Η πιό δημοφιλής πρώην παίκτρια του Masterchef, Λία Μακροστεργίου φωτογραφίζεται με την κόρη της Στελλίνα και μοιράζεται την εμπειρία της από το παιχνίδι μαγειρικής του STAR αλλά και τις δυσκολίες που βίωσε και την έκαναν τον άνθρωπο που είναι σήμερα.

Πώς βρέθηκες στο MasterChef;

 Ήταν μια απόφαση της στιγμής. Όταν συμπλήρωσα την αίτηση, δεν ήμουν σίγουρη αν τελικά θα πήγαινα. Παρακολουθούσα πάντα το MasterChef, αλλά δεν μπορούσα να λάβω μέρος γιατί η κόρη μου ήταν πολύ μικρή. Τώρα που είναι 4,5 ετών ήταν η ιδανική στιγμή. Διότι και του χρόνου που θα πάει στην Α’ Δημοτικού δεν θα την άφηνα, γιατί ξέρω πόσο σημαντική είναι για ένα παιδί η πρώτη του χρονιά στο σχολείο. Οπότε ή θα γινόταν τώρα ή ποτέ. Από την άλλη, ήμουν σε μια φάση της ζωής μου που αναζητούσα το κάτι παραπάνω. Ή θα έμενα στο μαγειρείο μου και θα έφτιαχνα παστίτσιο και μουσακά για μια ζωή ή θα αναζητούσα έναν τρόπο για να εξελιχθώ. Όταν με πήραν τηλέφωνο για να περάσω από οντισιόν, το συζήτησα με τα μέλη της οικογένειάς μου και μου διέλυσαν τους φόβους που είχα, για το παιδί κυρίως, γιατί ήξερα ότι θα ήταν όλοι δίπλα του. Και, για να είμαι ειλικρι – νής, δεν φανταζόμουν ότι θα έφτανα τόσο μακριά.

 Γιατί το λες αυτό;

Περίμενα ότι θα ήμουν η πρώτη που θα αποχωρούσα. Δεν φανταζόμουν με τίποτα ότι θα έμενα τεσσερισήμισι μήνες στο MasterChef. Τι σε δυσκόλεψε περισσότερο μέσα στο παιχνίδι; Η απουσία του παιδιού μου. Ήταν κάτι που δεν μπορούσα να το διαχειριστώ. Στην αρχή ήθελα να φύγω… Αλλά αφού πέρασαν δύο εβδομάδες που ήμασταν σε καραντίνα και άλλη μία εβδομάδα με τις οντισιόν για να φτάσουμε στα bootcamps, έλεγα από μέσα μου: «Έδωσες έναν μήνα από τη ζωή σου και θα πάει χαμένος;». Οπότε κρατιόμουν μέρα με τη μέρα και έτσι την έβγαλα μέχρι το τέλος.

Δεν σε δυσκόλεψε η συγκατοίκηση με άτομα που δεν γνώριζες;

Αυτό δεν το φοβήθηκα καθόλου. Πριν ασχοληθώ με τη μαγειρική, τραγουδούσα. Όταν εμφανίζεσαι σε μαγαζιά της επαρχίας, η επιχείρηση διαθέτει ένα σπίτι για τους τραγουδιστές. Μου είχε τύχει πολλές φορές λοιπόν στο παρελθόν να συγκατοικήσω με άτομα που δεν γνώριζα. Και συνήθως τα πάω καλά με τους ανθρώπους. Αν κάποιος δεν μου ταιριάζει, δεν κάνω παρέα μαζί του. Βέβαια, όταν ήμασταν 24 άτομα σε ένα σπίτι, δυσκολεύτηκα αρκετά. Υπήρχαν καβγάδες στους οποίους δεν συμμετείχα, αλλά υπήρχαν και ωραίες στιγμές. Γνώρισα άτομα με τα οποία κάναμε ωραίες συζητήσεις γιατί μας συνέδεε η αγάπη για τη μαγειρική.

 Υπήρξε κάποια στιγμή που θέλησες να πάρεις τη βαλίτσα σου και να αποχωρήσεις;

Όταν ένιωσα ότι η Μαρίνα (σ.σ. Ντεμολλάι) με πρόσβαλε μαγειρικά και την έπιασα να λέει άλλα μπροστά μου και άλλα πίσω μου. Εκεί πήρα τα πράγματά μου και έφυγα από το δωμάτιο που μέναμε. Προτίμησα να κοιμάμαι σε έναν καναπέ μόνη μου. Αλλά ακόμα και τότε δεν σκέφτηκα να αποχωρήσω. Ίσα ίσα που το περιστατικό αυτό με πείσμωσε. Έτσι κι αλλιώς, ήξερα ότι είχα ξεπεράσει τους στόχους μου. Όταν μπαίνεις σε ένα παιχνίδι όπου περιμένεις πως θα φύγεις την πρώτη εβδομάδα και μένεις τεσσερισήμισι μήνες, ξέρεις ότι όποια στιγμή και να αποχωρήσεις θα είσαι κερδισμένος. Εγώ τουλάχιστον αυτό ένιωθα. Παρ’ όλα αυτά, όταν αποχώρησες έκλαψες πολύ. Ναι. Και θυμάμαι κιόλας που είπα «Τόσο καιρό λύσσαξα να φύγω και τώρα δεν θέλω». (Γελάει.) Ήταν πολύ συγκινητική η μέρα της αποχώρησής μου. Με συγκίνησε πολύ ο τρόπος που με αποχαιρέτησαν κάποιοι από τους συμπαίκτες μου αλλά και άτομα της παραγωγής με τα οποία δέθηκα αυτούς τους μήνες που συνεργαστήκαμε. Είμαι και ευσυγκίνητη, οπότε ήταν λογικό να κλάψω.

 Πώς αντέδρασε η κόρη σου όταν σε είδε να κλαις;

 Δεν είχε δει το συγκεκριμένο στιγμιότυπο, γιατί προτιμούσε το Survivor που έχει αγωνίσματα. Είχε δει όμως ένα προηγούμενο επεισόδιο όπου έκλαιγα όταν είχε γίνει το σκηνικό με τη Μαρίνα. Μάλιστα, από ό,τι μου είπε μετά ο άντρας μου, του είχε πει: «Αυτή η Μαρίνα κάνει συνέχεια τη μαμά μου και κλαίει. Θα πήγαινα να της δείξω εγώ, αλλά δεν αφήνουν παιδάκια στο MasterChef». Πώς ένιωσαν ο άντρας σου και η κόρη σου όταν επέστρεψες στο σπίτι σας; Ο άντρας μου επειδή δεν το περίμενε, όταν άνοιξε την πόρτα και με είδε ξαφνικά μπροστά του, ήταν λίγο αμήχανος. Σαν να μην πίστευε ότι ήμουν εκεί. Η κόρη μου μου έκανε μια πολύ σφιχτή αγκαλιά και φώναζε «μαμά». Εννοείται πως όταν άκουσα αυτή τη λέξη συγκινήθηκα και έκλαιγα, γιατί περίμενα τόσο καιρό να τη δω και να την αγκαλιάσω.

Υπάρχει κάτι για το οποίο μετανιώνεις από τη συμμετοχή σου στο MasterChef;

Για το μόνο που μετανιώνω είναι που δεν επαναπροσδιόρισα τους στόχους μου. Βλέποντας ότι μπορώ να τα καταφέρω και ότι δεν ήταν για να φύγω από την πρώτη εβδομάδα, θα έπρεπε να έχω βάλει στόχο το έπαθλο. Αν το είχα κάνει, ίσως στην τελευταία δοκιμασία να μην πέταγα το πιάτο που είχα ετοιμάσει και να μην πήγαινα έναν άδειο δίσκο στους κριτές. Και ίσως να τολμούσα και περισσότερο αν είχα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Τι θα κάνεις από εδώ και πέρα; Θα ήθελα εκτός από το μαγειρείο, που θα παραμείνει γιατί είναι μια πετυχημένη συνταγή (σ.σ. διατηρεί τη δική της επιχείρηση στον Βόλο), να φτιάξω και έναν άλλο χώρο που θα έχει ελληνικές γεύσεις σε πιο μοντέρνα έκδοση.

Από πού πήρες την αγάπη σου για τη μαγειρική;

Από τον πατέρα μου, που ήταν ζαχαροπλάστης και μάγειρας. Τον πατέρα μου τον έχασα όταν ήμουν 7 ετών και δεν έχω πολλές μνήμες από εκείνον. Αλλά η εικόνα που έχω ήταν να είναι σε μια κουζίνα και να μαγειρεύει. Είχε ένα εστιατόριο στην περιοχή του Ζωγράφου και θυμάμαι ότι σε ηλικία 5-6 ετών με έβαζε πάνω στον πάγκο κα τον έβλεπα να κόβει σαλάτες και να μαγειρεύει. Αλλά έχω και μια οικογένεια που αγαπάει γενικά τη μαγειρική. Η μητέρα μου, οι γιαγιάδες, οι αδελφές μου, όλες μαγειρεύουν υπέροχα! Οπότε μεγάλωσα μέσα στις κουζίνες. Για να σου δώσω να καταλάβεις, στα 5 μου ήξερα να ανοίγω φύλλο. Ακόμα και τώρα, όταν ετοιμάζω πρωινό για την κόρη μου, θα το στολίσω, θα το στήσω σε σχήμα καρδιάς που ξέρω ότι της αρέσει. Έχω μεράκι με τη μαγειρική!

Πώς έχασες τον πατέρα σου;

Ο πατέρας μου είχε ένα τροχαίο και τον χάσαμε μέσα σε μία μέρα. Ήταν κάτι που δεν μπόρεσα να το διαχειριστώ. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε ένα παιδί 7 ετών –που ήμουν εγώ τότε– να διαχειριστεί κάτι τέτοιο; Είναι κάτι που με πονάει ακόμα… Για πολλά χρόνια όταν έβλεπα στον δρόμο έναν μπαμπά με ένα κοριτσάκι με έπιαναν κλάματα. Μόνο όταν έγινα κι εγώ μητέρα μπόρεσα να το αντιμετωπίσω, γιατί τώρα όταν βλέπω μια τέτοια εικόνα φέρνω στο μυαλό μου την κόρη μου με τον πατέρα της και όχι εμένα με τον μπαμπά μου. Του είχα φοβερή αδυναμία και του μοιάζω και πάρα πολύ. Αλλά όταν χάνεις τον γονιό σου σε τόσο μικρή ηλικία μαθαίνεις να ζεις έτσι. Δεν ξέρω πώς είναι να μεγαλώνεις με πατέρα. Και πολλές φορές φαντάζομαι ότι αν δεν είχε φύγει, μπορεί τώρα να μαγειρεύαμε μαζί. Αλλά είμαι πολύ περήφανη και για εμένα και για τις αδελφές μου, γιατί σταθήκαμε στα πόδια μας, έχουμε τις δουλειές μας, τις οικογένειές μας.

Πώς σου είχαν συμπεριφερθεί τα παιδιά στο σχολείο όταν έμαθαν τι συνέβη;

 Άργησα πολύ να πω στις συμμαθήτριές μου ότι ο μπαμπάς μου πέθανε. Έφυγε στις 6 Σεπτεμβρίου του 1999, λίγο πριν ξεκινήσει η σχολική χρονιά. Εγώ τότε θα πήγαινα στη Β’ Δημοτικού. Αν θυμάμαι καλά, πρέπει να εκμυστηρεύτηκα στις φίλες μου τι συνέβη την επόμενη χρονιά. Ξεκίνησες να εργάζεσαι στα 15 σου χρόνια.

Πόσο εύκολο ήταν για ένα κορίτσι να δουλεύει και παράλληλα να πηγαίνει στο σχολείο;

Ήθελα να είμαι αυτόνομη. Η πρώτη μου δουλειά ήταν σερβιτόρα σε μια καφετέρια στον Βόλο. Στα 16 μου ξεκίνησα να τραγουδάω. Όταν τέλειωσα την Α’ Λυκείου, ήρθα στην Αθήνα, όπου δούλευα το πρωί και το βράδυ πήγαινα στο νυχτερινό σχολείο. Αλλά στα μέσα της χρονιάς πάντα έμενα από απουσίες, γιατί το πρωί εργαζόμουν σε καφετέριες και το βράδυ τραγουδούσα. Στα 19 μου επέστρεψα στον Βόλο, πήγα ξανά στο νυχτερινό σχολείο, το τέλειωσα και πέρασα στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, στο Οικονομικό Τμήμα, και ευελπιστώ τον Σεπτέμβριο να πάρω το πτυχίο μου.

 Πώς ασχολήθηκες με το τραγούδι;

Τυχαία. Είχα πάει σε ένα νυχτερινό κέντρο με φίλους από τη δουλειά. Εκεί τραγούδησα και ακούγοντάς με ο επιχειρηματίας μού πρότεινε να το κάνω επαγγελματικά. Όταν τότε έπαιρνα μεροκάματο 30 ευρώ στην καφετέρια ανεβοκατεβαίνοντας σκάλες για οκτώ ώρες και ξαφνικά μου έδιναν 130 ευρώ για να τραγουδάω, εννοείται ότι θα έλεγα «ναι». Δεν είχα το ψώνιο να γίνω τραγουδίστρια, ούτε μου άρεσε η νύχτα. Γι’ αυτό και όταν έβρισκα μια πρωινή δουλειά που να με καλύπτει οικονομικά δεν τραγουδούσα σε νυχτερινά κέντρα.

Τι δεν σου άρεσε στη νύχτα;

Δεν μου ταίριαζε. Ακόμα και το ότι έπρεπε να ντυθώ και να βαφτώ κάθε βράδυ επτά φορές την εβδομάδα, για μένα ήταν κουραστικό. Στη νύχτα γνώρισα και ωραίους ανθρώπους, και μάλιστα με τραγουδίστριες που είχαμε συνεργαστεί δέκα χρόνια πριν εξακολουθούμε να επικοινωνούμε. Αλλά είδα και άσχημα πράγματα. Ποια ήταν η πιο άσχημη εμπειρία που βίωσες ως τραγουδίστρια; Το χειρότερο που μου έχει συμβεί ήταν το 2010, όταν τελειώνοντας μια πολύ ωραία σεζόν στο Fix όπου τραγουδούσα με τον Σταμάτη Γονίδη, βρέθηκα σε ένα νυχτερινό κέντρο της επαρχίας. Ύστερα από έναν μήνα δουλειάς που ήμασταν απλήρωτοι, όλοι αποφασίσαμε να ζητήσουμε τα χρήματά μας. Τότε ο επιχειρηματίας έβγαλε όπλο. Πρέπει να σου πω ότι πριν συμβεί αυτό το περιστατικό είχα δει στον ύπνο μου τον πατέρα μου. Ήταν η μόνη φορά που τον είχα δει από τότε που τον έχασα και θυμάμαι ότι έλεγα στις συναδέλφους μου πως κάτι άσχημο θα γίνει… Εννοείται ότι έφυγα χωρίς να έχω ούτε ένα ευρώ στην τσέπη μου από αυτό το μαγαζί. Ζήτησα από έναν ηχολήπτη να με πάει στα ΚΤΕΛ για να γυρίσω στο σπίτι μου, αλλά δεν είχα χρήματα ούτε για το εισιτήριο. Ευτυχώς, με βοήθησε ένας φίλος του πατέρα μου και μπόρεσα να γυρίσω στον Βόλο. Δεν πήγα καν από το σπίτι που είχα τότε στην Αθήνα για να πάρω τα πράγματά μου. Ήταν τόσο μεγάλο το σοκ που ζήτησα από την αδελφή μου να έρθει στην Αθήνα για να οργανώσει τη μετακόμιση. Από εκείνο το περιστατικό και μετά έκανα δυόμισι χρόνια να ξανατραγουδήσω.

 Με τον σύζυγό σου πώς γνωριστήκατε;

 Όταν δούλευα σε ένα νυχτερινό κέντρο στον Βόλο μού πρότεινε μια συνάδελφος τραγουδίστρια να πάμε να πιούμε καφέ στο μαγαζί ενός φίλου της. Αυτός ήταν ο άντρας μου. Για έναν χρόνο από τότε που γνωριστήκαμε κάναμε απλά παρέα. Αλλά από φίλοι γίναμε ζευγάρι. Ξεκίνησε πολύ χαλαρά στην αρχή, αλλά εξελίχθηκε σε σχέση και δυόμισι χρόνια μετά ήρθε και το παιδί. Οπότε τότε αποφασίσαμε να παντρευτούμε. Πώς έγινε η πρόταση γάμου; Κλασική πρόταση με μονόπετρο δεν έγινε ποτέ. Απλά το συζητήσαμε. Δεν θα μπορούσε να γίνει και διαφορετικά γιατί ο άντρας μου είναι φοβερό τυπάκι. Είναι μια κατηγορία από μόνος του! (Γελάει.)

 Τι εννοείς;

 Τι να σου λέω τώρα… Οκτώ χρόνια που είμαστε μαζί τη φωνή του δεν την έχω ακούσει. Τον παρομοιάζω με τον Βούδα. Δέκα χρόνια να είσαι στο Θιβέτ, δεν πιάνεις το επίπεδο της νιρβάνας που έχει ο άντρας μου! (Γελάει.) Είναι ένας άνθρωπος με πολύ χιούμορ, έχει ωραίο τρόπο σκέψης. Αφού λέω ότι ακόμα κι αν κάποια στιγμή κάτι συμβεί στη σχέση μας, δεν θα μετανιώσω ποτέ που τον επέλεξα για να γίνει ο πατέρας του παιδιού μου. Είναι καταπληκτικός μπαμπάς.

Εσύ πώς είσαι ως μητέρα;

Είμαι ερωτευμένη με την κόρη μου! Αυτό που επεδίωξα από πολύ μικρή ήταν να γίνει κοινωνική και ανεξάρτητη. Δεν ήθελα να είναι κολλημένη πάνω μου. Και βέβαια, όπως όλα τα παιδιά, πολύ συχνά με ξαφνιάζει με ατάκες που μπορεί να μου πει. Τις προάλλες έπαιζε με την ξαδέλφη της και πήγα να της πω κάτι. «Μαμά, με αποσυγκεντρώνεις» μου απάντησε κι αναρωτήθηκα: «Αν μου λέει τέτοια πράγματα τώρα που είναι 4,5 φαντάσου τι θα γίνεται όταν μεγαλώσει λίγο ακόμα».

Διαβάστε περισσότερα στο περιοδικό ΟΚ! που κυκλοφορεί με τα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ