Στο τρίτο ετήσιο συνέδριο «Upfront Initiaitive» συμμετείχε η Ελένη Φουρέιρα, η οποία μίλησε για την καταγωγή της και τα σχόλια που ακούει για την εμφάνισή της.

Μαζί της ήταν και ο βραβευμένος Έλληνας σκηνοθέτης, Βασίλης Κεκάτος, ο οποίος έστρεψε τη συζήτηση στην πατριαρχία.

Η Ελένη Φουρέιρα αναφέρθηκε στα σχόλια που ακούει όταν «ντύνεται προκλητικά», αλλά και τα ρατσιστικά σχόλια που δεχόταν για πάρα πολλά χρόνια επειδή κατάγεται από την Αλβανία.

Τι είπε για τα σχόλια που δέχεται για την εμφάνισή της;

«Ως ένα κορίτσι ποπ, κατευθείαν κρίνεσαι. Δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτα. Αν ντυθώ πάρα πολύ, λένε “τι έπαθε, σοβαρεψε”;

Αν ντυθώ πιο λίγο γιατί έτσι γουστάρω λένε “έλα μωρέ την…” “έτσι κάνεις καριέρα”. Κρίνεσαι από την εμφάνισή σου.

Όταν αρχίσεις και κρίνεσαι τόσο πολύ για την εμφάνισή σου λες “αυτή είναι η ουσία σε αυτό που κάνω;”» ανέφερε αρχικά.

«Είναι κρίμα κάποιος να μας βάζει μια ταμπέλα επειδή θέλουμε να είμαστε σέξι. Δεν το κατάλαβα ποτέ. Είμαι αντίθετη σε αυτό και για αυτό ποτέ δεν με επηρέασε. Εγώ εκφράζομαι με το ντύσιμο. Τι σημαίνει προκαλώ, όταν εγω φοράω μια κοντή φούστα; Αφού μου αρέσει! Δεν με ενδιαφέρει να προκαλώ! Αυτό γίνεται μόνο στις γυναίκες. Εχεις ακούσει ποτέ για άντρα κάτι τέτοιο; Ποτέ!» συμπλήρωσε.

«Όλοι για να αρέσουν στην εποχή που ζούμε, λένε “είμαι αντίθετος στην ομοφοβία κλπ”, αλλά γυρνώντας σπίτι λένε “αν γίνει ο γιος μου γκέι, θα τον σκοτώσω”. Πρέπει οι άνθρωποι που μεγαλώνουν παιδιά να μάθουν.

Κι εγώ μεγαλώνω παιδί και όταν είσα αυτό που έγινε στη Θεσαλονίκη φοβήθηκα. Και δεν φοβήθηκα αν πέσει θύμα μπούλινγκ, αλλά να μην γίνει θύτης. Γιατί σε αυτή την περίπτωση, το πιο στενάχωρο είναι οι θύτες. Το θύμα θα βρει στήριξη από όλους μας. Τα άλλα παιδιά θα καταλάβουν ποτέ τι κάνουν; Δεν θέλουμε να έχουμε τέτοια παιδιά στην κοινωνία» συμπλήρωσε.

Τα σχόλια για την καταγωγή της και ο «δαίμονας» που δημιουργήθηκε

«Ως παιδί δεν μπορείς να καταλάβεις εύκολα το μπούλινγκ. Υπάρχει η φοβία της αποδοχής. Φεύγεις από μια χώρα και έρχεσαι σε μια άλλη που δεν έχεις επιλέξει να το κάνεις.

Καταλάβαινα απλά ότι η δική μου χώρα ήταν σε εμφύλιο. Είχα μια καλή μάνα που μας έκανε να νιώθουμε καλά» ανέφερε αρχικά.

«Όπου πήγαινα άκουγα “άντε μωρέ με την Αλβανίδα”. Όλο αυτό δημιούργησε έναν δαίμονα μέσα μου που τον κουβαλούσα και είχα πάντα ένα άγχος, ένα πράγμα που δεν με άφηνε να κοιμηθώ, να απελευθερωθώ χωρίς να καταλαβαίνω γιατί.

Όσο μεγαλώνει αυτό μέσα σου, δεν καταλαβαίνεις ότι αυτό γίνεται δαίμονας και σε κυνηγάει. Για αυτό όταν απέδειξα ότι δεν έχει σημασία από πού είσαι, μπορούν να σε αποδεχτούν και ως Αλβανίδα, για μένα ήταν απελευθέρωση. Πάντα ένιωθα υπερήφανη, αλλά ένιωθα άγχος αν θα με δεχτούν» συμπλήρωσε.

«Ήταν δύσκολο να το ξεπεράσω, αλλά πάλεψα πολύ και νιώθω ωραία με την πορεία μου, με τη ζωή μου και με όλο αυτό που έχω ζήσει.

Το είπα σε μια συνέντευξη, δεν ήταν ποτέ για μένα πρόβλημα. Χαίρομαι που σε εκείνη την εποχή άνοιξε ένας δρόμος. Δέχτηκα πάρα πολλά μηνύματα από πάρα πολλούς ανθρώπους.

Κάποια παιδιά πήραν το θάρρος από εμένα και αυτό είναι πολύ όμορφο. Πρέπει να αποκτήσεις τη δύναμη. Θα έρθει η στιγμή. Αυτό θα ήθελα να μείνει από εμένα τίποτα άλλο» κατέληξε.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ