακόμη πιο ακριβή. Είναι βέβαια και άλλοι οι μισθοί, δεν έχει καμία σχέση το πώς πληρώνεσαι εκεί με το πώς πληρώνεσαι εδώ.

Υπήρχαν διαστήματα που έπρεπε να περικόψεις από παντού γιατί δεν έβγαινες οικονομικά;

Εννοείται, γιατί κάνω μια δουλειά που δεν είναι σταθερή και δεν έχει στάνταρ εισόδημα, οπότε έχω περάσει διαστήματα που ήμουν αρκετά στενά οικονομικά. Θυμάμαι ότι μια περίοδο στο Λονδίνο έλεγα στον εαυτό μου «Σοφία, τώρα πρέπει να μαζευτείς. Τέρμα οι έξοδοι και τα dinners».

Διαβάστε περισσότερα στο περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφορεί με Τα Νέα Σαββατοκύριακο.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ