«Έπεσα από τα σύννεφα όταν άρχισε όλο αυτό», «μου έπεσε το ταβάνι στο κεφάλι» κατέθεσε η Ελένη Κούρκουλα αναφερόμενη στις καταγγελίες εναντίον του Δημήτρη Λιγνάδη, ο οποίος αντιμετωπίζει κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος για βιασμούς κατ’ εξακολούθηση. Η κατάθεση της ηθοποιού και πρώην υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων έγινε στον Πρόεδρο του Μικτού Ορκωτού δικαστηρίου.

Η συνέχεια, όμως, της επιχειρηματολογίας της μάρτυρα υπεράσπισης του κατηγορούμενου και φίλου της μας ξάφνιασε. Και θα εξηγήσω φράση, φράση το γιατί.

Ποιοι είναι αυτοί οι κύριοι που μετά από τόσα χρόνια βιαζόντουσαν να καταγγείλουν τον βιασμό τους μέσα σε 4 μέρες. Αυτό είναι κάτι που δείχνει «να βγάλουμε το Λιγνάδη από τη μέση τώρα», δήλωσε η Ελένη Κούρκουλα.

Γιατί μας ξάφνιασε: Σε καταγγελίες που αφορούν ισχυρά πρόσωπα που εκ πρώτης μοιάζουν υπεράνω πάσης υποψίας, όταν βρει το θάρρος να μιλήσει ο πρώτος καταγγέλλων έχει παρατηρηθεί πως συχνά ανοίγει ο δρόμος να μιλήσουν και άλλοι. Το σκάνδαλο Γουάνσταϊν ξεδιπλώθηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα το 2017, μέσα σε λίγες μόνο μέρες. Από το άρθρο στη New York Times στις 5 Οκτωβρίου όπου έγιναν οι πρώτες αναφορές για σεξουαλική παρενόχληση, καθημερινά και για πολλές εβδομάδες έβγαιναν συνεχώς στο φως νέες μαρτυρίες και καταγγελίες με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Γιατί δεν μιλούσαν πριν; Γιατί τότε, για πρώτη φορά το παράθυρο ευκαιρίας νίκησε τον φόβο. Τίποτα από όλα αυτά, βέβαια, δεν αποδείκνυε την ενοχή γτου Χάρβεϊ Γουάινσταϊν. Απλά ενισχύθηκαν οι κατηγορίες με νέα στοιχεία. Η απόφαση κρίθηκε στο δικαστήριο. Ήταν μια από τις πιο προβεβλημένες δίκες της εποχής του #MeToo και -για την ιστορία- ο μεγαλοπαραγωγός τον Φεβρουάριο του 2020 κρίθηκε ένοχος μόνο για δύο από τις κατηγορίες: του βιασμού και της σεξουαλικής κακοποίησης.

«Κάποιοι τον ζήλευαν (σ.σ. τον Λιγνάδη) και πάντα είχε μια προσωπικότητα που προκαλούσε φθόνο. Θυμάμαι συνήγορο πολιτικής αγωγής, που έλεγε στη τηλεόραση όποιος είναι να καταγγείλει τον κ. Λιγνάδη να το κάνει τώρα. Θυμάμαι ότι υπήρχε ένας σαν τελάλης και έλεγε «τώρα για τον Λιγνάδη». Τι πιστεύω; Επειδή ήταν διευθυντής του Εθνικού ήθελαν να τον πλήξουν’, είπε η Ελένη Κούρκουλα στον Πρόεδρο του δικαστηρίου.

Γιατί μας ξάφνιασε: Η κα Κούρκουλα έχει δίκιο πως κάποιες προσωπικότητες προκαλούν τη ζήλεια και τον φθόνο των άλλων. Πράγματι, πάντα υπάρχει ο διευθυντής που κάποιος θα ζηλέψει, ο πρωταγωνιστής που κάποιος θα ζηλέψει, ο αθλητής που κάποιος θα ζηλέψει, ο πολιτικός που κάποιος θα ζηλέψει, αλλά όταν τον λόγο πάρει η δικαιοσύνη κανείς δεν μπορεί να πλήξει κανέναν με ψέματα που έχουν ως σκοπό τη διαβολή εφόσον αυτά αποδειχθούν ανυπόστατα. Διαφορετικά όλοι οι διευθυντές, οι πρωταγωνιστές, οι βουλευτές και όλοι οι «αξιοζήλευτοι» της ζωής θα έπεφταν σε κάποια παγίδα αυτών που τους ζήλευαν και θα καταστρέφονταν.

-Στην ερώτηση «γιατί;» κάποιος μπορεί να ήθελε να πλήξει τον Δημήτρη Λιγνάδη, η Ελένη Κούρκουλα απάντησε: «Για να πλήξει την υπουργό, τον ίδιο, ακόμη και τον πρωθυπουργό. Η υπουργός τον επέλεξε».

Γιατί μας ξάφνιασε: Αν για παράδειγμα ένας από εσάς εργάζεται ως τμηματάρχης εταιρείας και προσλάβει στο τμήμα του έναν επαγγελματία που πληροί και με το παραπάνω τις προϋποθέσεις για μια θέση (όπως συνέβη στην περίπτωση Λιγνάδη) και αυτός αποδειχθεί βιαστής, για ποιο ακριβώς λόγο θα πρέπει να πληγεί; Πώς μπορεί να ήξερε η υπουργός Λίνα Μενδώνη ή ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τι ακριβώς έκανε (ή δεν έκανε) ο Δημήτρης Λιγνάδης στα προσωπικά του, στο σπίτι του ή στο κρεβάτι του; Η δήλωση της κας Κούρκουλα ξαφνιάζει γιατί είναι σαν να πιστεύει πως αν τελικά αποδειχθεί ένοχος ο Δημήτρης Λιγνάδης για όσα κατηγορείται, η κυβέρνηση ενδέχεται να έχει όντως ένα μερίδιο ευθύνης -διαφορετικά γιατί να πληγεί ή να δυσφημιστεί; Πόσο λογικό μπορεί να είναι αυτό;

Ως προς το προφίλ των καταγγελλόντων η κα Κούρκουλα δήλωσε «Δεν είδα κάποιον άνθρωπο σοβαρό να καταγγείλει μέσα από το θέατρο, να τον καταγγέλλει και να πει ότι “με έχει βιάσει μέσα στο καμαρίνι”. Αντίθετα, είδα κάποιες περίεργες προσωπικότητες».

Γιατί μας ξάφνιασε: Μέσω του συγκεκριμένου επιχειρήματος είναι σαν να υπονοεί άθελά της πως αν τον είχαν καταγγείλει «σοβαροί άνθρωποι μέσα από το θέατρο», π.χ. άλλοι γνωστοί ηθοποιοί, και υπήρχε και αναφορά σε κακοποιητικό περιστατικό σε καμαρίνι, αυτές οι καταγγελίες για βιασμό θα είχαν μεγαλύτερη βαρύτητα. Να υποθέσουμε πως σε μια άλλη δίκη που υπάρχουν τα προαναφερθέντα στοιχεία ο κατηγορούμενος είναι πιο πιθανό να είναι ένοχος;

Δηλαδή το προφίλ αυτού που καταγγέλλει βαραίνει στο αν ευσταθεί ή όχι μια καταγγελία; Σε ποιον νόμο και σε ποια δικαιοσύνη, σε ποια δημοκρατική και ευνομούμενη χώρα ισχύει κάτι τέτοιο; Και τι ακριβώς είναι μια «περίεργη προσωπικότητα» ή μια «όχι περίεργη προσωπικότητα»;

Για να μην παρεξηγηθώ: Η Ελένη Κούρκουλα είναι μια γυναίκα που χάρη στη διαδρομή της, καλλιτεχνική και πολιτική, χαίρει εκτίμησης και σεβασμού. Όμως όπως ακριβώς αυτή τη στιγμή ο Δημήτρης Λιγνάδης είναι απλά κατηγορούμενος και κανείς πέρα των αρμοδίων δεν μπορεί να αποφανθεί αν είναι ένοχος ή αθώος, έτσι και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να διαχωρίζει το ποιος έχει δικαίωμα να καταγγείλει μια παράνομη πράξη. Ούτε να κρίνεται γιατί άργησε να την καταγγείλει ή μετά αποφάσισε πως ήρθε η στιγμή να το κάνει.

Η δικαιοσύνη οφείλει να αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο τους «σοβαρούς μέσα από το θέατρο» και τις «περίεργες προσωπικότητες». Οφείλει να δίνει την ίδια αξία σε όσα καταθέτει ένας περισσότερο και ένας λιγότερο επιτυχημένος. Οι περισσότερο και οι λιγότερο περίεργοι, οι περισσότερο και οι λιγότερο ταλαντούχοι, οι περισσότερο και οι λιγότερο μορφωμένοι, οι περισσότερο και οι λιγότερο δημοφιλείς έχουν τα ίδια δικαιώματα και κανείς δεν μπορεί να τους το στερήσει. Γιατί αν ο καταγγέλλων φοβόταν να μιλήσει γιατί πέρασε καιρός από το έγκλημα, αν ο «αξιοζήλευτος» ήταν εξ ορισμού θύμα επειδή κάποιοι θα απολάμβαναν να τον δουν να καταστρέφεται ή οι «περίεργες προσωπικότητες» δεν είχαν δικαίωμα να διεκδικήσουν το δίκιο τους, θα ήμασταν όλοι πολύ φτωχότεροι και η δημοκρατία μας ανησυχητικά σαθρή.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ