Θύμα επιτήδειων έπεσε η Λόλα Νταϊφά. Απατεώνες την εξαπάτησαν και άνοιξε την πόρτα του σπιτιού της, το αποτέλεσμα ήταν αντικείμενα μεγάλης αξίας και συναισθηματικής να «κάνουν φτερά». \

Συγκεκριμένα ένας καλοντυμένος άγνωστος ζήτησε από τη Λόλα Νταϊφά να κοιτάξουν το ρελέ και έπειτα να δουν αν λειτουργεί η κουζίνα της, με την πρόφαση ότι πραγματοποιούσαν εργασίες στο επάνω διαμέρισμα. Μαζί του όμως εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι μπήκε και άλλο ή άλλα άτομα, αφού τα οικογενειακά κειμήλια, χρυσαφικά και κοσμήματα μεγάλης συναισθηματικής και χρηματικής αξίας που αγγίζουν τις 600.000 ευρώ «έκαναν φτερά».

Το okmag επικοινώνησε με τη Λόλα Νταϊφά, η οποία μας ενημέρωσε ότι μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει κάτι νεότερο στην υπόθεση.

«Δεν έχω τίποτα νεότερο δυστυχώς. Είχαν έρθει, είχαν πάρει φωτογραφίες που φορούσα τα κοσμήματα. Μετά μου είπαν ότι τις έστειλαν στην Interpol επειδή ήταν μεγάλο το ποσό. Αλλά μέχρι στιγμής τίποτα», ανέφερε.

Από την αστυνομία τί σας έχουν πει; Είναι κάποια σπείρα;

Εγώ δεν ήξερα γιατί αυτός ήταν καλοντυμένος και σένιος. Από την αστυνομία μου είπαν ότι πιστεύουν ότι είναι Ρομά.

Οι άλλοι πώς μπήκαν στο σπίτι;

Δεν τους είδα τους άλλους. Με ρώτησαν οι αστυνομικοί “οι άλλοι πώς ήταν”. Λέω ποιοι άλλοι; Εγώ με έναν μιλούσα. Λέει με έναν μιλούσατε, τον ελέγχατε; Λέω πλήρως. Αφού τον ελέγχατε και έφυγε ποιος τα πήρε τα κοσμήματα; Πίσω από αυτόν είχαν μπει δύο άλλοι.

Πότε καταλάβατε ότι λείπουν τα πράγματά σας;

Μόλις έφυγε αυτός εγώ πήγα στο δωμάτιο. Ήταν μια δύσκολη μέρα για εμένα, ήμουν πάρα πολύ φορτισμένη και χωρίς καθόλου αντανακλαστικά, γιατί αντιμετώπιζα ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Μπήκα εγώ, μπήκε αυτός και φαίνεται πίσω του μπήκαν οι άλλοι. Εμένα με απασχόλησε στην κουζίνα δήθεν για να δει αν λειτουργούν τα μάτια και μετά έφυγαν αυτοί και αυτός μου είπε δεν “έχετε πρόβλημα”.

Μετά πήγα στο δωμάτιό μου να ησυχάσω και είδα ότι δεν υπήρχε τίποτα. Ήταν όλα τα κουτιά που είχα τα κοσμήματά μου πεταμένα κάτω και έλειπαν όλα. Δεν έμεινε τίποτα!.

Υπήρχαν και αντικείμενα συναισθηματικής αξίας.

Βέβαια. Υπήρχαν της γιαγιάς μου της προγιαγιάς μου, της πεθεράς μου και αυτά που είχα αγοράσει εγώ με τον κόπο μου.

Υπάρχει κάποιο αντικείμενο που σας κόστισε πολύ που δεν το έχετε πια;

Όλα μου κοστίσανε γιατί είχαν μια ιστορία, ήταν “η οικογένειά μου της γιαγιάς μου, της προγιαγιάς μου, της μητέρας μου. Ήταν η “οικογένειά μου”. Εγώ δεν έχω και μεγάλη οικογένεια, έχω μόνο την κόρη μου. Και όλα αυτά ήταν σαν ότι “δεν βρέθηκα στον δρόμο”, όλοι εκείνοι τα φορούσαν.

Το βράδυ κοιμηθήκατε στο σπίτι σας;

Στο δωμάτιό μου δεν κοιμήθηκα και έκανα μήνες να κοιμηθώ. Δεν ήταν εύκολο. Είναι ένας βιασμός. Είναι τέσσερις πέντε μήνες που έγινε αυτό. Εγώ δεν το είχα πει. Έτυχε και έγινε γνωστό από άλλον άνθρωπο.

Πήρατε κάποια επιπλέον μέτρα στο σπίτι έκτοτε;

Όχι, γιατί τα μέτρα υπήρχαν. Εγώ του άνοιξα. Εγώ τον έβαλα μέσα. Το σπίτι έχει και συναγερμό και συνδεδεμένο με την αστυνομία είναι και φώτα ανάβουν και σίδερα στις πόρτες έχω. Ό,τι μπορείς να φανταστείς. Δεν διέρρηξαν το σπίτι. Εγώ είχα τη βλακεία και τον έμπασα μέσα.

Μακάρι να βρεθεί έστω και κάτι. Ήρθε η σήμανση αμέσως. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν να πάρω το 100. Δεν μπορείς να τους πεις ότι δεν τον βρήκαν. Γιατί εγώ δεν βοήθησα, γιατί αυτός φορούσε μία μάσκα. Κι εγώ σκέφτηκαν τηρεί τους κανόνες υγιεινής και φοράει μάσκα.

Μετά μου είπαν οι αστυνομικοί τα μαλλιά να μην τα λαμβάνω υπόψη μου. Γιατί τα ξυρίζουν, τα βάφουν, φοράνε περούκες. Τι περιγραφή να κάνεις όταν δεν έχεις δει καθόλου το πρόσωπο του άλλου; Όσο κάθισε στο σπίτι δεν μου έδωσε αφορμή. Εγώ είχα την τσάντα μου την έβαλα στην κουζίνα. Δεν ασχολήθηκε με την τσάντα μου να την πλησιάσει. Είχα το τηλέφωνό μου, δεν ασχολήθηκε. Δεν μου έδωσε καθόλου λαβή για να αρχίσω να τον υποπτεύομαι. Απλώς με απασχολούσε. Κι εγώ ήμουν ανυποψίαστη και φορτισμένη.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ