Λίγες ημέρες μας χωρίζουν από τα Oscars 2022. Τα πολύτιμα αγαλματίδια θα δοθούν για ακόμα μια χρονιά σε εκείνους που κέρδισαν με τις ερμηνείες τους, αλλά και τη δουλειά τους την εκτίμηση της Αμερικάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου. Εκτός από τη διεθνή αναγνώριση και το κύρος που προσδίδει στους κινητές το χρυσό αγαλματίδιο, μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία των μεγάλων νικητών. Κι όμως, στην ιστορία του θεσμού υπήρξαν τρεις νικητές που αρνήθηκαν τα βραβεία Όσκαρ για τους δικούς του λόγους ο καθένας.

(Shutterstock)

Ντάντλεϊ Νίκολς

Ο σεναριογράφος Ντάντλεϊ Νίκολς ήταν ο πρώτος στην ιστορία του θεσμού που αρνήθηκε το βραβείο Όσκαρ που του απονεμήθηκε το 1936 για την ταινία The Informer. Ο Νίκολς μποϊκόταρε τα Oscars σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την άρνηση της Ακαδημίας να αναγνωρίσει το Σωματείο Σεναριογράφων, μεταξύ άλλων συνδικάτων. Εκείνη την εποχή, η Ακαδημία αντιτάχθηκε στα ανεξάρτητα συνδικάτα με το σκεπτικό ότι η ίδια η Ακαδημία λειτουργούσε ήδη ως σωματείο εργαζομένων. Ο Νίκολς απέρριψε το βραβείο του και το έστειλε πίσω δυο φορές ρίχνοντας τις προσπάθειες της Ακαδημίας να το παραλάβει στο κενό. Η διαμαρτυρία του είχε αποτέλεσμα. Το 1938 το Εθνικό Συμβούλιο Εργασιακών Σχέσεων των Ηνωμένων Πολιτειών πιστοποίησε το Σωματείο Σεναριογράφων ως εκπρόσωπο των συγγραφέων της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Έπειτα από αυτό δέχθηκε το Όσκαρ του.

Μάρλον Μπράντο

Το 1973 ο Μάρλον Μπράντο αρνήθηκε να παραλάβει το χρυσό αγαλματίδιο για την ερμηνεία του στην ταινία του Φράνσις Φορντ Κόπολα, «Νονός». Ως Βίτο Κορλεόνε κατάφερε να κερδίσει το Όσκαρ Ά ανδρικού ρόλου. Για τον εμβληματικό του ρόλο, αρνήθηκε να παρευρεθεί στην τελετή, αλλά εν τέλει και να παραλάβει το βραβείο του.

Όταν ανακοινώθηκε το όνομά του κατά τη διάρκεια της τελετής, στη θέση του σηκώθηκε η Ινδιάνα Σατσίν Λίντφέδερ κι όλοι πίστεψαν ότι θα το παραλάβει εκ μέρους του. Στην πραγματικότητα όμως εκείνη κρατούσε στα χέρια της ένα κείμενο διαμαρτυρίας του ηθοποιού, έκτασης 15 σελίδων, το οποίο αφορούσε στα δικαιώματα των Ινδιάνων και στον τρόπο που παρουσιάζονται και αντιμετωπίζονται από την κινηματογραφική βιομηχανία. Η Σατσίν ανέβηκε στην σκηνή, αρνήθηκε να παραλάβει το βραβείο από τα χέρια του Ρότζερ Μουρ και εξήγησε τους λόγους ευχαριστώντας τον Μάρλον Μπράντο.

Τζορτζ Σι Σκοτ

Ο Τζορτζ Σι ήταν υποψήφιος για Όσκαρ Β’ ανδρικού ρόλου το 1960 και το 1962. Στη δεύτερη υποψηφιότητά του είχε εκφράσει τη διαφωνία του με τον διαγωνισμό καθώς αντιτάσσει τους ηθοποιούς τον έναν απέναντι στον άλλον. Ωστόσο, το 1971 ήταν ξανά στους υποψήφιους για τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στην ταινία Patton, η οποία είχε τύχει μεγάλης αποδοχής παγκοσμίως.

Ο Σκοτ ​​ενημέρωσε για ακόμα μια φορά την Ακαδημία ότι δεν αποδέχεται την υποψηφιότητα και δεν θα δεχόταν βραβείο. Ωστόσο, εκείνος ήταν που κέρδισε το βραβείο Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου. Φυσικά, η θέση του ήταν γνωστή και η παρουσιάστρια Γκόλντι Χον δεν έκρυψε την έκπληξή της. Ανοίγοντας τον φάκελο και βλέποντας το όνομα, αναφωνώντας «Θεέ μου».

Αυτό θεωρήθηκε από κάποιους θεωρητικούς του κινηματογράφου μια κίνηση που έκανε η Ακαδημία προς όφελός της καθώς εκείνη την περίοδο αμφισβητούνταν η αξιοπιστία των βραβείων με τον ηθοποιό Κλιφ Ρόμπερτσον να θέτει το ερώτημα κατά πόσο κάποιοι μπορούσαν να αγοράσουν τα βραβεία τους. Κατά κάποιο τρόπο η απάντηση ήταν ότι κάποιοι ούτε τα θέλουν, πόσο μάλλον να τα αγοράσουν και δώσαμε το βραβείο στον Τζορτ Σι Σκοτ γιατί το άξιζε. «Οι τελετές είναι μια δίωρη παρέλαση κρέατος, μια δημόσια επίδειξη με επινοημένο σασπένς για οικονομικούς λόγους», είπε είχε δηλώσει ο Σκοτ στον Τύπο, στηλιτεύοντας τα βραβεία ως «προσβλητικά, βάρβαρα και εγγενώς διεφθαρμένα».

Με πληροφορίες από History.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ